ΣΗΜΕΡΟΝ

ἐὰν τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούσητε, μὴ σκληρύνητε τὰς καρδίας ὑμῶν

John Wyclif B’ – Η Διδασκαλία. Σχέσεις εκκλησίας και πολιτείας.

Θα παρουσιάσουμε την διδασκαλία του Wyclif στα τρία εκείνα θέματα που έπεισαν τον John Bale[1] ότι ήταν αυτός ο Εωσφόρος της Μεταρρύθμισης. Τα υπό εξέταση θέματα είναι η διδασκαλία του περί του Dominium (πολιτική θεωρία με βάσεις στη θεολογία), περί του απόλυτου προορισμού και περί της Αγίας Γραφής.

Διαβάστε περισσότερα μέσω

John Wyclif B’ – Η Διδασκαλία. Σχέσεις εκκλησίας και πολιτείας..

04/07/2012 Posted by | ΓΕΝΙΚΑ, Γνωστικισμός | , , , , , , , | Σχολιάστε

Ανακοίνωη: Αφιέρωμα στην αναίρεση του Zeitgeist

Το γνωστό νεοεποχήτικο κίνημα με το όνομα Zeitgeist μας είχε κάνει πριν από μήνες να δημοσιεύσουμε ειδικό αφιέρωμα, με βίντεο και μελέτη- αναίρεση, που αντικρούει με πλήθος επιχειρημάτων τα ψευδολογήματα του zeitgeist σε ό,τι αφορά τον Θεάνθρωπο Χριστό και την Πίστη σ’ Αυτόν.

Για την καλύτερη ενημέρωση των αναζητητών της αλήθειας, αλλά και των πιστών που θέλουν επιχειρήματα για να αντιβάλουν στις κακόβουλες επιθέσεις δημιουργήσαμε ξεχωριστή σελίδα για το ως άνω αφιέρωμα- αναίρεση.

Παρακαλούμε τους ιστοχώρους που χρησιμοποιούν το αφιέρωμα, να παραπέμπουν σ’ αυτόν τον σύνδεσμο:http://www.zeitgeist-anairesi.info/ για καλύτερη εξυπηρέτηση των αναγνωστών.

http://www.impantokratoros.gr/anakoinosh-anairesh-zeitgeist.el.aspx

07/01/2012 Posted by | Αποκρυφισμός, Γνωστικισμός, Μασονία, Νέα εποχή, Οικουμενισμός, Zeitgeist | , , , , , , , , , | Σχολιάστε

Άγιος Ειρηναίος και ο Γνωστικισμός. Ι.Μ. Παντοκράτορος

ΓΝΩΣΤΙΚΟΙ – ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΣ

Μέρος Β’

ΠΗΓΕΣ ΕΡΕΥΝΑΣ: ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Για να διαβάσετε την εισαγωγή πατήστε εδώ

2.1.2. Άγιος Ειρηναίος επίσκοπος Λουγδούνου (Λυών)

Η γέννηση του αγίου Ειρηναίου τοποθετείται υποθετικά το 140 μ. Χ. Ο ίδιος αναφέρει, ότι κατά την παιδική του ηλικία συναναστρέφονταν τον άγιο Πολύκαρπο, επίσκοπο Σμύρνης, οπότε συμπεραίνεται ότι η καταγωγή του ήταν από αυτή την πόλη[7]. Υπήρξε, λοιπόν, μαθητής του αγίου Πολυκάρπου και διατήρησε το κείμενο του μαρτυρίου του. Ο άγιος Ιερώνυμος αναφέρει[8] ότι ήταν και μαθητής του Παπία. Από τα συγγράμματά του φαίνεται κάτοχος της εγκύκλιας και ανωτέρας κοσμικής μόρφωσης. Ο Τερτυλλιανός τον χαρακτηρίζει «ακριβέστατο μελετητή πάσης παιδείας»[9]. Κάνει χρήση των έργων του Ιουστίνου, οπότε δεν αποκλείεται να τον άκουσε να διδάσκει στην Ρώμη.

Ο άγιος Ειρηναίος εμφανίζεται στην Λυών το 177 μ. Χ. Ο Γρηγόριος Τουρώνης αναφέρει ότι εστάλη εκεί από τον άγιο Πολύκαρπο[10]. Την εποχή εκείνη στην Λυών υπήρχε ακμάζων ελληνόφωνο στοιχείο και ισχυροί δεσμοί της πόλης με την Μικρά Ασία.. Γι’ αυτό εκτός του ορθόδοξου χριστιανισμού, ίσως να είχε διαδοθεί στην πόλη και ο μοντανισμός[11]. Παράλληλα βρίσκονταν σε πλήρη έξαρση ο διωγμός του Μ. Αυρηλίου. Για τα όσα συνέβησαν στους Χριστιανούς της Λυών επί του διωγμού αυτού, πληροφορούμαστε από την επιστολή-μαρτυρολόγιο των Εκκλησιών Λυώνος και Βιέννης[12]. Ο άγνωστος συντάκτης της επιστολής ενδέχεται να ήταν ο άγιος Ειρηναίος[13].

Μετά τον μαρτυρικό θάνατο του επισκόπου Ποθεινού, ανέβηκε στον θρόνο της Λυών ο άγιος Ειρηναίος. Έντονη υπήρξε η ιεραποστολική δράση του και παράλληλα το αντιαιρετικό του έργο. Αυτός αντιλήφθηκε ότι για την καταπολέμηση τους δεν αρκούσε μόνο η αναίρεση των κακοδοξιών τους, αλλά απαιτούνταν και αναδιοργάνωση της εκκλησίας, όπως και καθορισμός της διδασκαλίας της. Ο Γρηγόριος Τουρώνης[14] μας πληροφορεί ότι ο άγιος Ειρηναίος μαρτύρησε στον διωγμό του Σεπτίμιου Σεβήρου το 202 μ. Χ.

Το κύριο αντιαιρετικό του σύγγραμμα είναι το Έλεγχος και ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως[15]. Το έργο αυτό δεν σώζεται στο πρωτότυπο, εκτός εκτεταμένων αποσπασμάτων κυρίως από το πρώτο βιβλίο. Σώζεται σχεδόν πλήρης λατινική μετάφραση. Εγράφη κατά την περίοδο της επισκοπείας του Ελευθέρου Ρώμης, δηλαδή μεταξύ των ετών 185-190.

Το περιεχόμενο του έργου έχει ως εξής:

Προοίμιον
Βιβλίον α’ Έλεγχος της ψευδωνύμου γνώσεως
 1-10 Το βαλεντινιανό σύστημα
 11-21 Παραφυάδες: Βαλεντίνος, Σεκούνδος, Πτολεμαίος, Μάρκος
 22-31 Οι άλλοι αιρετικοί: Σίμων Μάγος, Μένανδρος, Σατορνίλος, Βασιλείδης, Καρποκράτης, Κήρινθος, Εβιωναίοι, Νικολαΐτες, Κέρδων, Μαρκίων, Τατιανός, Βαρβηλαίοι, Οφιανοί, Καϊνίτες.
 Βιβλίον β’ Ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως
Προοίμιον
 1-25 Ανασκευή της περί Θεού και κόσμου διδασκαλίας των γνωστικών, και ιδίως των Βαλεντινιανών
26-28 Κανόνες ορθής ερμηνείας των Γραφών
29-35 Περί της βαλεντινιανής διακρίσεως τάξεων ανθρώπων και περί εμπνεύσεως
 Βιβλίον γ’ Η αποστολική παράδοση της Εκκλησίας
Προοίμιον
1-5 Η παράδοση των Αποστόλων
6-15 Ένας Θεός μόνος
16-23 Ένας Χριστός μόνος
24-25 Συμπέρασμα και προσευχή
 Βιβλίον  δ’ Οι λόγοι του Κυρίου
Προοίμιον
1-18 Ενότητα της διδασκαλίας ολόκληρης της Γραφής
19-35 Προτύπωση και προφήτευση
36-41 Η διδασκαλία των παραβολών
 Βιβλίον ε’ Διδασκαλία του Κυρίου και του Παύλου
Προοίμιον
1-14 Η ανάσταση της σαρκός
15-24 Ταυτότητα Δημιουργού και Πατρός μαρτυρούμενη δια των επεισοδίων του βίου του Χριστού
25-36 Ταυτότητα Δημιουργού και Πατρός μαρτυρούμενη δια των εσχατολο- γικών επαγγελιών

