ΣΗΜΕΡΟΝ

ἐὰν τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούσητε, μὴ σκληρύνητε τὰς καρδίας ὑμῶν

ΑΓ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΟΜΟΥ: ΣΥΓΚΡΙΣΙΣ ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΔΥΝΑΣΤΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΛΟΥΤΟΥ ΚΑΙ ΥΠΕΡΟΧΗΣ, ΠΡΟΣ ΜΟΝΑΧΟΝ ΣΥΖΩΝΤΑ ΤΗ ΑΛΗΘΕΣΤΑΤΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

Ὁρῶν ἐγὼ τοὺς πολλοὺς τῶν ἀνθρώπων τὰ δοκοῦντα εἶναι καλὰ μᾶλλον
ἀγαπῶντάς τε καὶ θαυμάζοντας, ἢ τὰ φύσει χρηστὰ καὶ ὡς ἀληθῶς ἀγαθὰ, ἀναγκαῖον
εἶναι νομίζω περὶ ἑκατέρων βραχεῖς ποιήσασθαι τοὺς λόγους, καὶ παραθεῖναι νῦν
ἀλλήλοις τά τε κατεῤῥᾳθυμημένα παρὰ πολλοῖς, τά τε πολλῆς τυγχάνοντα σπουδῆς,
ἵνα μαθόντες τὸ διάφορον ἑκατέρων, τὰ μὲν ὡς ἄξια σπουδῆς καὶ σωτηρίας περὶ
πολλοῦ ποιησώμεθα, τῶν δὲ καταφρονεῖν παιδευθῶμεν ὡς οὐδενὸς ἀξίων. Οὐκοῦν
ἀγαπᾶται μὲν πλοῦτος καὶ δυναστεία καὶ ἀρχὴ καὶ δόξα, καὶ μακαρίζουσιν οἱ πολλοὶ
τοὺς τῶν ἐθνῶν ἄρχοντας, φερομένους ἐπὶ λαμπρῶν ὀχημάτων, καὶ κηρύκων βοῆς
ἀπολαύοντας καὶ δορυφορίας πολλῆς, καταπεφρόνηται δὲ τῶν φιλοσοφούντων ὁ
βίος, καὶ τῶν τὴν μονήρη δίαιταν ᾑρημένων· κἀκεῖνοι μὲν φανέντες, πρὸς ἑαυτοὺς
ἐπιστρέφουσι τὸν δῆμον, οὗτοι δὲ φανέντες οὐδενὸς ὀφθαλμοὺς, ἢ κομιδῇ γε
ὀλίγων, πρὸς ἑαυτοὺς ἕλκουσι.

Για εμφάνιση σε πλήρη οθόνη, κάντε κλικ εδώ +

 

View this document on Scribd

Αν δεν έχετε λογαριασμό στο Scribd και θέλετε να το κατεβάσετε κάντε κλικ εδώ: +

21/04/2012 Posted by | Κείμενα στη πρωτότυπη μορφή τους., Περί Μοναχισμού | , , , , , , , , | Σχολιάστε

6/11 Αγιολόγιον.

Ὁ Ἅγιος Παῦλος ὁ Ὁμολογητὴς καὶ Ἱερομάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως

Γεννήθηκε στὴ Θεσσαλονίκη, στὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου αἰῶνα μ.Χ. Ἔγινε διάκονος στὴν Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ γραμματέας τοῦ Πατριάρχη Ἀλεξάνδρου. Ὅταν πέθανε ὁ Ἀλέξανδρος, Πατριάχης ἐξελέγη -τὸ 340- ὁ Παῦλος. Ἡ χειροτονία του ἔγινε ἐν ἀγνοίᾳ τοῦ ἀρειανόφιλου αὐτοκράτορα Κωνσταντίου, ποὺ ἔλειπε τότε στὴν Ἀντιόχεια. Ὅταν ὁ Κωνστάντιος ἐπέστρεψε στὴν Πόλη, ἐξεδίωξε ἀπὸ τὸ θρόνο τὸν Παῦλο καὶ ἀντ᾿ αὐτοῦ τοποθέτησε τὸν ἀρειανιστὴ Εὐσέβειο Νικομήδειας. Τότε ὁ Παῦλος πῆγε στὴ Ῥώμη, ὅπου ἦταν ἐξόριστος ὁ Μέγας Ἀθανάσιος. Ἔπειτα, μὲ τὴν ἐπέμβαση τοῦ πάπα Ῥώμης Ἰουλίου, οἱ ἐξόριστοι ἀνέκτησαν τοὺς θρόνους τους. Ἀλλὰ καὶ πάλι, μὲ ἐνέργειες τῶν Ἀρειανῶν, ὁ Παῦλος ἐκδιώκεται ἀπὸ τὸ θρόνο. Κατόπιν καὶ πάλι, μὲ ἀπειλὲς τοῦ Κώνσταντα στὸν ἀδελφό του Κωνστάντιο, ὁ Παῦλος ἐπανέρχεται στὸ θρόνο του, καὶ γιὰ τρία χρόνια ἀδιάλειπτα ἐργάζεται γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία. Ὅμως, μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Κώνσταντα, ὁ Κωνστάντιος ἐξόρισε καὶ πάλι τὸν Παῦλο στὴν Κουκουσὸ τῆς Ἀρμενίας, ὅπου μὲ πανουργία οἱ Ἀρειανοὶ τὸν ἔπνιξαν μὲ τὸ ἴδιο του τὸ ὠμοφόριο. Ἔτσι, ὁ μέγας αὐτὸς Ὁμολογητής, μέσα σὲ ταλαιπωρίες καὶ βάσανα, παρέδωσε τὴν ψυχή του στὸ Χριστό, χωρὶς νὰ καμφθεῖ. Καὶ τήρησε ἀπόλυτα τὴν ἐντολὴ τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ποὺ λέει, «κρατῶμεν τῆς ὁμολογίας», ἂς κρατᾶμε, δηλαδή, καλὰ τὴν ὁμολογία τῆς πίστης μας πρὸς τὸ Χριστό.


Τῇ αὑτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τῆς μετὰ φιλανθρωπίας κατενεχθείσης κόνεως ἐπὶ Λέοντος τοῦ Μεγάλου

Λεπτομέρειες βλέπε στὸν «Μέγα Συναξαριστή» τοῦ Ματθαίου Λαγγῆ τόμος ΙΑ´, σελίδα 171, ἔκδοση 1993.


