ΣΗΜΕΡΟΝ

ἐὰν τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούσητε, μὴ σκληρύνητε τὰς καρδίας ὑμῶν

Κυκλοφορεῖ τό φύλλον τῆς 24.02.12 τοῦ «Ὀρθοδόξου Τύπου» (αρ. φ. 1916)

Διαβάστε το φύλλο από την ιστοσελίδα του Ορθοδόξου Τύπου, κάνοντας κλικ εδώ: Φύλλο 1916.

Στη σελίδα του  Οροδόξου Τύπου, διατηρούνται μόνο 21 φύλλα αναρτημένα.

Μετά από 21 εβδομάδες θα μπορείτε να το διαβάσετε, ή να το κατεβάσετε από εδώ: 1916 

ή αν έχετε λογαριασμό στο Scribd από το παρακάτω παράθυρο.

View this document on Scribd

25/02/2012 Posted by | Μεταπατερική αίρεση, Μεταμοντερνισμός, Ορθόδοξος τύπος, Οικουμενισμός, Προτεσταντισμός | , , , , , , , , , | Σχολιάστε

Η σημασία των Πατέρων της Εκκλησίας και οι Πατρομάχοι αρνηταί της

Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης

Η   ΣΗΜΑΣΙΑ   ΤΩΝ   ΠΑΤΕΡΩΝ   ΤΗΣ   ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΚΑΙ   ΟΙ   ΠΑΤΡΟΜΑΧΟΙ   ΑΡΝΗΤΑΙ   ΤΗΣ

Περίληψη τῆς ὁμιλίας τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου Ὁμ. Καθηγητοῦ π. Θεοδώρου Ζήση
στὴν ἡμερίδα τῆς Ἱ.Μ. Πειραιῶς μὲ θέμα «Πατερικὴ Θεολογία καὶ μετα-πατερικὴ αἵρεση»

Ἡ Ἐκκλησία κατὰ τὴ διαχρονική της συνείδηση, ἀπὸ τὴν ἀποστολικὴ ἐποχὴ μέχρι σήμερα, σέβεται καὶ τιμᾷ τοὺς Ἁγίους Πατέρες καὶ διδασκάλους, ὄχι γιὰ τὴν ἀνθρώπινη σοφία τους, ἡ ὁποία ὡς κτιστὴ παλιώνει καὶ φθείρεται καὶ γερνᾷ, ἀλλὰ γιὰ τὸν φωτισμό τους ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, οἱ ἐνέργειες τοῦ ὁποίου καὶ στὴν διδασκαλία τους καὶ στὴν ζωή τους δὲν παλιώνουν οὔτε γερνοῦν, ὥστε νὰ χρειάζονται ὑπέρβαση καὶ ξεπέρασμα, κατὰ τὴν καινοφανῆ διδασκαλία τῶν Μεταπατερικῶν Θεολόγων, παλαιῶν καὶ συγχρόνων.

Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μόνον Ἀποστολική, ἀλλὰ καὶ Πατερική. Ἂν ἐπιτρεπόταν νὰ γίνει κάποια προσθήκη στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, στὸ ἐκκλησιολογικὸ ἄρθρο «Εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν», θὰ μπορούσαμε κάλλιστα νὰ προσθέσουμε «καὶ Πατερικήν» : «Εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν, Ἀποστολικὴν καὶ Πατερικὴν Ἐκκλησίαν». Δὲν χρειάζονται ὑπέρβαση καὶ ξεπέρασμα οἱ Πατέρες, ὅπως δὲν ὑπερβαίνεται οὔτε τὸ κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων, διότι, ὅπως λέγει ὁ α΄ κανὼν τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, «ἐξ ἑνὸς γὰρ ἅπαντες καὶ τοῦ αὐτοῦ Πνεύματος αὐγασθέντες ὥρισαν τὰ συμφέροντα». Τῶν Ἀποστόλων τὸ κήρυγμα καὶ τῶν Πατέρων τὰ δόγματα ὑφαίνουν ἀπὸ κοινοῦ τὸν χιτῶνα τῆς Ἀληθείας, κατὰ τὸ ὡραῖο κοντάκιο τῆς ἑορτῆς τῶν Ἁγίων Πατέρων. Κατὰ δὲ τὸ Συνοδικὸν τῆς Ὀρθοδοξίας ποὺ ἐπαναλαμβάνει τὸν Ὅρο τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου: «Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τὴν Οἰκουμένην ἐστήριξεν». … impantokratoros.gr