(Πηγή: Π. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία)

Το σύγγραμμα αυτό διαδραμάτισε πολύ σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση του γνωστικισμού. Κατοχύρωσε την πολεμική στην συνείδηση της Εκκλησίας, με αποτέλεσμα από την εποχή αυτή ν’ αρχίσει η φθίνουσα πορεία της αιρετικής διδασκαλίας και να σταματήσει η εξάπλωση των αιρετικών σεκτών. Το μνημονεύει ο Ιππόλυτος[16], ο Τερτυλλιανός[17], ο Κλήμης Αλεξανδρεύς και πολλοί μεταγενέστεροι αιρεσιολόγοι.

Εκτός του  Ελέγχου έγραψε κι άλλα έργα με αντιαιρετικό χαρακτήρα, τα οποία δυστυχώς δεν διασώθηκαν. Δεν χρειάζεται ν’ αναφερθούν εδώ, διότι, ως απολεσθέντα, δεν αποτελούν πηγές.

Πηγή: http://www.impantokratoros.gr/gnostikismos-b.el.aspx

18/11/2011 Posted by | Γνωστικισμός | , , , , , , , | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Άγιος Ειρηναίος και ο Γνωστικισμός. Ι.Μ. Παντοκράτορος

Άγιος Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς και ο Γνωστικισμός.

ΓΝΩΣΤΙΚΟΙ – ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΣ

Μέρος Β’

ΠΗΓΕΣ ΕΡΕΥΝΑΣ: ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Για να διαβάσετε την εισαγωγή πατήστε εδώ

2.1.1. Άγιος Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς.

Ο άγιος Ιουστίνος ήταν γιος του Πρίσκου και εγγονός του Βακχείου. Εξαιτίας του ονόματος αυτού και του πατέρα του, θεωρήθηκε αρχικά Ρωμαίος. Στην πραγματικότητα ήταν Έλληνας, όπως φαίνεται από το όνομα του παππού του. Την εποχή εκείνη όσοι λάμβαναν την ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη έπαιρναν αναγκαστικά κι ένα ρωμαϊκό όνομα.

Ο Μεθόδιος Ολύμπου τον μνημονεύει ως άνδρα που δεν απείχε πολύ από την αποστολική εποχή. Η ημερομηνία γέννησής του τοποθετείται περίπου το 110 μ. Χ. Αυτό προκύπτει από τον Διάλογο προς Τρύφωνα, γραμμένο το 135 μ. Χ. όπου αναφέρει ότι έχει τελειώσει τις φιλοσοφικές του σπουδές.

Τόπος γέννησής του είναι η Φλαβία Νεάπολη. Αυτή κτίσθηκε το 70 μ. Χ. στα ερείπια της αρχαίας Συχέμ. Αρχικά ήταν εθνικός[1]. Οι υπαρξιακές του ανησυχίες τον οδήγησαν στην μελέτη της φιλοσοφίας. Καταστάλαξε στον πλατωνισμό. Τις σπουδές του ολοκλήρωσε ή στην Καισάρεια της Παλαιστίνης ή στην Αθήνα. Η δεύτερη είναι και η πιθανότερη περίπτωση, όπως προκύπτει από την περιγραφή του σκηνικού στονΔιάλογο προς Τρύφωνα. Εκεί έγινε και η μεταστροφή του στον Χριστιανισμό, λίγο πριν το 135 μ. Χ.

Το 136 μ. Χ. μετακόμισε στην Ρώμη. Εκεί άνοιξε φιλοσοφική σχολή, όπου αντί άλλου φιλοσοφικού συστήματος δίδασκε τον Χριστιανισμό. Η σχολή του ήταν συνάμα και ναός. Αυτή ήταν και η πρώτη ορθόδοξη σχολή ανωτέρας στάθμης. Μαθητές του υπήρξαν ο Τατιανός και ο άγιος Ειρηναίος. Περί το 160 μ. Χ. αναζωπυρώθηκε ο διωγμός κατά των Χριστιανών. Την εποχή εκείνη ανέλαβε την διοίκηση της αυτοκρατορίας ο Μάρκος Αυρήλιος, ο οποίος θέλοντας να εμφανίσει εαυτόν ως φιλόσοφο, τήρησε σκληρή στάση έναντι του Χριστιανισμού[2].

Ο άγιος Ιουστίνος αναγκάστηκε να φύγει από την Ρώμη, μετά το μαρτύριο του μαθητή του Πτολεμαίου, μάλλον την ίδια χρονιά. Αιτία ήταν η επιβουλή του κυνικού φιλοσόφου Κρήσκεντος κατά του αγίου, ο οποίος έβλεπε ανταγωνιστικά την αύξηση των μαθητών του Ιουστίνου και την πτώχευση των άλλων φιλοσοφικών σχολών. Ο άγιος επέστρεψε βραδύτερον[3] και συνελήφθη επί επάρχου Ρώμης Ρουστικού (162-167), στωικού και παιδαγωγού του Μ. Αυρήλιου. Καταδικάσθηκε σε θάνατο και αποκεφαλίσθηκε μαζί με ομάδα έξι μαθητών του, το 165 μ. Χ.

Το έργο που περιέχει πληροφορίες για τους γνωστικούς είναι η Α’ Απολογία[4]. Δεν πρόκειται για αντιαιρετικό σύγγραμμα αλλά για απολογητικό. Ο άγ. Ιουστίνος το απευθύνει στον αυτοκράτορα Αντωνίνο τον Ευσεβή (Πίο, 138-161), τους γιους του, την ρωμαϊκή σύγκλητο και τον δήμο. Μέσα από αυτό απολογείται για την υπόθεση των Χριστιανών, επί τη ευκαιρία της αναζωπύρωσης των διωγμών. Εκθέτει την χριστιανική άποψη με νηφαλιότητα και ευγένεια χωρίς ιδιαίτερα ρητορικά σχήματα. Είναι ένα έργο γραμμένο για να το διαβάσουν λόγιοι. Δικαίως έχει ειπωθεί ότι ο Ιουστίνος με το έργο του έδωσε τα όπλα στον Χριστιανισμό, για να επεκταθεί στους κύκλους των μορφωμένων[5].

Σχετικά με τους γνωστικούς, παρέχει πληροφορίες για τους πρώτους εξ αυτών. Αναφέρεται στον Σίμωνα Μάγο, τον Μένανδρο και τον Μαρκίωνα. Σύντομη αναφορά στους γνωστικούς βρίσκουμε και στον Διάλογο προς Τρύφωνα[6]. Εκεί αναφέρεται στις ομάδες αυτών.

Πηγή: http://www.impantokratoros.gr/gnostikismos-b.el.aspx

 

10/11/2011 Posted by | Γνωστικισμός | , , , , , , , | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Άγιος Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς και ο Γνωστικισμός.