Ὁ Ὅσιος Λουκᾶς

Ξένος πρὸς τὶς μάταιες κλήσεις καὶ ἐπιθυμίες, καταγινόταν ἥσυχα μὲ τὴν ἐργασία του καὶ τὸν ὑπόλοιπο καιρὸ χρησιμοποιοῦσε γιὰ λογικὴ ἀνάπαυση, μελέτη καὶ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον του. Ὁ Ὅσιος Λουκᾶς ἦταν ἀπὸ τὸ Ταυρομένιο τῆς Σικελίας καὶ ἀπὸ μικρὸ παιδὶ διακρινόταν γιὰ τὴν ζωντανὴ εὐσέβειά του. Ἀπὸ τὸν ἱδρώτα του ἔδινε στοὺς φτωχοὺς καὶ πολλὲς φορὲς ἀγρύπνησε κοντὰ στὰ κρεβάτια δυστυχισμένων, ποὺ χωρὶς οἰκογένεια περνοῦσαν τὴν ἀσθένεια μέσα στὴ θλίψη καὶ τὴν μόνωση. Οἱ γονεῖς του θέλησαν νὰ τὸν παντρέψουν, ἀλλ᾿ ὁ Λουκᾶς δὲν δέχτηκε. Δὲν περιφρονῶ, ἔλεγε τὸν γάμο, ἀφοῦ τόσο τὸν τίμησε ὁ Κύριός μας καὶ ἡ Ἐκκλησία. Ἀλλ᾿ εἶναι τάχα ἀνάγκη νὰ παντρευτοῦμε ὅλοι; Ὑπάρχουν τόσες διακονίες πρὸς τὸν πλησίον, ποὺ μπορεῖ νὰ ἐκτελεῖ ὁ ἄγαμος μὲ περισσότερη εὐκολία. Ἐπίσης εἶναι ὑποχρεωτικὸ νὰ ἀποκτήσει κανεὶς παιδιά; Καὶ μήπως τάχα δὲν εἶναι ἱερὸ καὶ ὡραῖο νὰ δώσει κανεὶς ψωμὶ καὶ νὰ φέρει κάποια ἀκτίνα παρηγοριᾶς στὶς καρδιὲς ἀπόρων ὀρφανῶν; Ἀργότερα ὁ Λουκᾶς ἔγινε μοναχὸς καὶ ἀσκήτευε σὲ κάποια τοποθεσία τῆς Αἴτνας. Στὴ συνέχεια ταξίδεψε στὸ Βυζάντιο, ὅπου ὑπῆρχαν τόσοι θησαυροὶ τῆς Ἐκκλησίας. Τελικὰ τὸν τράβηξε ἡ Κόρινθος, ὅπου δίδασκε καὶ οἰκοδομοῦσε μὲ τὶς εὐσεβεῖς ὁμιλίες του καὶ τὶς πατρικὲς συμβουλές του. Ἐκεῖ ἐπίσης τὸν βρῆκε καὶ ὁ εἰρηνικὸς θάνατος τοῦ δικαίου.


Ὁ Ὅσιος Νίκανδρος

Μαρτύρησε, ἀφοῦ θανατώθηκε μὲ μαχαῖρι.


Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ διὰ Χριστὸν σαλὸς (τρελός)

Δὲν γνωρίζουμε πὼς ἀπεβίωσε. Ξέρουμε μόνο ὅτι ἦταν ἀπὸ τὴν Κόρινθο καὶ ὅτι ἔγινε σημειοφόρος.


Ὁ Ὅσιος Ἀγάπιος ὁ πρεσβύτερος

Κατὰ κόσμον Ἀσημάκης Λεονάρδος, γνωστὸς ὡς Ἀγάπιος ὁ πρεσβύτερος. Διαπρεπὴς λόγιος καὶ ἐκκλησιαστικὸς συγγραφέας (Δημητσάνα, 1740-Ἄργος, 1812). Ὁ νεαρὸς Ἀσημάκης ἔμαθε τὰ πρῶτα του γράμματα στὴν ἰδιαίτερη πατρίδα του – πιθανῶς στὴ σχολὴ Φιλοσόφου, ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὴ Δημητσάνα – καὶ ἀργότερα στὴν Τρίπολη, ὅπου ἄκουσε τὰ μαθήματα τοῦ ἱεροδιδάσκαλου Παρθενίου. Τὸ 1759, σὲ ἡλικία 19 ἐτῶν, ἀναχώρησε γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολη μὲ ἀντικειμενικὸ σκοπὸ τοῦ ταξιδιοῦ του τὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου δίδασκε τότε ὁ Εὐγένιος Βούλγαρης. Τελικὰ ὅμως κατέληξε στὴ Σμύρνη, ὅπου σπούδασε στὴν τότε Εὐαγγελικὴ Σχολὴ τῆς ἰωνικῆς μεγαλουπόλεως. Ἔκαρη μοναχὸς καὶ πῆρε τὸ ἱερατικὸ ὄνομα Ἀγάπιος. Ἵδρυσε τὸ 1764 μαζὶ μὲ τὸν συμπατριώτη του λόγιο ἱερομόναχο Γεράσιμο Γοῦνα, τὴν σχολὴ τῆς Δημητσάνας, ποὺ κατὰ τὴν πρώτη περίοδο τῆς λειτούργησε ὡς τὸ 1770. Τὸ ἔτος αὐτὸ ξέσπασαν στὴν Πελοπόννησο μεγάλοι διωγμοὶ καὶ ἄγρια τρομοκρατία ὡς ἀντίποινα γιὰ τὴν συμμετοχὴ τῶν ἑλληνικῶν πληθυσμῶν στὸ κίνημα τοῦ Ὀρλόφ. Στίφη Ἀλβανῶν διέτρεχαν τὸν Μοριά, λεηλατῶντας καὶ ἐρημώνοντας τὴν χώρα. Ἀνάμεσα στὶς πόλεις ποὺ καταστράφηκαν τότε ἦταν καὶ ἡ Δημητσάνα. Ἡ σχολή της ἔκλεισε καὶ ὁ Ἀγάπιος κατέφυγε στὴ Ζάκυνθο, ἐνῷ ὁ Γεράσιμος στὴ Σμύρνη. Ἀπὸ τὴν Ζάκυνθο ὁ Ἀγάπιος πέρασε στὴν Πάργα, ὅπου καὶ δίδαξε. Τὸ 1780, ὅταν στὴν Πελοπόννησο ἀποκαταστάθηκε σχετικὴ ἠρεμία, ἐπέστρεψε στὴ Δημητσάνα καὶ ἀνέλαβε πάλι τὰ διδακτικά του καθήκοντα στὴν ἀνασυσταθεῖσα σχολή της. Τὸν ἑπόμενο χρόνο τὸν κάλεσαν νὰ ἀναλάβει τὴν διεύθυνση τῆς Εὐαγγελικῆς Σχολῆς. Ἀλλὰ καὶ στὴν θέση αὐτὴ δὲν παρέμεινε γιὰ μεγάλο χρονικὸ διάστημα. Μεταξὺ 1783-1786 ἐπισκέφθηκε τοὺς Ἁγίους τόπους καὶ ἀπὸ τότε πῆρε καὶ τὴν προσωνυμία Χατζη-Ἀγάπιος. Ἔκτοτε τὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο ἔγινε ὁ κύριος σκοπὸς τῆς ζωῆς του. Ἐπισκέφθηκε κατὰ καιροὺς τὴν Θεσσαλία, Μακεδονία, Θρᾴκη, τὸ Ἅγιον Ὄρος, τὴν Μ. Ἀσία, Παλαιστίνη, Ἀραβία, Αἴγυπτο, Ἤπειρο, Πελοπόννησο καὶ νησιά. Τὸ 1812 ἐπέστρεψε στὴ σχολὴ τῆς γενέτειράς του, ἔπειτα ἀποσύρθηκε στὸ Ἄργος, ὅπου καὶ πέθανε.