17/02/2012 Posted by | πατέρας Θεόδωρος Ζήσης., πατήρ Θεόδωρος Ζήσης, Εκκλησιαστική-Επικαιρότητα, Μεταπατερική αίρεση, Μεταμοντερνισμός, Νέα εποχή, Οικουμενισμός | , , , , , , , | Σχολιάστε

«Οὐκ ἐσμέν τῶν Πατέρων σοφώτεροι» Σύναξις Ορθοδόξων Κληρικών και Μοναχών.

View this document on Scribd

05/12/2011 Posted by | Ισλαμισμός, Ινδουισμός, Ιουδαϊσμός, Μασονία, Μεταπατερική αίρεση, Μεταμοντερνισμός, Μονοφυσιτισμός, Νέα εποχή, Οικουμενισμός, Προτεσταντισμός, Παλαιοημερολογιτισμός, Ρωμαιοκαθολικισμός - Παπισμός, Σύναξις Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καί Λαϊκῶν | , , , , , , , , , | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο «Οὐκ ἐσμέν τῶν Πατέρων σοφώτεροι» Σύναξις Ορθοδόξων Κληρικών και Μοναχών.

Παράδοσις καί ἀνανέωσις εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν (π. Γ. Μεταλληνού)..

πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, 7/10/2011

Παράδοσις καί ἀνανέωσις εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν*
Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ

Ὁ λόγος γιὰ παράδοση εἶναι σήμερα ἀποκρουστικός, ἰδιαίτερα στὶς οἰκουμενικὲς σχέσεις, πόσον μᾶλλον, ὅταν ἡ παράδοση ταυτίζεται μὲ τὴν συντηρητικὴ προσκόλληση στὸ παρελθόν. Μεθυστικὸς κυριολεκτικὰ εἶναι, ἀντίθετα, ὁ λόγος γιὰ πρόοδο, ἀνανέωση, ἀλλαγή.