Γνωστικισμός και Εκκλησιαστική γραμματεία (2.1). Ι.Μ. Παντοκράτορος

ΓΝΩΣΤΙΚΟΙ – ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΣ

Μέρος Β’

ΠΗΓΕΣ ΕΡΕΥΝΑΣ: ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Για να διαβάσετε την εισαγωγή πατήστε εδώ

Η κατανόηση και καταγραφή ενός ιστορικού γεγονότος ή φαινομένου εξαρτάται, στο μεγαλύτερο μέρος της, από την μελέτη και την ερμηνεία των πηγών. Αυτό ισχύει και για την μελέτη του γνωστικισμού. Μέχρι τα μέσα του ΙΘ’ αιώνα περίπου, οι μόνες διαθέσιμες πηγές ήταν τα έργα των εκκλησιαστικών συγγραφέων, όσων έζησαν την ίδια εποχή, κατά την οποία το φαινόμενο του γνωστικισμού γεννήθηκε και εξελίχθηκε. Με τις ανακαλύψεις των κειμένων των ίδιων των γνωστικών, δόθηκε η ευκαιρία για μια πιο άμεση ματιά και απ’ ευθείας μελέτη της διδασκαλίας τους.

Μέσα από την μελέτη αυτών των κειμένων αποδείχθηκε η ακρίβεια των όσων κατέγραψαν οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς. Η πολεμική, την οποία άσκησαν στα έργα τους, δεν στάθηκε ικανή να διαστρεβλώσει την οπτική τους. Η απαραίτητα σκληρή στάση τους δεν οδήγησε σε συκοφαντίες και ψεύδη, αλλά σε ορθή ενημέρωση, ακριβή καταγραφή και πλήρη αντιμετώπιση των γνωστικών ομάδων, τις οποίες θεωρούσαν αιρέσεις στους κόλπους της εκκλησίας. Με τον τρόπο αυτό σεβάστηκαν τον αναγνώστη τους, τον πιστό της εκκλησίας, και ήταν αναγκαίο να γίνει με αυτό τον τρόπο, εφόσον η πρόθεσή τους ήταν να τον προστατέψουν, ώστε να μην πέσει θύμα αυτών που επιχειρούσαν με συγκεκαλυμμένο τρόπο να τον παραπλανήσουν. Σκοπός τους δηλαδή ήταν ν’ αποκαλύψουν στους Χριστιανούς την πραγματική φύση της γνωστικής διδασκαλίας και το πραγματικό ποιόν των γνωστικών.

Οι πληροφορίες αυτές που διασώθηκαν στα έργα τους είναι ανεκτίμητης αξίας για τους σύγχρονους ερευνητές, περισσότερο και από τα ίδια τα κείμενα. Χωρίς αυτές θα ήταν αδύνατη η  ορθή κατανόηση των κειμένων. Οι γνωστικοί θέλοντας να καλύψουν την διαφοροποίησή τους από την διδασκαλία της Εκκλησίας, χρησιμοποιούσαν την μορφή που είχαν οι εκκλησιαστικές γραφές. Απέδιδαν, μάλιστα, ψευδώς τα έργα τους σε αναγνωρισμένα πρόσωπα της Εκκλησίας. Δεν εμφάνιζαν τους πραγματικούς συγγραφείς των έργων τους, ούτε οριοθετούσαν την διδασκαλία τους. Δεν αυτοπροσδιορίζονταν. Γι’ αυτό τον λόγο και δεν υπάρχουν έργα που να απαντάνε στις κατηγορίες εκ μέρους της επίσημης Εκκλησίας. Όλη η γνωστική γραμματεία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πλαστογραφία.

Αν, λοιπόν, δεν υπήρχαν τα αντιαιρετικά έργα των εκκλησιαστικών συγγραφέων, δεν θα μπορούσε να γίνει αναγνώριση ταυτότητας των γνωστικών κειμένων, δεν θα μπορούσαν ν’ αποδοθούν αυτά στις σέκτες που τα δημιούργησαν, δεν θα μπορούσε να γίνει σωστή κατανόηση του φαινομένου. Από την άλλη υπήρχε ο κίνδυνος να θεωρηθούν ως έργα της πρώιμης εκκλησιαστικής γραμματείας, να εκληφθούν ως προϊόντα μιας πνευματικής ζύμωσης, που δεν έγινε, εντός της Εκκλησίας, αλλά στο περιθώριό της. Η ίδια η ευαγγελική αλήθεια θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η επικρατέστερη μεταξύ πολλών, και όχι ως η μία αποστολική παράδοση. Συνεπώς, τα αντιαιρετικά έργα της Εκκλησίας είναι πολλαπλώς χρήσιμα.

Για την μελέτη των πηγών της γνωστικής διδασκαλίας, λοιπόν, θα ακολουθήσουμε την παραδοσιακή κατηγοριοποίηση.

2.1 Εκκλησιαστική γραμματεία.

Παραπάνω μιλήσαμε σε γενικές γραμμές για την ακρίβεια και την χρησιμότητα της μελέτης των έργων αυτών στην έρευνα του γνωστικισμού. Οι λόγοι που ανάγκασαν τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς ν’ αντιμετωπίσουν με ένταση την εξάπλωση της γνωστικής διδασκαλίας αναφέρθηκαν επίσης. Ήδη από την αποστολική εποχή οι κήρυκες του Ευαγγελίου χρειάστηκε να στιγματίσουν τις προσπάθειες παραπλάνησης των γνωστικών. Οι πρώτες πληροφορίες λοιπόν, γι’ αυτούς βρίσκονται στα κείμενα της Αγίας Γραφής.

Στην συνέχεια ασχολήθηκαν με το θέμα Χριστιανοί απολογητές και θεολόγοι, πολλοί εκ των οποίων κατείχαν το επισκοπικό αξίωμα (π.χ. άγιος Ειρηναίος της Λυών, άγιος Ιππόλυτος Ρώμης, άγιος Επιφάνιος Σαλαμίνος). Πολλοί εξ αυτών κατείχαν και την θύραθεν παιδεία (όπως ο άγιος Ιουστίνος ο Φιλόσοφος και ο Ωριγένης), ως τμήμα της ευρείας μόρφωσής τους. Στους περισσότερους, τα αντιαιρετικά κείμενα είναι τμήμα ενός μεγαλύτερου συγγραφικού έργου.

Στην προσπάθεια αποκάλυψης και ενημέρωσης μέσω των κειμένων τους, ακολουθούν μια απλή μέθοδο. Αρχικά παραθέτουν γενικές γνώσεις για την εξέλιξη της ειδωλολατρικής σκέψης. Στην συνέχεια εκθέτουν όσες πληροφορίες μπόρεσαν να συλλέξουν για τους ίδιους τους αιρεσιάρχες, την διδασκαλία και τις πρακτικές τους. Τέλος παραθέτουν την ορθή διδασκαλία της Εκκλησίας. Μέσα από τις απαραίτητες συγκρίσεις έβγαινε το συμπέρασμα για τον πραγματικό χαρακτήρα των γνωστικών.

Η κατάταξη της ύλης τους γίνεται σε κάποια έργα με συστηματικά τρόπο, ενώ σε άλλα περιστασιακά. Μερικά από τα συστηματικά έργα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως εγκυκλοπαίδειες του γνωστικισμού. Περιστασιακά γινόταν όταν έπρεπε να αντιμετωπιστούν κάποιες συγκεκριμένες αιρέσεις. Και σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχουν πολύτιμες πληροφορίες και μάλιστα εξειδικευμένες.