Ὁ Ἅγιος Δημητριανός ἐπίσκοπος Κηθηρίας Κύπρου

Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές, γνωστὸς ὅμως στὴν ἐκκλησία τῆς Κύπρου σὰν ἐπίσκοπος Κηθηρίας (ἢ Κυθραίων ἢ Χυτρῶν). Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Θεοφίλου τοῦ εἰκονομάχου (829-843) καὶ γεννήθηκε στὸ χωριὸ Συκὰ τῆς Κυθρίας. Ἔγινε μοναχὸς καὶ ἔπειτα πρεσβύτερος ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Χυτρῶν Εὐστάθιο, ποὺ τὸν διαδέχτηκε στὸ θρόνο. Ὁ Δημητριανὸς συμμετεῖχε τῆς αἰχμαλωσίας τοῦ ποιμνίου του ἀπὸ τοὺς Αἰγυπτίους καὶ κατόπιν ἐπέστρεψε μ᾿ αὐτὸ στὴν Κύπρο, ὅπου ὁσιακὰ ἀφοῦ ἔζησε, πέθανε σὲ βαθιὰ γεράματα.


Οἱ Ὅσιοι Βαρλαάμ «ὁ ἐν Χουτινῇ» καὶ Λουκᾶς «ὁ ἐν Σπηλαίῳ» (Ρῶσοι)


Ὁ Ἅγιος Iltud (Οὐαλλός)

Λεπτομέρειες γιὰ τὴ ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

05/11/2011 Posted by | Περί αγίων, Συναξάρι | , , , , | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο 6/11 Αγιολόγιον.

Σωστή μόρφωση – πρόοδος στη τέχνη – αντιμετώπιση στον έλεγχο. Κλίμαξ

Κλίμαξ

ΛΟΓΟΣ Δʹ

Περὶ τῆς μακαρίας, καὶ ἀειμνήστου ὑπακοῆς.

Κείμενο και μετάφραση.

117. Ἑώρακα ἄκαιρα καὶ κάλλιστα νήπια ἐν σχολῇ διὰ σοφίαν, καὶ παιδείαν, καὶ ὠφέλειαν παραγενόμενα· καὶ μηδὲν ἐκεῖσε εἰ μὴ δεινότητα καὶ κακίαν παιδευθέντα ἐκ τῆς τῶν λοιπῶν συνδιατριβῆς. Ὁ νοῦν ἔχων, νοήσει.

117. Εἶδα μικρὰ παιδιὰ ἀθῴα καὶ ἐκλεκτὰ ποὺ ἐπῆγαν στὸ σχολεῖο γιὰ σοφία καὶ μόρφωσι καὶ ὠφέλεια, καὶ δυστυχῶς σὲ τίποτε δὲν ἐπρόκοψαν, παρὰ μόνο στὴν σκληρότητα καὶ πονηρία καὶ κακία ἐξ αἰτίας τῆς συναναστροφῆς μὲ τοὺς ἄλλους μαθητάς! Ὅποιος ἔχει νοῦ, ἂς ἐννοήση τί θέλω νὰ εἰπῶ.

 

118. Ἀδύνατον τοὺς τέχνην μανθάνοντας ὁλοψύχως μὴ καθ’ ἡμέραν προκόπτειν ἐν αὐτῇ· ἀλλ’ οἱ μὲν τὴν προκοπὴν ἐπιγινώσκουσιν· οἱ δὲ οἰκονομικῶς ἀγνοοῦσιν.

118. Εἶναι ἀδύνατον αὐτοὶ ποὺ ἐπιδίδονται ὁλόψυχα στὴν ἐκμάθησι μιᾶς τέχνης, νὰ μὴ προοδεύουν ἡμέρα μὲ τὴν ἡμέρα. Ἄλλοι ἀντιλαμβάνονται τὴν πρόοδό τους. Σὲ ἄλλους ὅμως πρὸς ὠφέλειάν τους δὲν ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς νὰ τὴν γνωρίζουν.

 

119. Ἄριστος τραπεζίτης καθ’ ἑσπέραν τὸ τῆς ἡμέρας κέρδος ἢ ζημίαν πάντως ψηφίζει· οὐ δύναται δὲ σαφῶς γνῶναι, εἰ μὴ καθ’ ὥραν ἐν τῷ πινακιδίῳ σημειοῦται.

116. Ὁ καλὸς ἔμπορος μετρᾶ κάθε βράδυ τὸ κέρδος ἢ τὴν ζημία τῆς ἡμέρας. Καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει ἀκριβὴ γνῶσι τοῦ πράγματος, ἐὰν δὲν κρατᾶ κάθε τόσο σημειώσεις. Ἡ ἐξέτασις τῆς κάθε ὥρας παρουσιάζει ἕτοιμο τὸν λογαριασμὸ τῆς ἡμέρας.

 

120. Τὰ γὰρ καθ’ ὥραν λογοθέσια τὸ καθημερινὸν φωτίζουσι· ὅταν ὀνειδιζόμενος, ἢ κατακρινόμενος ὁ ἄφρων δάκνηται, καὶ ἀντιλέγειν δοκιμάζει, ἢ συντόμως τῷ ἐπιπλήττοντι μετάνοιαν δέδωκεν, οὐ ταπεινώσεως χάριν, ἀλλὰ τοὺς ὀνειδισμοὺς παῦσαι βουλόμενος· τυπτόμενος σιώπα, καὶ καταδέχου ψυχῆς καυστῆρας, μᾶλλον δὲ ἁγνείας φωστῆρας. Παυσαμένου τοῦ ἰατροῦ, τότε τούτῳ μετανόει· ἐν τῷ θυμῷ γὰρ ἴσως οὐδὲ τὴν μετάνοιαν δέχεται.