Ὁ ὅρος, μάλιστα, ἀλλαγὴ ἀπὸ τὴν Γαλλικὴ Ἐπανάσταση (1789) ἔχει γίνει τὸ κύριο σύνθημα τῆς σοσιαλιστικῆς ἰδεολογίας, ὅπως τὸ ζοῦμε ἐμεῖς στὴν Ἑλλάδα, τουλάχιστον. Ἡ παράδοση συνδέεται ἀπὸ τοὺς ἐκσυγχρονιστὲς μὲ τὴν καθυστέρηση καὶ τὴν ὀπισθοδρόμηση. Καὶ ὅμως! Τίποτε δὲν ἀρχίζει στὴν καθημερινότητά μας ἀπὸ τὸ μηδέν. Σὲ κάθε ὄψη τῆς ζωῆς μας ὑπάρχει πάντα κάποιο παρελθόν, πάνω στὸ ὁποῖο οἰκοδομεῖται τὸ παρόν, γιὰ νὰ ὑπάρξει καὶ μέλλον. Μιὰ ἀναφορὰ στὰ μεγέθη παράδοση καὶ ἀνανέωση θὰ ἐπιχειρηθεῖ στὴ συνέχεια
Α) Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ
1. Οὐσία τῆς παραδόσεως:
Παράδοση γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους εἶναι ἡ συνέχεια τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας μας, ὡς σώματος Χριστοῦ στὸν ἱστορικὸ χρόνο. Ἡ συνέχεια τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς στὸ σύνολό της, ὡς πίστεως, πράξεως καὶ μαρτυρίας. Ἐν Χριστῷ ζωὴ εἶναι ὁ τρόπος ὑπάρξεως, ποὺ εἰσήγαγε στὸν κόσμο ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, «ἀσάρκως» στὴν Παλαιὰ Δια θήκη καὶ «ἐνσάρκως», ὡς Θεάνθρωπος, στὴν Καινή. Εἶναι ἡ ζωὴ ἐκείνη, πού μπορεῖ νὰ ὁδηγεῖ στὸν μόνο καὶ διαιώνιο προορισμὸ τοῦ ἀνθρώπου, τήν θέωση. Παράδοση, συνεπῶς, δέν εἶναι ἡ μετάδοση σέ κάθε ἐπερχόμενη γενεά «μιᾶς «νεκρῆς», ἄσαρκης ἰδεολογίας, ἀλλά μιᾶς ἐμπειρίας, μέσα στήν ὁποία «παρατείνεται», ἐν Ἁγίῳ Πνεύ ματι, ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ διά τῶν Ἁγίων Του. Αὐτή ἡ «πνευματοκίνητη» ζωή φανερώνεται σέ κάθε στιγμή τῆς ἱστορίας, στά πρόσωπα τῶν Ἁγίων μας, ὡς ζωντανὴ πραγματικότητα, ποὺ διαφοροποιεῖται ριζικὰ ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ χωρὶς Χριστὸν κόσμου καὶ συνιστᾶ τὴν ταυτότητα τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι, δικαιώνεται ὁ λόγος τοῦ ἱ. Αὐγουστίνου, ὅταν ὀνόμασε τὴν Ἐκκλησία «Χριστὸν εἰς αἰῶνας -παρατεινόμενον». Χριστόν, δηλαδή, πού συνεχίζει νὰ ζεῖ καὶ νὰ ἐνεργεῖ μέσα στὴν ἱστορία.
Ἡ ἐκκλησιαστικὴ παράδοση δὲν ταυτίζεται, λοιπόν, μὲ τὴν μηχανικὴ μεταβίβαση μιᾶς κωδικοποιημένης διδασκαλίας, ἀλλὰ τὴν συνεχῆ μετάδοση ἀπὸ γενεὰ σὲ γενεὰ (Trans-do, Traditio) τοῦ ζῶντος στὴν Ἐκκλησία ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι Χριστοῦ, τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ μας. Ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο νοεῖται ἡ παράδοση ὡς ἀδιάκοπη παραλαβὴ καὶ μετάδοση Χριστοῦ. Αὐτὴ τὴν ἔννοια ἔχουν τὰ λόγια του: «Τοῦτο παρέδωκα ὑμῖν, ὅ καὶ παρέλαβον» (Α’ Κορ. 15,3), ὅπου ὁ λόγος εἶναι γιά τήν Θεία Εὐχαριστία.