Στα έργα αυτά, όμως δεν καταγράφεται μόνο η αιρετική διδασκαλία. Όπως ειπώθηκε παραπάνω, γίνεται έκθεση και της ορθής εκκλησιαστικής διδαχής, οπότε έχουμε καταγραφή και της αποστολικής παράδοσης, όχι στην πλήρη της μορφή, αλλά του απαραίτητου τμήματος προς αντιμετώπιση της αντίστοιχης αιρετικής. Αυτό είναι εξίσου σημαντικό καθώς έχουμε έκθεση του ορθόδοξου δόγματος σε εποχή προ των Οικουμενικών Συνόδων, από ανθρώπους που έζησαν πολύ κοντά στην αποστολική εποχή. Δεν έχουμε ανάπτυξη του δόγματος μέσω της αντιπαράθεσης αυτής, όπως θέλουν να νομίζουν οι υπέρμαχοι της εξέλιξης αυτού. Έχουμε καταγραφή της αποστολικής διδασκαλίας προς εξακρίβωση της διαφοράς της αιρετικής διδασκαλίας. Φυσικό είναι η καταγραφή αυτή να μην χρησιμοποιεί την ορολογία που υιοθετήθηκε αργότερα από τις Οικουμενικές Συνόδους. Αλλά η διαφορά στην φράση δεν δείχνει σε καμιά περίπτωση εξέλιξη στην διδασκαλία της Εκκλησίας.

Παρακάτω παρουσιάζονται οι σημαντικότεροι εκκλησιαστικοί συγγραφείς που ασχολήθηκαν με τους γνωστικούς και τα έργα τους περιληπτικά.

Πηγή: http://www.impantokratoros.gr/gnostikismos-b.el.aspx

04/11/2011 Posted by | Γνωστικισμός | , , , , , | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Γνωστικισμός και Εκκλησιαστική γραμματεία (2.1). Ι.Μ. Παντοκράτορος

Καταστροφική λατρεία τελικά ο Γνωστικισμός -1.1β- (Ι.Μ. Παντοκράτορος).

Κατόπιν των δύο παραπάνω παρατηρήσεων, μπορεί ν’ αντιληφθεί κανείς γιατί τα γνωστικά συστήματα δεν ήταν ούτε φιλοσοφικά, ούτε θρησκευτικά. Αν θέλει κάποιος να χρησιμοποιήσει σύγχρονη ορολογία, θα μπορούσε να πει ότι επρόκειτο για καταστροφικές λατρείες. Αυτό προκύπτει ειδικά από την έρευνα το πρακτικών που οι σέκτες εφάρμοζαν και κυρίως των τελετών τους.

Ας επιμείνουμε λίγο, πάνω σ’ αυτό. Λέχθηκε παραπάνω ότι τα γνωστικά συστήματα στερούνταν διατυπωμένης ή εφαρμοσμένης ηθικής. Αιτία γι’ αυτό δεν είναι η φιλοσοφική θεώρηση του κακού ως συνδεδεμένου με την ύλη, ουσιαστικοποιημένου σε αυτήν. Τα ελληνικά φιλοσοφικά συστήματα που είχαν παρόμοια θεώρηση της ύλης (πλατωνισμός) έθεσαν ηθικούς κανόνες, η ακολουθία ή η ανακολουθία των οποίων επηρέαζε τον κύκλο των μετενσαρκώσεων της ψυχής. Αν ο άνθρωπος ακολουθούσε τον δρόμο προς τον φωτισμό ζώντας με δικαιοσύνη και σωφροσύνη, θα ξέφευγε από τον κύκλο αυτό. Αν όχι θα παρέμενε εγκλωβισμένος, ακολουθώντας μια φθίνουσα πορεία προς ευτελέστερες υλικές μορφές[vii].

Στα γνωστικά συστήματα δεν έχουμε κάτι παρόμοιο. Ο δρόμος προς τον φωτισμό είναι μονόδρομος, με μόνη προϋπόθεση την αποδοχή της γνώσης που μόνο ο αρχηγός κατέχει και μεταδίδει στους οπαδούς του, μέσω τελετών ποικίλης ηθικής αποχρώσεως. Συνεπώς, ως χορηγός της λύτρωσης αναγνωρίζονταν ο αρχηγός, ενώ ο μυημένος με την αναγνώριση του αρχηγού και την αποδοχή της διδασκαλίας του, περιέρχονταν σε μια κατάσταση εκ της οποίας δεν ήταν δυνατόν να εκπέσει. Παράδειγμα αποτελεί οι πεποίθηση των οπαδών του Σίμωνα του Μάγου.

«οἱ δέ αὖθις μιμηταί τοῦ πλάνου και Σίμωνος μάγου γινόμενοι τα ὅμοια δρῶσιν, ἀλογίστως φάσκοντες δεῖν μίγνυσθαι, λέγοντες˙ πᾶσα γῆ γῆ, καί οὐ διαφέρει ποῦ τις σπείρει, πλήν ἵνα σπείρῃ,… οὐ γαρ μή κρατείσθαι αὐτούς ἔτι τινί νομιζομένῳ κακῷ, λελύτρωνται γαρ».[viii]

Με τέτοιου είδους αντιλήψεις, στις σέκτες που δεν ακολουθούσαν τον άμετρο ασκητισμό, λάμβαναν χώρα τελετές που διέστρεφαν εντελώς την χρήση της γενετήσιας ορμής[ix]. Σε κάποιες περιπτώσεις καταγράφηκαν τελετές κανιβαλισμού[x].

Ίσως οι κατηγορίες των εθνικών για «οιδιπόδειες μίξεις και θυέστεια δείπνα» να οφείλονταν στις πρακτικές των γνωστικών και να τις επιφορτίζονταν άδικα οι Χριστιανοί[xi]. Αν ισχύει κάτι τέτοιο, τότε η βλάβη, που προκαλούσαν οι σέκτες με χριστιανικό επίχρισμα, ήταν διπλή. Αφενός μεν πλανούσαν τους πιστούς με δήθεν κηρύγματα στο όνομα του Χριστού, αφετέρου διέσυραν το όνομα των Χριστιανών, στα μάτια των εχεφρόνων.

Την παραπλάνηση των μελών της Εκκλησίας στιγμάτισαν και πολέμησαν οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς, όπως ο άγιος Ειρηναίος Λυώνος:

«Ἡ γάρ πλάνη καθ’ αὑτήν μέν οὐκ ἐπιδείκνυται, ἵνα μή γυμνωθεῖσα γένηται κατάφωρος˙ πιθανῶ δέ περιβλήματι πανούργως κοσμουμένη, και αὐτῆς τῆς ἀληθείας   ἀληθεστέραν ἑαυτήν παρέχειν φαίνεσθαι διά τῆς ἐξωθεν φαντασίας τοῖς απειροτέροις˙ καθώς ὑπό τοῦ κρείττονος ἡμῶν εἴρηται ἐπί τῶν τοιούτων, ὅτι λίθον τόν τίμιον σμάραγδον ὄντα, καί πολυτίμητόν τισιν, ὕαλος ἐνυβρίζει διά τέχνης παρομοιουμένη, ὁπόταν μή παρῇ ὁ σθένων δοκιμάσαι, και τέχνῃ διελέγξαι την πανούργως γενομένην˙ ὅταν δέ ἐπιμιγῇ ὁ χαλκός εἰς τόν ἄργυρον, τις εὐκόλως δυνήσεται τοῦτον ἀκεραίως δοκιμάσαι;»[xii]