120. Ὁ ἀνόητος μοναχὸς δαγκώνεται, ὅταν τὸν περιφρονοῦν ἢ τὸν ἐπιπλήττουν, καὶ προσπαθεῖ νὰ φέρη ἀντίρρησι καὶ νὰ δικαιολογηθῆ ἢ ἀντίθετα βάζει γρήγορα μετάνοια σ᾿ αὐτὸν ποὺ τὸν ἐπιπλήττει, ὄχι ἀπὸ ταπείνωσι, ἀλλὰ διότι θέλει νὰ σταματήσουν οἱ ὀνειδισμοί. Γι᾿ αὐτό, ὅταν σὲ περιγελοῦν νὰ σιωπᾶς καὶ νὰ δέχεσαι μὲ εὐχαρίστησι τοὺς καυστῆρες αὐτοὺς ποὺ προξενοῦν στὴν ψυχὴ ὁλόλαμπρη ἁγνότητα. Δεῖξε τὴν μετάνοιά σου στὸν ἰατρό, ὅταν σταματήση νὰ σὲ ἐλέγχη, διότι κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ θυμοῦ του ἴσως νὰ μὴ δέχεται τὴν μετάνοιά σου.

Πηγή (επεξεργασμένου) αχραίου κειμένου: http://remacle.org/bloodwolf/eglise/climaque/table.htm

Η μετάφραση είναι της Ι.Μ. Παρακλήτου

Το κείμενο χωρίς μετάφραση:

117. Ἑώρακα ἄκαιρα καὶ κάλλιστα νήπια ἐν σχολῇ διὰ σοφίαν, καὶ παιδείαν, καὶ ὠφέλειαν παραγενόμενα· καὶ μηδὲν ἐκεῖσε εἰ μὴ δεινότητα καὶ κακίαν παιδευθέντα ἐκ τῆς τῶν λοιπῶν συνδιατριβῆς. Ὁ νοῦν ἔχων, νοήσει.

118. Ἀδύνατον τοὺς τέχνην μανθάνοντας ὁλοψύχως μὴ καθ’ ἡμέραν προκόπτειν ἐν αὐτῇ· ἀλλ’ οἱ μὲν τὴν προκοπὴν ἐπιγινώσκουσιν· οἱ δὲ οἰκονομικῶς ἀγνοοῦσιν.

119. Ἄριστος τραπεζίτης καθ’ ἑσπέραν τὸ τῆς ἡμέρας κέρδος ἢ ζημίαν πάντως ψηφίζει· οὐ δύναται δὲ σαφῶς γνῶναι, εἰ μὴ καθ’ ὥραν ἐν τῷ πινακιδίῳ σημειοῦται.

120. Τὰ γὰρ καθ’ ὥραν λογοθέσια τὸ καθημερινὸν φωτίζουσι· ὅταν ὀνειδιζόμενος, ἢ κατακρινόμενος ὁ ἄφρων δάκνηται, καὶ ἀντιλέγειν δοκιμάζει, ἢ συντόμως τῷ ἐπιπλήττοντι μετάνοιαν δέδωκεν, οὐ ταπεινώσεως χάριν, ἀλλὰ τοὺς ὀνειδισμοὺς παῦσαι βουλόμενος· τυπτόμενος σιώπα, καὶ καταδέχου ψυχῆς καυστῆρας, μᾶλλον δὲ ἁγνείας φωστῆρας. Παυσαμένου τοῦ ἰατροῦ, τότε τούτῳ μετανόει· ἐν τῷ θυμῷ γὰρ ἴσως οὐδὲ τὴν μετάνοιαν δέχεται.

02/11/2011 Posted by | σε τεμάχια ημερήσιας ανάγνωσης | , , , , , , , | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Σωστή μόρφωση – πρόοδος στη τέχνη – αντιμετώπιση στον έλεγχο. Κλίμαξ

Οι αγωνιστές έχουν μεγαλύτερο πόλεμο (Κλίμαξ).

Κλίμαξ

ΛΟΓΟΣ Δʹ

Περὶ τῆς μακαρίας, καὶ ἀειμνήστου ὑπακοῆς.

Κείμενο και μετάφραση.

116. Ἀγωνισώμεθα δυνάμει πάσῃ πάντες οἱ τὸν Κύριον φοβηθῆναι βουλόμενοι, ἵνα μὴ ἐν τῷ τῆς ἀρετῆς γυμνασίῳ, ἐκεῖσε πονηρίαν ἑαυτοῖς μᾶλλον καὶ κακίαν, δεινότητά τε καὶ πανουργίαν, κακεντρέχειαν, καὶ ὀργὴν ἐπικτησώμεθα. Γίνεται γὰρ, καὶ οὐ θαῦμα. Ἕως μὲν γὰρ ἰδιώτης ἐστὶν, ἢ ναυτικὸς, ἢ γηπόνος ἄνθρωπος, οὐ τοσοῦτον κατ’ αὐτοῦ οἱ τοῦ βασιλέως ἐχθροὶ ὁπλίζονται. Ἐπὰν δὲ αὐτὸν τὴν σφραγῖδα λαβόντα καὶ τὴν ἀσπίδα, καὶ τὴν μάχαιραν καὶ τὴν ῥομφαίαν, καὶ τὸ τόξον, καὶ τοῦ στρατιώτου τὸ ἔνδυμα ἠμφιεσμένον θεάσωνται, τότε καὶ αὐτοὶ τοὺς ὀδόντας κατ’αὐτοῦ βρύχουσι, καὶ πάντως ἀνελεῖν αὐτὸν δοκιμάζουσι. Διόπερ μὴ ὑπνώσωμεν.

116. Ὅλοι ὅσοι ποθοῦμε τὸν φόβο τοῦ Κυρίου, ἂς ἀγωνισθοῦμε μὲ ὅλη μας τὴν δύναμι (ἐναντίον τῶν παθῶν μας), γιὰ νὰ μὴν ἀποκτήσωμε μέσα στὸ γυμναστήριο τῆς ἀρετῆς πονηρία καὶ κακία καὶ σκληρότητα καὶ πανουργία καὶ κακεντρέχεια καὶ ὀργή. Συμβαίνει αὐτό! Δὲν εἶναι κάτι τὸ παράδοξο! Διότι ὅσο εἶναι ὁ ἄνθρωπος ἁπλοῦς πολίτης ἢ ἁπλοῦς ναύτης ἢ γεωργός, δὲν τὸν πολεμοῦν καὶ τόσο οἱ ἐχθροὶ τοῦ βασιλέως. Μόλις ἰδοῦν ὅμως ὅτι ἔλαβε τὸ χρίσμα καὶ τὴν ἀσπίδα καὶ τὴν μάχαιρα καὶ τὸ ξίφος καὶ τὸ τόξο, καὶ φόρεσε τὴν στρατιωτικὴ στολή, τότε τρίζουν τὰ δόντια τους ἐναντίον του καὶ μὲ κάθε τρόπο προσπαθοῦν νὰ τὸν φονεύσουν. Γι᾿ αὐτὸ ἂς μὴ κοιμηθοῦμε.