Ἡ Ἐκκλησία ὑπάρχει στὸν κόσμο, γιὰ νὰ δίνει σὲ κάθε ἐποχὴ μαρτυρία γιὰ τὸν Χριστό «της», ὅπως καὶ ὁ Χριστὸς ἦλθε στὸν κόσμο, «ἵνα μαρτυρήσῃ τῇ ἀληθείᾳ» (Ἰωάν. 18,37). Αὐτὸ εἶναι συνέπεια μιᾶς ἐσώτατης ἀνάγκης στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Κάθε γενεά, ποὺ εἰσέρχεται στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ διὰ τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος, ἔχει ἀνάγκη νὰ παραλαμβάνει τὸν Ἕνα, ἀληθινὸ καὶ γνήσιο Χριστό, γιὰ νὰ ἔχει καὶ αὐτὴ τὴν δυνατότητα νὰ σώζεται ἐν Χριστῷ, ἄλλα καὶ νὰ μεταδίδει, μὲ τὴ σειρά της, τὸν Ἕνα καὶ ἀληθινὸ Χριστὸ (Α’ Ἰωάν. 5,20), ἀμε- τάβλητο καὶ ἀναλλοίωτο στὶς ἑπόμενες γενεές, γιὰ νὰ μποροῦν καὶ αὐτὲς νὰ σώζονται, ὁδηγούμενες στὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὴν θέωση. Ἂν δὲν παραλαμβάνεται ἀπὸ μιὰ τοπικὴ Ἐκκλησία ὁ Ἕνας ἀληθινὸς Χριστός, χάνεται ἡ δυνατότητα σωτηρίας. Καὶ αὐτὸ συμβαίνει στὶς αἱρέσεις, ποὺ δὲν ἔχουν τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.
Στὸ σημεῖο ὅμως αὐτὸ φαίνεται ἡ ταύτιση τῆς παραδόσεως μὲ τὴν «ἀποστολικὴ διαδοχὴ» στὴν Ἐκκλησία. Εἶναι ἡ παραλαβὴ τοῦ ὅλου Χριστοῦ κατὰ τὸ γνωστὸ ἀπολυτίκιο τῶν ἱερομαρτύρων, καὶ μάλιστα τῶν ἐπισκόπων: «Καὶ τρόπων μέτοχος καὶ θρόνων διάδοχος τῶν Ἀποστόλων γενόμενος». Ὁ ἐπίσκοπος δὲν διαδέχεται μόνο στὸν «θρόνο» τοὺς Ἀποστόλους, ἀλλὰ μετέχει καὶ στὸν τρόπο ζωῆς τους, ὥστε νὰ εἶναι μετὰ τοὺς Ἀποστόλους ἀπόστολος. Αὐτὴ ἡ πνευματικὴ σκυταλοδρομία ἐκφράζεται συμβολικά, ἀλλὰ καὶ ρεαλιστικά, σὲ ἕνα κεντρικότατο γεγονὸς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Κατὰ τὴν χειροτονία τοῦ Πρεσβυτέρου, ἀκριβῶς μετὰ τὸν καθαγιασμὸ τῶν Τιμίων Δώρων, ὁ Ἐπίσκοπος παραδίδει ἐκ μέρους ὅλης τῆς συνάξεως στὸν νεοχειροτονηθέντα τὸν Ἅγιον Ἄρτο-Χριστό, λέγοντάς του: «Λάβε τὴν παρακαταθήκην ταύτην καὶ φύλαξον αὐτήν, ἕως τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ, ὅτι παρ᾽ αὐτοῦ μέλεις ἀπαιτεῖσθαι αὐτήν». Εἶναι ἡ συγκλονιστικότερη ἐμπειρία στὴ ζωὴ τοῦ Κληρικοῦ, ποὺ μὲ τὴν χειροτονία του «παραλαμβάνει» τὸν Χριστό, καλούμενος νὰ τὸν παραδώσει (ὡς πράξη καὶ ζωὴ) ἀνόθευτο καὶ ἀμετάβλητο -ὀρθόδοξα δηλαδὴ καὶ ὄχι αἱρετικὰ τεμαχισμένο- στὸν Κριτή του.
Εὐγλωττότερη ἔκφραση τοῦ γεγονότος τῆς παραδόσεως δὲν μπορεῖ ἀσφαλῶς νὰ ὑπάρξει! Κατὰ τὸν Ἅγιο Εἰρηναῖο Λουγδούνου (β´ αἰ.), γνωστὸν στὴν Ἐκκλησία ὡς «Θεολόγο τῆς παραδόσεως», διότι ἐθεολόγησε γι᾽ αὐτήν, μόνο στὴν Μία Ἐκκλησία, τὴν Καθολική, ἀφοῦ σώζει τὸν ὅλο Χριστὸ (totus Christus), εἶναι δυνατὸν νὰ εὑρεθεῖ ἡ μία καὶ μόνη ἀληθὴς «παράδοση τοῦ Χριστοῦ» καὶ τῶν Ἀποστόλων Του καὶ νὰ ἀποδειχθεῖ ἱστορικά, διότι