Μια εργασία, η οποία θα κατέγραφε την επιρροή και την αλλοίωση της προσωπικότητας των μελών των γνωστικών σεκτών, θα βοηθούσε να φανεί καλύτερα η πραγματική φύση αυτών των συστημάτων. Γνωρίζουμε από τα έργα των εκκλησιαστικών συγγραφέων, ότι η είσοδος των νέων μελών συνεπάγονταν την ολοκληρωτική υλική υπαγωγή τους στην ομάδα. Ο άγιος Ειρηναίος σχολιάζοντας με σκωπτικό τρόπο την μυθολογική διδασκαλία της σχολής του Ουαλεντίνου για την Σοφία-Αχεμώθ γράφει:

«Τίς γάρ οὐκ ἄν ἐκδαπανήσειε πάντα τα ὐπάρχοντα αὐτοῦ, ἵνα μάθῃ, ὅτι ἀπό τῶν δακρύων τῆς Ἐνθυμήσεως τοῦ πεπονθότος Αἰῶνος, θάλασσαι καί πηγαί, και ποταμοί, καί πᾶσα ἔνυδρος οὐσία την γένεσιν εἴληφεν, ἐκ δέ τοῦ γέλωτος αὐτῆς το φῶς, καί έκ τῆς ἐκπλήξεως, καί τῆς ἀμηχανίας τα σωματικά τοῦ κόσμου στοιχεία[xiii]

Από το παραπάνω παράθεμα πληροφορούμαστε ότι οι νεοεισερχόμενοι προσέφεραν τις περιουσίες τους κατά την είσοδό τους στην σέκτα, πληρώνοντας έτσι αδρά την απόκτηση της γνώσης που θα τους εξασφάλιζε την πολυπόθητη λύτρωση. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο, το γεγονός ότι οι γνωστικοί δραστηριοποιούνταν στις μεγάλες πόλεις της αυτοκρατορίας, ούτε ότι πρωταρχικοί στόχοι για προσηλυτισμό ήταν οι εύπιστες κυρίες της αριστοκρατίας. Ακόμη και οι ομάδες που εφάρμοζαν ακραίο ασκητισμό, μακριά από πόλεις, χρειάζονταν την στρατολόγηση νέων μελών, εφόσον στους κόλπους τους δεν επιτρέπονταν η τεκνογονία, και κινδύνευαν με αποδεκατισμό.

Από το παραπάνω γίνεται κατανοητό, γιατί οι αρχηγοί των ομάδων ήταν διατεθειμένοι να πληρώσουν, ώστε ν’ αποκτήσουν γνώσεις ή ικανότητες, δια των οποίων θα καθιστούσαν την διδασκαλία τους περισσότερο ελκυστική. Έτσι εξηγείται και η υστερόβουλη προσέλευση του Σίμωνα Μάγου στον Χριστιανισμό[xiv]. Επίσης, ο άκριτος δανεισμός στοιχείων από κάθε πεδίο του επιστητού του αρχαίου κόσμου δεν είναι άσχετος. Η επιστράτευση του Ομήρου και της αρχαίας ελληνικής ποίησης, του Πλατωνισμού σε μεγαλύτερο βαθμό και του Πυθαγορισμού και Στωικισμού σε μικρότερο, Ορφισμός, Ερμητισμός, Μιθραϊσμός, η ανάμιξη της αστρολογίας και της αριθμολογίας με τα μαθηματικά, η χρήση ιστορικών και μυθολογικών προσωπικοτήτων, η απόρριψη της Παλαιάς Διαθήκης και ταυτόχρονα η προβολή προσώπων, τα οποία αυτή ιστορεί, ο συνδυασμός ανατολικού μυστικισμού και δυτικής φυσιολατρείας και τέλος το χριστιανικό επίχρισμα, όλη αυτή η Βαβυλωνία των ιδεών συγκεντρωμένη σε μια διδασκαλία, δεν μπορεί να εξηγηθεί αλλιώς.  Το ζητούμενο ήταν η γνωστική διδασκαλία ν’ απευθύνεται σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους, υποψήφια θύματα του προσηλυτισμού. Έπρεπε να είναι ελκυστική και να ικανοποιεί τα ενδιαφέροντα κάθε πνευματικής στάθμης.  Αναφέρει χαρακτηριστικά ο άγιος Ιππόλυτος για τον τρόπο που έλκυε τους μαθητές του ο γνωστικός Ιουστίνος:

«οὗτος ἐπί τα ἐθνῶν τερατολογούμενα και διδασκόμενα ἀναγαγεῖν πειρᾶται τους ἀκροωμένους, αὐτολεξεί τά παρ’ Ἕλλησι μυθευόμενα διηγούμενος, οὔτε πρότερον διδάξας οὔτε παραδούς το τέλειον αὐτοῦ μυστήριον, ἐι μή ὅρκῳ δήσῃ τόν πλανώμενον. ἔπειτα τους μύθους παρατίθησι ψυχαγωγίας χάριν, ὅπως οἱ ἐντυγχάνοντες τῇ τῶν βίβλων ἀναρίθμῳ φλυαρίᾳ παραμύθιον ἔχωσι τα μυθευόμενα – ὅν τρόπον ἔι τις ὁδόν μακράν βαδίζων, παρατυχών καταλύματι αναπαύεσθαι δοκεῖ – καί οὕτως πάλιν ἐπί την τῶν ἀναγνωσμάτων τραπέντες πολυμάθειαν μή μισήσωσιν, ἕως ἐπί το υπ’ αὐτοῦ τεχναζόμενον ἀνόμημα διά πλειόνων ἐξηχηθέντες ὅρμήσωσι τετυφωμένοι˙ οὕς φρικτοῖς καταδήσας πρότερον ὅρκοις μήτε ἐξειπείν μήτε ἀποστῆναι ὅμολογεῖν ἀναγκάσας, οὕτω παραδίδωσι τα ὑπ’ αὐτοῦ ἐφευρημένα μετά ἀσεβείας μυστήρια, πῇ μέν, καθά προείπομεν, μύθοις Ἑλληνικοῖς χρησάμενος, πῇ δέ παραπεποιημένοις βιβλίοις κατά τι παρεμφαίνουσι ταῖς προειρημέναις αιρέσεσιν[xv]».

Έπρεπε επίσης να μπορεί να  καμουφλάρεται και  ν’ αλλάζει χρωματισμό αναλόγως του περιβάλλοντος, ώστε να διαλανθάνει της προσοχής των πολιτικών και εκκλησιαστικών αρχών. Δικαίως, λοιπόν, ο άγιος Ειρηναίος γράφει:

«καί διά τῆς πανούργως συγκεκροτημένης πιθανότητος παράγουσι τόν νοῦν τῶν απειροτέρων, καί αἰχμαλωτίζουσιν αὐτούς, ῥαδιουργοῦντες τα λόγια Κυρίου, ἐξηγηταί κακοί τῶν καλῶς εἰρημένων γινόμενοι[xvi]».

Εκτός από την πολύπλοκη και αντιφατική διδασκαλία, οι αρχηγοί των σεκτών μετέρχονταν ταχυδακτυλουργιών προς εντυπωσιασμό. Και πάλι για τον Σίμωνα Μάγο αναφέρεται ότι«προσεῖχον δέ αὐτῷ διά τό ἱκανῷ χρόνῳ ταῖς μαγείαις ἐξεστακέναι αὐτούς[xvii]». Περισσότερες μυθικές διηγήσεις για την δράση του αναφέρονται στις Πράξεις Πέτρου  και στα Κλημέντεια[xviii].