Πηγή (επεξεργασμένου) αχραίου κειμένου: http://remacle.org/bloodwolf/eglise/climaque/table.htm

Η μετάφραση είναι της Ι.Μ. Παρακλήτου

Το κείμενο χωρίς μετάφραση:

116. Ἀγωνισώμεθα δυνάμει πάσῃ πάντες οἱ τὸν Κύριον φοβηθῆναι βουλόμενοι, ἵνα μὴ ἐν τῷ τῆς ἀρετῆς γυμνασίῳ, ἐκεῖσε πονηρίαν ἑαυτοῖς μᾶλλον καὶ κακίαν, δεινότητά τε καὶ πανουργίαν, κακεντρέχειαν, καὶ ὀργὴν ἐπικτησώμεθα. Γίνεται γὰρ, καὶ οὐ θαῦμα. Ἕως μὲν γὰρ ἰδιώτης ἐστὶν, ἢ ναυτικὸς, ἢ γηπόνος ἄνθρωπος, οὐ τοσοῦτον κατ’ αὐτοῦ οἱ τοῦ βασιλέως ἐχθροὶ ὁπλίζονται. Ἐπὰν δὲ αὐτὸν τὴν σφραγῖδα λαβόντα καὶ τὴν ἀσπίδα, καὶ τὴν μάχαιραν καὶ τὴν ῥομφαίαν, καὶ τὸ τόξον, καὶ τοῦ στρατιώτου τὸ ἔνδυμα ἠμφιεσμένον θεάσωνται, τότε καὶ αὐτοὶ τοὺς ὀδόντας κατ’αὐτοῦ βρύχουσι, καὶ πάντως ἀνελεῖν αὐτὸν δοκιμάζουσι. Διόπερ μὴ ὑπνώσωμεν.

21/10/2011 Posted by | σε τεμάχια ημερήσιας ανάγνωσης | , , , , | Σχολιάστε

Βίος αγ. Ανδρονίκου και Αθανασίας. π. Θεοδώρου Ζήση (2011).

19/10/2011 Posted by | πατέρας Θεόδωρος Ζήσης., πατήρ Θεόδωρος Ζήσης, Συναξάρι | , , , , , , | Σχολιάστε

Συμβουλές αγίου σε νέους (Κλίμαξ).

Κλίμαξ

ΛΟΓΟΣ Δʹ

Περὶ τῆς μακαρίας, καὶ ἀειμνήστου ὑπακοῆς.

Κείμενο και μετάφραση.

115. Οἷος δὲ καὶ γέγονε διακριτικὸς ὁ ὅσιος ἐκ τῆς ἄκρας αὐτοῦ ὑπακοῆς, ἀκούσωμεν. Καθεζομένῳ τούτῳ ἐν τῇ μονῇ τοῦ ἁγίου Σάββα προσῆλθον τρεῖς νεώτεροι μοναχοὶ μαθητεῦσαι αὐτῷ βουλόμενοι· οὓς ὑποδεξάμενος παραυτίκα ἐφιλοξένησεν, ἀσμένως τῶν τῆς ὁδοιπορίας κόπω ἀναψύξαι βουλόμενος. Μετὰ τρίτην οὖν ἡμέραν λέγει αὐτοῖς ὁ γέρων· Φύσει, ἀδελφοὶ, ἄνθρωπος πόρνος εἰμὶ, καὶ οὐ δύναμαι δέξασθαί τινας ἐξ ὑμῶν.

115. Ἂς ἀκούσωμε τώρα καὶ πόσο διακριτικὸς ἔγινε ὁ Ὅσιος ἀπὸ τὴν τελεία ὑπακοή του: Ὅταν ἔμενε στὴν Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα, προσῆλθον τρεῖς νεαροὶ μοναχοί, ποὺ ἤθελαν νὰ γίνουν ὑποτακτικοί του. Ἀμέσως τοὺς δέχθηκε μὲ χαρὰ καὶ τοὺς προσέφερε φιλοξενία, γιὰ νὰ τοὺς ἀναπαύση ἀπὸ τὸν κόπο τῆς ὁδοιπορίας. Ἀφοῦ πέρασαν τρεῖς ἡμέρες, τοὺς λέγει ὁ Γέροντας: «Ἐγώ, ἀδελφοί μου, εἶμαι ἐκ φύσεως ἄνθρωπος πόρνος καὶ δὲν μπορῶ νὰ δεχθῶ κανένα ἀπὸ σάς»!

+. Ἐκεῖνοι δὲ οὐκ ἐσκανδαλίσθησαν· ἐγίνωσκον γὰρ τὴν ἐργασίαν τοῦ γέροντος. Ὡς οὖν πολλὰ παρακαλέσαντες αὐτὸν, πεῖσαι ὅλως οὐκ ἴσχυσαν, τότε ῥίπτουσιν ἑαυτοὺς εἰς τοὺς πόδας αὐτοῦ· δυσωποῦντες κἂν κανονισθῆναι παρ’ αὐτοῦ, ὅπως τε καὶ ὅπου καθίσαι ὀφείλουσιν. Εἴξας οὖν ὁ γέρων, καὶ γνοὺς ὅτι μετὰ ταπεινώσεως καὶ ὑπακοῆς δέχονται, λέγει τῷ ἑνί· Βούλεταί σε ὁ Κύριος, τέκνον, ἐν ἡσυχαστικῷ τόπῳ μετὰ πατρὸς ἐν ὑποταγῇ καθεσθῆναι.

_.Ἐκεῖνοι ὅμως δὲν ἐσκανδαλίσθηκαν, διότι ἐγνώριζαν πόσο καλλιεργοῦσε ὁ Γέροντας τὴν ἀρετή. Ἐπειδὴ λοιπόν, ἂν καὶ πολὺ τὸν παρεκάλεσαν, δὲν κατώρθωσαν διόλου νὰ τὸν πείσουν, πέφτουν στὰ πόδια του καὶ τὸν ἱκετεύουν, νὰ τοὺς ὁρίση ἔστω, πῶς καὶ ποῦ πρέπει νὰ μονάσουν.