Από όσα εκτέθηκαν παραπάνω γίνεται αντιληπτό, ότι ο γνωστικισμός δεν μπορεί να νοηθεί ως φιλοσοφικό ή θρησκευτικό σύστημα, αλλά ως σύνολο ομοειδών καταστροφικών λατρειών, των οποίων οι διδαχές είχαν έντονο συγκρητιστικό και μυθολογικό χαρακτήρα.

Παραπομπές:

[vii]  Πλάτων, Τιμαίος 42b-d: «ὧν εἰ μέν κρατήσοιεν, δίκῃ βιώσοιντο, κρατηθέντες δέ αδικίᾳ. Καί ὁ μέν εὖ τόν προσήκοντα χρόνον βιούς, πάλιν εἰς την τοῦ συννόμου πορευθείς οἴκησιν ἄστρου, βίον εὐδαίμονα και συνήθη ἕξοι, σφαλείς δέ τούτων εις γυναικός φύσιν ἐν τῆ δευτέρᾳ γενέσει μεταβαλοῖ˙ μή παυόμενός τε ἐν τούτοις ἔτι κακίας, τρόπον ὅν κακύνοιτο, κατά την ομοιότητα τῆς τοῦ τρόπου γενέσεως ἔις τινα τοιαύτην ἀεί μεταβαλοῖ θήρειον φύσιν, ἀλλάττων τε οὐ πρότερον πόνων λήξοι, πρίν τῆ ταὐτοῦ και ὁμοίου περιόδῳ τῆ έν αυτῶ συνεπισπώμενος τόν πολύν ὄχλον καί ύστερον προσφυόντα ἐκ πυρός και ὕδατος καί ἀέρος καί γῆς, θορυβώδη καί ἄλογον ὄντα, λόγῳ κρατήσας εἰς το τῆς πρώτης και ἀρίστης ἀφίκοιτο εἶδος ἕξεως».

«Αν οι ανθρώπινες ψυχές υποτάξουν τα πάθη αυτά, θα ζήσουν με δικαιοσύνη˙ διαφορετικά θα βουτηχτούν στην αδικία. Κι όποιος περάσει σωστά τον χρόνο που έχει οριστεί γι’αυτόν, θα επιστρέψει μετά τον θάνατό του στο άστρο απ’όπου ξεκίνησε για να ζήσει εκεί ευτυχισμένα. Αν όμως δεν γίνει αυτό, τότε στη δεύτερη γέννησή του θα γίνει γυναίκα. Αν, ακόμα και τότε, δεν σταματήσει να κάνει κακό, θα συνεχίσει να μεταβάλλεται ανάλογα με το είδος της κακίας του στο αντίστοιχο άγριο θηρίο. Αυτές οι μεταμορφρώσεις δεν θα σταματήσουν παρά μόνο όταν υποταχτεί στην περιφορά του αμετάβλητου και αναλλοίωτου που έχει μέσα του και, κυριαρχώντας με τη λογική σ’εκείνη τη φοβερή  μάζα φωτιάς, νερού, αέρα και γης  που του δόθηκε μετά την γέννησή του, θυελλώδη και παράλογη μάζα, επιστρέψει και πάλι στην αρχική άριστη μορφή του» (μετ. Ορέστης Περδικίδης, Κάκτος 1993, σελ. 93-95).

[viii] Ιππολύτου, Έλεγχος κατά πασών των αιρέσεων, VI.19.5 [ed. Paul Wendland, GCS 26 (1916), 146] «αυτοί, πάλι, που έγιναν ακόλουθοι του Σίμωνα του και Μάγου πράττουν τα ίδια, διδάσκοντας παράλογα, ότι πρέπει να γίνεται συνεύρεση, λέγοντες˙ κάθε γη είναι γη, και δεν έχει σημασία που σπέρνει κανείς, αρκεί να σπέρνει…, διότι δεν πιστεύουν ότι είναι ακόμη δούλοι του κακού επειδή έχουν λυτρωθεί».

Πρβλ. και Ειρηναίου, Έλεγχος…, Ι.23.3 «quapropter nec ulterius curatent eos hi, qui in eum et in Helenam ejus spem habeant, et ut liberos agere quae velint˙ secundum enim ipsius gratiam salvari homines, sed non secundum operas justas. Nec enim esse naturaliter operationes justas, sed ex accidenti» (PG 7,672B) «εξαιτίας αυτού όσοι εμπιστεύονταν αυτόν και την Ελένη, δεν είχαν πλέον καμιά φροντίδα, και όντες ελεύθεροι ζούσαν όπως τους άρεσε˙ διότι οι άνθρωποι σώζονται από την χάρη του [του Σίμωνα] και όχι εξαιτίας δίκαιων έργων. Διότι τέτοιου είδους πράξεις δεν είναι δίκαιες από την φύση τους, αλλά από σύμπτωση», από την αγγλική μετάφραση των Alexander Roberts και James Donaldson, στη σειρά Ante-Nicene Fathers, Edinburgh 1868, vol. 5  p.88

[ix] Επιφανίου, Πανάριον, 26,11,1—12 [ed. Karl Holl, GCS 25 (1915), 288-290],  26,13,1 [ed. Karl Holl, GCS 25 (1915), 292]. Ιππολύτου, Έλεγχος…, V.7.16-19 [ed. Paul Wendland, GCS 26 (1916), 82-83]

[x]  Επιφανίου, Πανάριον, 26,5,4-7 [ed. Karl Holl, GCS 25 (1915), 282)

[xi] Βλ. σχετ. τον υπαινιγμό του Αγίου Ιουστίνου, Απολογία Α’ 26.7

[xii]  Ειρηναίου, επισκόπου Λουγδούνου και μάρτυρος, Ελέγχου και ανατροπής της ψευδωνύμου γνώσεως βιβλία πέντε, Ι.2 (PG 7,440A-B) «Διότι η πλάνη δεν επιδεικνύει τον εαυτό της ώστε να μην εντοπιστεί αφού αποκαλυφθεί˙ αλλά αφού ενδυθεί πειστικό περίβλημα, προσπαθεί να φαίνεται πιο αληθινή και από την αλήθεια, σε όσους δεν έχουν πείρα, με την εξωτερική εμφάνιση, όπως έχει ειπωθεί γι’ αυτά από κάποιον ανώτερο από μένα˙ ότι δηλαδή το σμαράγδι που είναι λίθος πολύτιμος και με μεγάλη αξία, το γυαλί τον ξεγελά όταν τον μιμείται με τέχνη, όταν δεν υπάρχει αυτός που είναι ικανός να ελέγξει την απομίμηση˙ διότι αναμιχθεί ο χαλκός με το ασήμι, ποιος μπορεί να το καταλάβει σωστά;»

[xiii] Ειρηναίου, επισκόπου Λουγδούνου και μάρτυρος, Ελέγχου και ανατροπής…, Ι.4.3 (PG 7,484B) «Και ποιος δεν θα πουλούσε όλη του την περιουσία για να μάθει ότι από τα δάκρυα της Ενθυμήσεως του πάσχοντος Αιώνος, έλαβε την γέννηση κάθε υδαρή ουσία, θάλασσες και πηγές και ποταμοί, ενώ από το γέλιο της το φως, και από την έκπληξη και την αμηχανία της τα σωματικά στοιχεία του κόσμου;»