Ὑπεχώρησε τότε ὁ Γέροντας ἐπειδὴ κατάλαβε, πὼς ὅ,τι θὰ τοὺς εἰπῆ θὰ τὸ δεχθοῦν μὲ ταπείνωσι καὶ ὑπακοή, καὶ λέγει στὸν πρῶτο:

«Ἐσένα τέκνο μου, ὁ Κύριος σε θέλει νὰ μονάσης σὲ τόπο ἡσυχαστικό, μὲ ὑποταγὴ σὲ πνευματικὸ πατέρα».

+. Λέγει καὶ τῷ δευτέρῳ· Ἀπελθὼν πώλησόν σου τὰ θελήματα, καὶ δὸς Θεῷ· καὶ ἆρον τὸν σταυρόν σου, καὶ καρτέρει ἐν συνοδίᾳ καὶ κοινοβίῳ ἀδελφῶν· καὶ πάντως ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανοῖς. Εἶτα καὶ τῷ τρίτῳ λέγει· Ἀναλαβοῦ σὺν τῇ πνοῇ σου ἀχωρίστως τὸν λόγον τὸν φάσκοντα· Ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται. Καὶ ἄπελθε, εἰ δυνατὸν, μὴ ἐάσῃς ἐν ἀνθρώπων φύσει ἐπιπληκτικώτερον, ἢ ἀποτομώτερον τοῦ σοῦ ἐν Κυρίῳ γυμναστοῦ, καὶ καρτερήσας καθ’ ἡμέραν πίνε ὡσεὶ μέλι καὶ γάλα μυκτηρισμὸν καὶ χλευασμόν.

Ἔπειτα λέγει στὸν δεύτερο:

«Πήγαινε, πούλησε τὰ θελήματά σου καὶ παράδωσέ τα στὸν Θεόν. Σήκωσε στοὺς ὤμους τὸν σταυρό σου, ζῆσε μὲ ὑπομονὴ σὲ κοινοβιακὴ ἀδελφότητα, καὶ ὁπωσδήποτε θὰ βρῆς θησαυρὸ στοὺς οὐρανούς».

Τέλος λέγει καὶ στὸν τρίτο:

«Ἂς ἔχης συνεχῶς ἀχώριστο μαζὶ μὲ τὴν ἀναπνοή σου τὸ ρητὸ ποὺ λέγει: «Ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος οὗτος σωθήσεται» (Ματθ. ι´ 22). Καὶ πήγαινε νὰ βρῆς γιὰ Γέροντά σου, εἰ δυνατόν, τὸν πιὸ ἐλεγκτικὸ καὶ ἀπότομο ἄνθρωπο. Κάνε σ᾿ αὐτὸν ὑπομονὴ καὶ πίνε καθημερινὰ τὶς περιφρονήσεις καὶ τὶς ὕβρεις σὰν μέλι καὶ γάλα».

+.Ὁ δὲ ἀδελφός φησι πρὸς τὸν μέγαν Ἰωάννην· Κἂν ἐν ἀμελείᾳ, Πάτερ, ὁ τοιοῦτος παρέχεται τί; Ὁ δὲ γέρων· Κἂν πορνεύοντα αὐτὸν θεάσῃ, μὴ ἀποστῇς· ἀλλὰ λέγε καθ’ ἑαυτόν· Ἑταῖρε, ἐφ’ ᾧ πάρει; Τότε ὄψει ἐκ σοῦ ἀφανιζομένην φυσίωσιν καὶ μαραινομένην πύρωσιν.

_. Τότε ὁ ἀδελφὸς ἐρώτησε τὸν μέγα Ἰωάννη: «Ἐὰν ὅμως, πάτερ, ζῆ μὲ ἀμέλεια; Τί νὰ κάνω σ᾿ αὐτὴν τὴν περίπτωση»; Καὶ ὁ Γέροντας τοῦ ἀπήντησε: «Καὶ ἐὰν ἀκόμη τὸν ἰδῆς νὰ πορνεύη, καὶ τότε μὴ φύγης, ἀλλὰ λέγε μέσα σου: «Ἑταῖρε, ἐφ᾿ ᾧ πάρει»; (Ματθ. κς´ 50) -δηλαδή, «φίλε μου, γιατί ἦλθες ἐδῶ; γιὰ νὰ ἐξετάζης τὶς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων»; Κάνοντας ἔτσι θὰ ἰδῆς νὰ σβύνη μέσα σου ἡ ὑπερηφάνεια καὶ νὰ μαραίνεται ἡ σαρκικὴ πύρωσις.

Πηγή (επεξεργασμένου) αχραίου κειμένου: http://remacle.org/bloodwolf/eglise/climaque/table.htm

Η μετάφραση είναι της Ι.Μ. Παρακλήτου

Το κείμενο χωρίς μετάφραση:

115. Οἷος δὲ καὶ γέγονε διακριτικὸς ὁ ὅσιος ἐκ τῆς ἄκρας αὐτοῦ ὑπακοῆς, ἀκούσωμεν. Καθεζομένῳ τούτῳ ἐν τῇ μονῇ τοῦ ἁγίου Σάββα προσῆλθον τρεῖς νεώτεροι μοναχοὶ μαθητεῦσαι αὐτῷ βουλόμενοι· οὓς ὑποδεξάμενος παραυτίκα ἐφιλοξένησεν, ἀσμένως τῶν τῆς ὁδοιπορίας κόπω ἀναψύξαι βουλόμενος. Μετὰ τρίτην οὖν ἡμέραν λέγει αὐτοῖς ὁ γέρων· Φύσει, ἀδελφοὶ, ἄνθρωπος πόρνος εἰμὶ, καὶ οὐ δύναμαι δέξασθαί τινας ἐξ ὑμῶν.

Ἐκεῖνοι δὲ οὐκ ἐσκανδαλίσθησαν· ἐγίνωσκον γὰρ τὴν ἐργασίαν τοῦ γέροντος. Ὡς οὖν πολλὰ παρακαλέσαντες αὐτὸν, πεῖσαι ὅλως οὐκ ἴσχυσαν, τότε ῥίπτουσιν ἑαυτοὺς εἰς τοὺς πόδας αὐτοῦ· δυσωποῦντες κἂν κανονισθῆναι παρ’ αὐτοῦ, ὅπως τε καὶ ὅπου καθίσαι ὀφείλουσιν. Εἴξας οὖν ὁ γέρων, καὶ γνοὺς ὅτι μετὰ ταπεινώσεως καὶ ὑπακοῆς δέχονται, λέγει τῷ ἑνί· Βούλεταί σε ὁ Κύριος, τέκνον, ἐν ἡσυχαστικῷ τόπῳ μετὰ πατρὸς ἐν ὑποταγῇ καθεσθῆναι.