[xiv]  Πραξ. η,9-14 & η,18-24

[xv] Ιππολύτου, Έλεγχος…, V.23.1-3 [ed. Paul Wendland, GCS 26 (1916), 125] «Αυτός [ο Ιουστίνος] προσπαθεί να οδηγήσει τους ακροατές του στις παράξενες διδασκαλίες των Εθνών, διηγούμενος αυτολεξεί τους μύθους των Ελλήνων, και δεν διδάσκει ούτε παραδίδει ολόκληρη την διδασκαλία του, πριν δέσει με όρκο αυτόν που παραπλάνησε. Έπειτα παραθέτει τους μύθους χάριν ψυχαγωγίας, ώστε αυτοί που μετέχουν στην ατέλειωτη φλυαρία των βιβλίων [του] να βρίσκουν στους μύθους λίγη παρηγοριά – κατά τον ίδιο τρόπο που κάποιος οδοιπόρος, αφού διένυσε πολύ δρόμο και βρήκε κατάλυμα αναπαύεται εκεί – κι έτσι πάλι [μόλις ξεκουραστούν με τους μύθους] να επιστρέψουν στην ανάγνωση χωρίς να μισήσουν την μάθηση, και αποβλακωμένοι από το τέχνασμά του να ξεχυθούν με περισσότερη ορμή˙  αυτούς τους έδεσε πρώτα με φρικτούς όρκους, ώστε να μην αποκαλύψουν στους έξω, και τους ανάγκασε να μην απομακρυνθούν από την ομολογία, ύστερα τους παραδίδει αυτά τα μυστήρια που ο ίδιος εφηύρε, έχοντας χρησιμοποιήσει άλλες φορές μύθους ελληνικούς, όπως προείπαμε, και άλλες φορές βιβλία παραποιημένα έτσι ώστε να ταιριάζουν στις αιρέσεις του».

[xvi] Ειρηναίου, επισκόπου Λουγδούνου και μάρτυρος, Ελέγχου και ανατροπής…, Ι,1 (PG 7,437A) «Και με πειστικότητα που έχει εξυφανθεί με πανουργία ξεγελάνε τον νου όσων δεν έχουν πείρα, και τους αιχμαλωτίζουν, παραφράζοντας τα λόγια του Κυρίου, και γίνονται κακοί ερμηνευτές, όσων έχουν ειπωθεί καλώς».

[xvii] Πραξ. η,10

[xviii] Π. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, … σελ. 137.

Πηγή: http://www.impantokratoros.gr/gnostikismos-a.el.aspx

15/09/2011 Posted by | Γνωστικισμός, Νέα εποχή | Σχολιάστε

Γνωστικισμός: διαρχία, σωτηρία δια της γνώσεως, τελετές (1.1α. Ι.Μ. Παντοκράτορος).

1.1 Χαρακτήρας του Γνωστικισμού

Ο Γνωστικισμός ήταν ένα παραθρησκευτικό φαινόμενο, το οποίο γεννήθηκε στον χώρο της ανατολικής Μεσογείου, τόπο συνάντησης τριών πολιτισμών, του ιρανοπερσικού, του ελληνιστικού και του ιουδαϊκού. Αναπτύχθηκε παράλληλα με τον Χριστιανισμό και από εκεί επεκτάθηκε σε όλο των οικουμενικό ρωμαϊκό κόσμο, μερικά γνωστικά συστήματα δε, μετακόμισαν ανατολικότερα, μέχρι την Ινδία.

Ως γνωστικά χαρακτηρίζονται πλήθος παραθρησκευτικών συστημάτων, τα οποία αναπτύχθηκαν ανεξάρτητα, προέβαλαν ανομοιογενείς διδασκαλίες, κράτησαν, όμως δύο κοινά χαρακτηριστικά:

α) η θεώρηση του θείου και του κόσμου γινόταν μέσω ενός διαρχικού τρόπου, είτε αυτή η διαρχία παραδεχόταν δύο διακριτές θεϊκές αρχές (ύψιστο θεό και διαφορετικό δημιουργό) στα όρια ενός αυστηρά ιεραρχούμενου πνευματικού κόσμου, είτε διαφορετικές αρχές του αγαθού και του κακού (σε όσες περιπτώσεις το κακό δεν είναι μόνο η απομάκρυνση από τον Ένα), καθορίζοντας την αξιωματική διαφορετικότητα του πνευματικού και του υλικού[i].

β) η λύτρωση-σωτηρία ήταν αποτέλεσμα της απόκτησης και της παραδοχής της αποκαλυμμένης γνώσης. Μέσω αυτής ο μυημένος μάθαινε την θέση του μέσα στο ιεραρχημένο πνευματικό κόσμο και τον προορισμό του, την επιστροφή στην ουράνια πατρίδα.

Εδώ υπάρχει η εξής αντίφαση. Επιφανειακά οι γνωστικοί δείχνουν να μην εξαρτώνται άμεσα από τις τελετές και τις θεουργίες. Θα έπρεπε δηλαδή, η απλή διδασκαλία να είναι αρκετή, ώστε ν’ αποκτήσει ο μυημένος την απαιτούμενη γνώση. Στην πράξη, όμως, κάθε γνωστική σέκτα είχε τις δικές της τελετουργίες για την μεταβίβαση της γνώσης στους οπαδούς της. Η διδασκαλία ήταν το μέσο προσηλυτισμού.

Η αντίφαση μεταβιβάζεται και στα είδη των τελετών που ασκούνταν. Αυτή την φορά έχει να κάνει με τον τρόπο που θεωρούσαν οι γνωστικοί την ύλη ως την ουσία του κακού, διότι φυλακίζει τον ουράνιο σπινθήρα που βρίσκεται εντός του σώματος[ii]. Έτσι, ξεκινώντας με την προοπτική να απελευθερώσουν τον σπινθήρα αυτό από την φυλακή του σώματος, άλλοι εφάρμοζαν ακραίο ασκητικό βίο, ενώ άλλοι επιδίδονταν σε ακόρεστη ικανοποίηση κάθε υλικής-σωματικής επιθυμίας. Για την επίτευξη του ίδιου στόχου εφαρμόζονταν διαμετρικά αντίθετες μέθοδοι. Αυτό είναι ευεξήγητο αν ληφθεί υπόψη η έλλειψη ηθικού συστήματος στην διδασκαλία των γνωστικών[iii]. Ο Πλωτίνος ψέγει τους γνωστικούς για έλλειψη ηθικής διδασκαλίας και τους καταλογίζει ηδονισμό[iv].

Από τον λυτρωτικό χαρακτήρα της γνώσης, ονομάστηκαν τα εν λόγω συστήματα γνωστικά. Ανήκουν σε μια ιδιαίτερη κατηγορία. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να χαρακτηριστούν φιλοσοφικά ή θρησκευτικά, παρότι λαμβάνουν στοιχεία και από τις δυο κατηγορίες[v]. Η λήψη των όσων στοιχείων γίνεται με τρόπο αποσπασματικό και η επεξεργασία τους με εντελώς ιδιότυπο τρόπο, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η αρχική τους έννοια και η θέση τους μέσα στο σύστημα προέλευσης. Αποτέλεσμα ήταν η πολτοποίηση των στοιχείων αυτών, χωρίς να ενοχλεί η πρωταρχική αντίθεσή τους.

Για παράδειγμα, στην ελληνική φιλοσοφία σημείο εκκίνησης της φιλοσοφικής αναζήτησης ήταν η πεποίθηση, ότι η αλήθεια είναι προσιτή διανοητικά, είτε ως εμπειρικό εξαγόμενο μεθοδικά επεξεργασμένων αισθητικών δεδομένων, είτε ως εσωτερική παρακαταθήκη που έρχεται στη επιφάνεια μέσα από τη διαδικασία μάθησης και εκπαίδευσης διά της εφαρμογής συγκεκριμένων τεχνικών (μαιευτική, διαλεκτική κλπ). Για τον Έλληνα φιλόσοφο η έννοια της αποκάλυψης ως μοναδικού τρόπου γνώσης ήταν αδιανόητη. Για τους γνωστικούς, όμως, που δέχονταν αποσπασματικά και όχι συστηματικά τα φιλοσοφικά αιτήματα, η αποκάλυψη ήταν ο μόνος τρόπος γνώσης του πνευματικού κόσμου.

Αυτό όσο και αν φαίνεται παράξενο, ήταν η απαραίτητη προϋπόθεση για την σύσταση των γνωστικών σεκτών. Οι σέκτες ήταν προσωποπαγείς. Δημιουργούνταν μία συνάθροιση γύρω από το πρόσωπο του ιδρυτού, ο οποίος ενδύονταν αδιαμφισβήτητο κύρος, ως φορέας πνευματικού-λυτρωτικού μηνύματος.  Για να παραμείνει η διδασκαλία του αρχηγού έξω από κάθε έλεγχο, όσο εξωφρενική και αν ήταν, παρουσιάζονταν ως αυτοφανέρωση ή αποκάλυψη, ως άνωθεν κατερχόμενη αυθεντία. Συνεπώς η θέση του αρχηγού της σέκτας δεν μπορούσε να αμφισβητηθεί, εφόσον ήταν ο μόνος στον οποίο φανερώνονταν η αλήθεια, ο δε λόγος του ήταν ο μοναδικός εσωτερικός κανονισμός της. Έτσι όλα περιστρέφονταν γύρω από τον αρχηγό και τις επιθυμίες του. Ακόμη και στις περιπτώσεις εκείνες που παρουσιάζονταν ψευδοπροφήτες, αυτοί προέρχονταν από το στενό περιβάλλον του αρχηγού.

Εδώ, μπορούμε να εντοπίσουμε τον τρόπο πολλαπλασιασμού των γνωστικών συστημάτων, μέσω παραφυάδων. Σε κάποιες περιπτώσεις, κάποιος επίδοξος αρχηγός μπορούσε ν’ αποσχιστεί από την σέκτα, παρασύροντας ορισμένο αριθμό μελών, δημιουργώντας νέα συνάθροιση. Έτσι ο Μένανδρος ήταν μαθητής του Σίμωνος Μάγου, ο Σατορνείλος παρόμοια, μαθητής του Μενάνδρου και τα λοιπά[vi].

Παραπομπές:

[i]  Ν. Ματσούκα, Ιστορία της Φιλοσοφίας, Πουρνάρας, Θεσσαλονίκη 19976, σελ. 259

[ii] Ιδέα παρμένη από τον Πλατωνισμό και τον Ορφισμό. Πλάτων, Κρατύλος 400C: «Πολλαχῇ μοι δοκεῖ τοῦτο γε˙ ἄν μέν καί σμικρόν τις παρακλίνῃ, καί πάνυ. Καί γάρ σῆμα τινές φασιν αὐτό εἶναι τῆς ψυχἦς, ὥς τεθαμμένης ἐν τῷ νῦν παρόντι˙ καί διότι αὖ τούτῳ σημαίνει ἅ ἄν σημαίνῃ ἡ ψυχή, καί ταύτῃ σῆμα ὀρθῶς καλεῖσθαι. Δοκοῦσι μέντοι μοι μάλιστα θέσθαι οἱ ἀμφί Ὀρφέα τοῦτο το ὄνομα, ὡς δίκην διδούσης τῆς ψυχῆς ὧν δή ἕνεκα δίδωσιν, τοῦτον δε περίβολον ἔχειν, ἵνα σώζηται, δεσμωτηρίου εἴκόνα˙ είναι οὖν τῆς ψυχῆς τοῦτο, ὥσπερ αὐτό ὀνομάζεται, ἕως ἄν ἐκτείσῃ τα ὀφειλόμενα, τό σῶμα, καί οὐδέν δεῖν παράγειν οὐδ’ ἕν γράμμα». «Κατά τη γνώμη μου πολλά˙ κυρίως αν του επιφέρουμε κάποιες μικρές αλλαγές. Μερικοί μάλιστα λένε ότι αυτό είναι σήμα (=τάφος) της ψυχής, η οποία είναι στην παρούσα ζωή θαμμένη μέσα σε αυτό˙ επίσης, επειδή η ψυχή με το σώμα σημαίνει (φανερώνει) όσα σημαίνει, σωστά ονομάζεται σήμα. Νομίζω μάλιστα ότι την ονομασία τούτη την έδωσαν οι Ορφικοί, επειδή η ψυχή που τιμωρείται για όσα παραπτώματα έκανε, το έχει για περίβολο όπου μέσα του σώζεται, κάτι σαν δεσμωτήριο˙  σύμφωνα λοιπόν μ’ αυτά, τούτο είναι το σώμα (σώσιμο) της ψυχής, όπως ακριβώς ονομάζεται, μέχρις ότου εκείνη να εκτίσει την ποινή της˙ έτσι δεν χρειάζεται ν’ αλλάξουμε ούτε ένα γράμμα στη λέξη» (μετ. φιλολογική ομάδα Κάκτου, Κάκτος, Αθήνα 1994, σελ. 113-115)

[iii]  Ν. Ματσούκα, Ιστορία…, σελ. 160.

[iv] Πλωτίνος, Εννεάδες, ΙΙ.9.15.28: «Μαρτυρεῖ δέ αὐτοῖς καί τόδε το μηδένα λόγον περί ἀρετῆς πεποιῆσθαι, ἐκλελοιπέναι δέ παντάπασι τόν περί τούτων λόγον, καί μήτε τί ἐστιν ε’πεῖν μήτε πόσα μήτε ὅσα τεθεώρηται πολλά καί καλά τοῖς τῶν παλαιῶν λόγοις, μήτε ἐξ ὧν περιέσται καί κτήσεται, μήτε ὡς θεραπεύεται ψυχή μήτε ὡς καθαίρεται», ΙΙ.9.15.18: «Ὥστε αυτοῖς καταλείπεσθαι την ἡδονήν καί τό περί αὐτούς καί το οὐ κοινόν προς ἄλλους ἀνθρώπους καί τό τῆς χρείας μόνον, …».

«Για τούτα συνηγορεί και το ότι δεν διατύπωσαν καμιά θεωρία περί αρετής και το ότι παρέλειψαν την οποιαδήποτε διαπραγμάτευση σχετικά με αυτά, χωρίς να πουν ούτε τι είναι αρετή, ούτε πόσα μέρη έχει, χωρίς ν’ αναφερθούν στις πολλές και ωραίες αναπτύξεις του ζητήματος που υπάρχουν στις θεωρίες των φιλοσόφων του παρελθόντος, χωρίς να πουν ποια είναι η προελευσή της, πως την κερδίζει κανείς, χωρίς να μιλήσουν για την καλλιέργεια της ψυχής και για την κάθαρσή της», «Έτσι γι’ αυτούς απομένει η ηδονή, αυτό που έχει να κάνει με τους ίδιους τους εαυτούς τους, αυτό που δεν αφορά τους άλλους και αυτό που συνδέεται με τις ανάγκες τους…»

[v]  Π. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Πατερικό Ίδρυμα Πατριαρχικών Μελετών, Θεσσαλονίκη 1978, τ. Β’ σελ. 105.

[vi] Π. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, … σελ. 138.

Πηγή: http://www.impantokratoros.gr/gnostikismos-a.el.aspx

05/09/2011 Posted by | Γνωστικισμός | Σχολιάστε