Λέγει καὶ τῷ δευτέρῳ· Ἀπελθὼν πώλησόν σου τὰ θελήματα, καὶ δὸς Θεῷ· καὶ ἆρον τὸν σταυρόν σου, καὶ καρτέρει ἐν συνοδίᾳ καὶ κοινοβίῳ ἀδελφῶν· καὶ πάντως ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανοῖς. Εἶτα καὶ τῷ τρίτῳ λέγει· Ἀναλαβοῦ σὺν τῇ πνοῇ σου ἀχωρίστως τὸν λόγον τὸν φάσκοντα· Ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται. Καὶ ἄπελθε, εἰ δυνατὸν, μὴ ἐάσῃς ἐν ἀνθρώπων φύσει ἐπιπληκτικώτερον, ἢ ἀποτομώτερον τοῦ σοῦ ἐν Κυρίῳ γυμναστοῦ, καὶ καρτερήσας καθ’ ἡμέραν πίνε ὡσεὶ μέλι καὶ γάλα μυκτηρισμὸν καὶ χλευασμόν.

Ὁ δὲ ἀδελφός φησι πρὸς τὸν μέγαν Ἰωάννην· Κἂν ἐν ἀμελείᾳ, Πάτερ, ὁ τοιοῦτος παρέχεται τί; Ὁ δὲ γέρων· Κἂν πορνεύοντα αὐτὸν θεάσῃ, μὴ ἀποστῇς· ἀλλὰ λέγε καθ’ ἑαυτόν· Ἑταῖρε, ἐφ’ ᾧ πάρει; Τότε ὄψει ἐκ σοῦ ἀφανιζομένην φυσίωσιν καὶ μαραινομένην πύρωσιν.

15/10/2011 Posted by | σε τεμάχια ημερήσιας ανάγνωσης | , , , , , , | 1 σχόλιο

Συναξάρι (15/10)

Λουκιανὸς, Βάρσος, Ἅγιος Εὐθύμιος, Διονύσιος Αρχιεπίσκοπος Σουζδαλίας, Λουκιανός ο ιερομάρτυρας Πρεσβύτερος των Σπηλαίων του Κιέβου

Ὁ Ἅγιος Λουκιανὸς ὁ Ἱερομάρτυρας Πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιοχείας 

Γεννήθηκε στὰ Σαμόσατα τῆς Συρίας ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, καὶ μὲ ἀνάλογο τρόπο ἀνατράφηκε.
Μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του, διαμοίρασε στοὺς φτωχοὺς τὴν πατρική του περιουσία καὶ ἀφοσιώθηκε στὴν μελέτη τῶν θείων Γραφῶν, διότι στὴν σκέψη του ἐπικρατοῦσαν τὰ λόγια του Ἀπ. Παύλου: «Πᾶσα γραφὴ θεόπνευστος καὶ ὠφέλιμος πρὸς διδασκαλίαν, πρὸς ἔλεγχον, πρὸς ἐπανόρθωσιν, πρὸς παιδείαν τὴν ἐν δικαιοσύνῃ». Δηλαδή, ὅλη ἡ Γραφὴ ἔχει ἐμπνευσθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό. Γι’ αὐτὸ εἶναι ὠφέλιμη γιὰ νὰ διδάσκει τὴν ἀλήθεια, νὰ ἐλέγχει τὶς πλάνες, νὰ διορθώνει αὐτοὺς ποὺ ἁμαρτάνουν καὶ νὰ παιδαγωγεῖ στὴν ἀρετή.
Κατόρθωσε, λοιπόν, καὶ ὁ Λουκιανὸς νὰ γίνει βαθὺς γνώστης τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στὴν Ἀντιόχεια. Ἐκεῖ δίδασκε μὲ θάρρος καὶ ἀκρίβεια τὸ θεῖο λόγο, ἐνθαρρύνοντας τοὺς χριστιανοὺς στὸ μαρτύριο.
Στὴν Ἀντιόχεια, μάλιστα, ἵδρυσε σχολή, ὅπου φοίτησαν ἀρκετοὶ μαθητές, καταρτιζόμενοι στὰ χριστιανικὰ δόγματα καὶ στὴν ἄσκηση τῆς ἀρετῆς.

Ὅταν ὁ Λουκιανὸς ἔμαθε ὅτι στὴ Νικομήδεια ὁ Διοκλητιανὸς καταδίωκε καὶ θανάτωνε τοὺς χριστιανούς, ἄφησε τὴν Ἀντιόχεια καὶ πῆγε στὴ Νικομήδεια γιὰ νὰ στηρίξει καὶ νὰ ἐνισχύσει τοὺς Χριστιανοὺς στὸ μαρτύριο.
Συνελήφθη, ὅμως, ἀπὸ τὸν Διοκλητιανὸ καὶ κλείστηκε στὴν φυλακή, ὅπου καὶ πέθανε ἀπὸ πείνα.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείῳ Πνεύματι, λελαμπρυσμένος, γνῶσιν ἔνθεον, ἐταμιεύσω, καὶ τῆς πίστεως τὸν λόγον ἐτράνωσας· ὅθεν Μαρτύρων ἀλείπτης γενόμενος, Λουκιανὲ ἐν ἀθλήσει ἠρίστευσας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς ἐρμηνεὺς τῶν ζωηφόρων ῥημάτων, καὶ ἱερεὺς τῶν τοῦ Θεοῦ μυστηρίων, Λουκιανὲ θεόληπτε ἐνήθλησας στερρῶς· ὅθεν τὸ ἐσώτερον, καταπέτασμα Μάρτυς, χαίρων διελήλυθας, καὶ Χριστοῦ τῷ προσώπῳ, ἐνεφανίσθης πάντοτε ἡμῖν, τοῖς σὲ τιμῶσιν, αὐτὸν ἱλεούμενος.

Ἕτερον Κοντάκιοv. Ἦχος β’. Τὴν ἐv πρεσβείαις.
Τὸv ἐν ἀσκήσει τὸ πρότεροv λαμπρυνθέντα, καὶ ἐν ἀθλήσει τὸ δεύτερον φαιδρυvθέντα, πάντες ὡς φωστήρα σὲ φαιδρότατον, Λουκιανὲ τοῖς ὕμvοις, ἐνδόξως σὲ γεραίρομεν. Πρεσβεύων μὴ παύση ὑπὲρ πάντων ἡμῶv.

Μεγαλυνάριον.
Ἄρτῳ διαθρέψας πνευματικῷ, πιστῶν τὰς καρδίας, ὡς τοῦ λόγου διανομεύς, λιμῷ καταισχύνεις, τὸν λιχνοβόρον ὄφιν, Λουκιανὲ ἀθλήσας, καθάπερ ἄσαρκος.

Ὁ Ὅσιος Βάρσος

Ἔζησε μετὰ τὰ μέσα τοῦ 4ου αἰῶνος μ.Χ., ὅταν ἡ ἀρειανικὴ αἵρεση τάραζε τὴν Ἐκκλησία. Εἶχε ἤδη διακριθεῖ ὡς ἐπίσκοπος Ἐδέσης.
Περνώντας ἀπὸ τὴ Φοινίκη, τὴν Αἴγυπτο καὶ τὴν Θηβαΐδα πλούτισε τὶς γνώσεις του ἀλλὰ καὶ ἐξαπλώθηκε ἡ φήμη του. Δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ μείνει ἀμέτοχος στὴν διαμάχη μεταξὺ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τῆς αἱρέσεως τῶν Ἀρειανῶν. Ὑπερασπιζόταν τὴν Ἐκκλησία μὲ τὴν διδασκαλία του.
Ὁ αὐτοκράτορας Οὐάλης, ὑπερασπιστῆς τῶν αἱρετικῶν, τὸν ἐξόρισε στὸ νησὶ Ἄρανδον. Ὅμως οἱ πιστοὶ ἔσπευδαν ἐκεῖ γιὰ νὰ τὸν ἀκούσουν. Γι’ αὐτὸ τὸν μετέφεραν στὴν Ὁλορόγγο τῆς Αἰγύπτου. Ὅμως δὲν παραδόθηκε.
Ἔτσι τὸν φυλάκισαν σὲ ἕνα φρούριο στὴν Ἀλγερία, ὅπου καὶ ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή.

Ὁ Ἅγιος Εὐθύμιος ὁ Νέος 

Γεννήθηκε στὶς μέρες τοῦ αὐτοκράτορα τοῦ Βυζαντίου Λέοντα Ε’ τοῦ Ἀρμενίου (813 – 820), σὲ κάποια κωμόπολη τῆς Γαλατίας, τὴν Ὀψῶ, ποὺ ἦταν κοντὰ στὴν Ἄγκυρα (σημερινὴ πρωτεύουσα τῆς Τουρκίας).
Οἱ γονεῖς του ἦταν πλούσιοι καὶ εὐσεβεῖς, καὶ ὀνομάζονταν Ἐπιφάνιος καὶ Ἄννα. Εἶχαν καὶ δυὸ κόρες, τὴν Μαρία, ποὺ ἦταν πρεσβυτέρα καὶ τὴν Ἐπιφάνια.
Ὅταν ὁ Ἅγιος ἦλθε σὲ κατάλληλη ἡλικία, παντρεύτηκε καὶ ἀπόκτησε μία κόρη τὴν Ἀναστασῶ (τὴν γυναῖκά του τὴν ἔλεγαν Εὐφροσύνη). Ἐπειδὴ ὅμως ἐπιθυμοῦσε τὴν μοναχικὴ πολιτεία, ἀφοῦ τακτοποίησε τὶς οἰκογενειακές του ὑποθέσεις, πῆγε σὲ μοναστήρι, κοντὰ στὸν Ὅσιο Ἰωαννίκιο, στὸν Ὄλυμπο τῆς Βιθυνίας.
Ἐκεῖ, μετὰ ἀπὸ δοκιμασία, γίνεται μοναχός, τὸ 842, μὲ τὸ ὄνομα Εὐθύμιος, ἀπὸ Νικήτας ποὺ ὀνομαζόταν πρῶτα.
Μετὰ ἀπὸ ἀρκετὰ χρόνια ἀσκήσεως στὸ κοινόβιο αὐτό, ὁ Εὐθύμιος ἀναχώρησε γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἀπὸ ἐκεῖ ἐπέστρεψε στὸν Ὄλυμπο καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὲς περιπέτειες καὶ ταξίδια, ἵδρυσε κοντὰ στὴν Θεσσαλονίκη τὴ Μονὴ Περιστερῶν τὸ 871, ὅπου ἐγκαταστάθηκε καὶ τὴν ἀνέδειξε μὲ τὴν ἄριστη πνευματικὴ ζωή του, σὲ ἄριστο πνευματικὸ κέντρο.
Ἔτσι λοιπόν, ἀσκητικὰ καὶ θεάρεστα ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὴν 15η Ὀκτωβρίου 894.
Τὴν βιογραφία του συνέγραψε ὁ ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης Βασίλειος, ποὺ ὑπῆρξε καὶ μαθητὴς τοῦ Ἁγίου.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείῳ Πνεύματι, διηυγασμένος, ἠκολούθησας, Χριστῷ ὁσίως, θεοφόρε παμμάκαρ Εὐθύμιε· καὶ διαφόροις ἐν τόποις ἐξέλαμψας, καὶ τῷ χειμάρρῳ τοῦ Ἄθω ἡσύχασας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῇ ἰσαγγέλῳ πολιτείᾳ σεμνυνόμενος
Τῶν δωρεῶν τοῦ Παρακλήτου κατηξίωσαι
Καὶ ὡς ἥλιος ἐξέλαμψας ἐν Ὁσίοις.
Μεθ’ ὧν πρέσβευε Χριστῷ τῷ Παντοκράτορι
Ἐκ παντοίων συμφορῶν λυτροῦσθαι πάντοτε
Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ Εὐθύμιε.

Μεγαλυνάριον.
Ἄσκησιν ὁσίαν διαδραμών, ὡς λύχνος ἐκλάμπεις, ἐν τῷ Ἄθῳ φωτοφανῶς, Εὐθύμιε Πάτερ καὶ πανταχοῦ πυρσεύεις, τὴν αἴγλην τῶν ἁγίων κατορθωμάτων σου.

Άγιος Διονύσιος Αρχιεπίσκοπος Σουζδαλίας
Ο Άγιος Διονύσιος, ήταν μοναχός στη μονή των Σπηλαίων του Νιζνέγκοροντ και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Σουζδαλίας μέχρι τον θάνατο του στις 15 Οκτωβρίου του 1385 μ.Χ.

Άγιος Λουκιανός ο ιερομάρτυρας Πρεσβύτερος των Σπηλαίων του Κιέβου

Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον βίο του Αγίου.

synaxarion.gr

Πηγή: http://anavaseis.blogspot.com/2011/10/15.html

15/10/2011 Posted by | ΓΕΝΙΚΑ, Περί αγίων, Συναξάρι | , , , , | Σχολιάστε