ἡ ἴδια ἡ Μία καὶ ἀληθινὴ Ἐκκλησία εἶναι ἡ αὐθεντικὴ παράδοση. Γιὰ τὸν ἅγιο Πατέρα ἐξ ἄλλου, αὐθεντικοὶ φορεῖς καὶ ζωντανοὶ μάρτυρες τῆς παραδόσεως (πρέπει νὰ) εἶναι οἱ Ἐπίσκοποι (Πρεσβύτεροι), οἱ ὁποῖοι ἔχουν γιὰ τὴν Ἐκκλησία μεγαλύτερη σημασία καὶ ἀπὸ αὐτὴ τὴν Ἁγία Γραφή, διότι συνιστοῦν τὴν ἀμετακίνητη ἐγγύηση γιὰ τὴν γνησιότητα τῆς παραδόσεως. Παράδοση καὶ Ἐπίσκοποι συνδέονται ἀδιάσπαστα καὶ σ’ αὐτὸ ἔγκειται καὶ ἡ τεράστια εὐθύνη τῶν Ἐπισκόπων, ἀλλὰ καὶ τῶν Πρεσβυτέρων, στὴν ἱστορικὴ συνέχεια τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος, ποὺ παρὰ τὶς πρακτικὲς διαφορὲς τῶν ἀνὰ τὴν Οἰκουμένη τοπικῶν Ἐκκλησιῶν ὑπάρχει, κατὰ τὸν ἅγιο Εἰρηναῖο, ἑνότητα παραδόσεως, ποὺ ἐκφράζεται ὡς ἑνότητα πίστεως καὶ ζωῆς. Οἱ διαφορὲς στὴ γλώσσα, τὸν πολιτισμὸ κ.λπ. δὲν μποροῦν νὰ κλονίσουν τὴν ἑνότητα τῆς παραδόσεως τῆς καθ᾽ ὅλου Ἐκκλησίας, ποὺ διασώζεται μὲ τὸ ἑνιαῖο χριστοκεντρικὸ φρόνημα (πρβλ. Ρωμ. 15,6-7).
2. Παράδοση καὶ Καθολικότητα:
Ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας συνδέεται ἄμεσα μὲ τὴν καθολικότητά της, τὴν Ὀρθοδοξία της, ὡς γνησιότητα καὶ πληρότητα τῆς σωζομένης σ᾽ αὐτὴν Πίστεως. Ἡ Ἐκκλησία μένει σὲ κάθε ἐποχὴ καθολική, ὅταν διασώζει στὴν ὅλη ζωή της, τὴν παραδεδομένη ἀπὸ τὸν Χριστὸ Ἀλήθεια. Μόνο ὡς «κοινωνία Ἁγίων», θεουμένων καὶ ἀγωνιζομένων γιὰ τὸν φωτισμὸ καὶ τὴν θέωση τῶν πιστῶν, διατηρεῖ ἡ Ἐκκλησία τὴν καθολικότητα καὶ μαζὶ καὶ τὴν ταυτότητά της. Αὐτὸ ὅμως σημαίνει ὅτι γίνεται δεκτὸς ὁ ὅλος Χριστὸς καὶ ζεῖ στὴν Ἐκκλησία, τὸ σῶμα Του, ὡς «ὁδός, ἀλήθεια καὶ ζωὴ» (Πράξ. 2,42 ἑπ. καὶ 4,32 ἑπ.).
Ἂν ὁ Χριστός, πού «παραδίδει» μιὰ τοπικὴ Ἐκκλησία, δὲν εἶναι «ὁλόκληρος», ἡ τοπικὴ αὐτὴ Ἐκκλησία δὲν εἶναι καθολική, διότι τότε ὁ Χριστός, ποὺ βιώνεται σ’ αὐτήν, δὲν εἶναι ὁ Χριστὸς τῆς (ἀποστολικῆς καὶ πατερικῆς) παραδόσεως. Ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἐξασφαλίζεται μὲ τὴν καθολικότητά της, ἀλλὰ καὶ ἡ καθολικότητα (ὀρθοδοξία) τῆς Ἐκκλησίας πραγματώνεται μέσα στὴν παράδοσή της. Οἱ διάφορες αἱρέσεις (βιώνουν δική τους (ψευδο)παράδοση, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ταυτισθεῖ μὲ τὴν μία παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, διότι εἶναι «ψευδὴς παράδοση», ὄχι τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ «τῶν ἀνθρώπων» (Κολ. 2,8).
3. Οἱ φορεῖς τῆς παραδόσεως:
Ἡ παρουσία τοῦ ἀληθινοῦ Χριστοῦ, ὡς «πληρώματος» τῆς παραδόσεως, ἀνιχνεύεται μέσα στὴν ἱστορία, στὸν λόγο καὶ τὴν πράξη τῶν Ἁγίων μας, τῶν γνησίων μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ καὶ γνησίων τέκνων τῆς Ἐκκλησίας Του. Ἡ ζωὴ ὅλων τῶν Ἁγίων Πατέρων (καὶ Μητέρων) μας, σὲ ὅλο τό πλήρωμά της, συνιστᾶ τὴν εὐθεῖα γραμμὴ τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως. Γι᾽ αὐτό, γιὰ μᾶς τοὺς «Ὀρθοδόξους», μία Ἐκκλησία χωρὶς Ἁγίους εἶναι ἀδιανόητη. Ὁπότε, κάθε λόγος γιὰ «μεταπατερικὴ» θεολογία καὶ ἡ στήριξη ἀπὸ αὐτὴν μιᾶς Θεολογίας καὶ Παραδόσεως ἔξω ἀπὸ τὴν ἀποστολικοπατερικὴ συνέχεια ὁδηγεῖ σὲ ἄλλο Χριστιανισμό, ἀποξενωμένο ἀπὸ τὸν Χριστιανισμὸ τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἀποστόλων του, καὶ συνεπῶς, ἂν ὄχι αἱρετικό, τουλάχιστον αἱρετίζοντα. Σ᾽ αὐτὴν ὅμως τὴν συνάφεια γίνεται κατανοητό, πῶς γίνεται κάποιος φορέας τῆς ἐν Χριστῷ παραδόσεως. Αὐτὸ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ γίνει διανοητικὰ καὶ μὲ τὴν σχολικὴ παιδεία.
Ἡ διανοητικὴ ἐνασχόληση μὲ τὴν παράδοση, ὅπως γίνεται σὲ μιὰ Θεολογικὴ Σχολή, μπορεῖ μόνο νὰ προσανατολίσει εἰσαγωγικὰ στὸν τρόπο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ὑπάρξεως, ὄχι ὅμως καὶ νὰ μυήσει σ᾽ αὐτήν. Αὐτὸ γίνεται μὲ τὴν ἔνταξη στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἐμπειρία. Τὴν ἐκκλησιαστικὴ παράδοση δὲν τὴν μαθαίνει κάνεις, ὅπως μαθαίνει κάποιο σχολικό, μάθημα, ἀλλὰ τὴν ζεῖ, ἐντασσόμενος σ’ αὐτήν, ὅπως ὁ δόκιμος μοναχὸς ἐντάσσεται στὴν ζωὴ τῆς Ἱ. Μονῆς του. Στὴν Ὀρθοδοξία καὶ αὐτὸς ὁ θεολογικὸς στοχασμὸς εἶναι ὀρθόδοξος, ὅταν προϋποθέτει τὴν ἀσκητικὴ ἐμπειρία. Αὐτὴ εἶναι ἡ θεολογικὴ μέθοδος τῶν ἁγίων Πατέρων.
Τὸ δόγμα, ὡς ἀκαδημαϊκὴ διδασκαλία, εἶναι καρπὸς καὶ ἔκφραση αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας καὶ τὸ διδασκόμεθα στὶς Σχολές μας, γιὰ νὰ ἐνταχθοῦμε καί μεῖς στὴν πορεία τῶν Ἁγίων πρὸς τὴν θέωση. Δὲν εἶναι, λοιπόν, μιὰ Θεολογικὴ Σχολὴ ὁ κυρίως χῶρος τῆς παραδόσεως, ἀλλὰ ἡ Ἐνορία καί τὸ Μοναστήρι, ὅταν βέβαια σώζουν τὴν ἐκκλησιαστικὴ παράδοση καὶ δὲν ἔχουν ἐκκοσμικευθεῖ. Στὸ κοινοβιακὸ μοναστήρι, καὶ στὴν πιὸ ἀτελῆ, κατ᾽ ἄνθρωπο, συγκρότησή του, βιώνεται ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἡ λειτουργία τῆς ἀναπνοῆς, ὡς ὑπαρξιακὸ δηλαδὴ γεγονὸς «Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ δὲν ζεῖ μὲ γνῶμες (ἰδέες), ἀλλὰ μὲ τὴν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων», ἔλεγε ὁ ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, μητροπολίτης Ἀχρίδος.
Ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας λειτουργεῖ, ὅπου ὑπάρχει βίωση τῆς ἁγιότητος. Τὸ παρὸν τῆς Ὀρθοδοξίας δὲν βεβαιώνει τὴν ὀρθοδοξία του μὲ μία στεῖρα καὶ ἄσαρκη ἀναφορὰ στὸ παρελθὸν τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ μὲ τὴν γόνιμη βιωματικὴ ἀναβίωσή του σὲ κάθε στιγμὴ καὶ ὄψη τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Προφῆτες, Ἀπόστολοι, Ἅγιοι Πατέρες (καὶ Μητέρες) συμπορεύονται μὲ τοὺς ἀγωνιζομένους Ὀρθοδόξους, ἡ θριαμβεύουσα μὲ τὴν στρατευομένη Ἐκκλησία στὸ αἰώνιο παρὸν τῆς θείας βασιλείας. Τὰ κείμενα, ποὺ κατὰ καιροὺς ἔχουν λάβει στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας δογματικοσυμβολική σημασία, εἶναι μάρτυρες τῆς παραδόσεως, ποτὲ ὅμως δὲν νοοῦνται ὡς ἀποκλειστικοὶ φορεῖς της. Ἁπλῶς ὑπομνηματίζουν τὴν παράδοση καὶ ὑποδεικνύουν τὰ ὅρια της, δὲν τὴν ὑποκαθιστοῦν ὅμως, μεταβαλλόμενα σὲ κάποιο «χάρτινο πάπα».
4. Παράδοση καὶ μορφές:
Στὴν Δύση, ἡ ἀπουσία σχέσης μὲ τὴν πατερικὴ παράδοση, ὁδήγησε στὴν ἀντίληψη ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἕνας στεῖρος συντηρητισμός, ποὺ ἐξαντλεῖται στὴ διατήρηση αὐτούσιων μορφῶν καὶ σχημάτων, τοῦ παρελθόντος. Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία, καὶ ἐν προκειμένῳ ἡ Ὀρθοδοξία, νοεῖται ὡς μουσεῖο τῆς παραδόσεως. Δὲν θὰ ἰσχυρισθοῦμε, βέβαια ὅτι δὲν ἐμφανίζονται τέτοιες συντηρητικὲς τάσεις καὶ στόν χῶρο τῆς Ὀρθοδοξίας, οἱ ὁποῖες στὴν οὐσία εἶναι αἱρετικὲς νοοτροπίες, ποὺ μὲ τὸ ἔνδυμα τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀρνοῦνται τὴν οὐσία της, ἡ ὁποία εἶναι κίνηση, «ἐν καινότητι ζωῆς» (Ρωμ. 6,4), συνεχὴς ἀνακαίνιση τῶν πάντων, ἐν Χριστῷ ὅμως, στὴν ἑνότητα μαζί Του. Ἡ τυφλὴ προσκόλληση σὲ παρωχημένους τρόπους ἐκφράσεως δὲν ἔχει σχέση μὲ τὴν Ὀρθοδοξία. Ἡ συντηρητικότητα αἰχμαλωτίζεται σὲ τύπους, ἀπολυτοποιώντας τους. Ὀρθοδοξία ὅμως εἶναι ἡ συμφωνία παρελθόντος καὶ μέλλοντος σὲ ἕνα παρόν, ποὺ μπορεῖ νὰ ἐκφράζεται καὶ μὲ τὶς δικές του μορφὲς καί τοὺς δικούς του τρόπους. Ποιὸ ὅμως εἶναι τὸ κριτήριο ἐδῶ; Ὅταν ἡ μορφή, ὡς ἐξωτερικὸ στοιχεῖο, εἶναι ἀπόλυτα ἀναγκαῖα γιὰ τὴν ἔκφραση ὄψεων τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως ἢ ὅταν μία νέα μορφὴ ἀδυνατεῖ νὰ ἐκφράσει μὲ πληρότητα καὶ ἀκρίβεια τὸ σωτηριολογικὸ περιεχόμενο τῆς παραδόσεως, ἡ διατήρηση παλαιῶν μορφῶν εἶναι ἀπόλυτα ἀναγκαία. Αὐτὸ ἰσχύει ἀμεσότερα γιὰ τὴ δογματικὴ ὁρολογία τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ ἀλλαγὴ τῆς ἀρχαίας δογματικῆς ὁρολογίας θὰ ὁδηγήσει σὲ σύγχυση σχετικὰ μὲ τὴν πίστη, μὲ κίνδυνο νὰ συσκοτισθεῖ τὸ θεμέλιο τῆς σωτηρίας. Μία ἀσαφὴς ἔκφραση τῆς πίστεως (δόγματος) δημιουργεῖ νόθο φρόνημα καὶ διακυβεύει τὴν σωτηρία.
Γι᾽ αὐτὸ ὁ μακαριστὸς π. Ἰωάννης Ρωμανίδης (1927-2001) συνέκρινε τὸ δόγμα μὲ μία ἰατρικὴ συνταγή, ἡ ὁποία πρέπει παντοῦ καὶ πάντοτε νὰ διατυπώνεται μὲ τὴν ἴδια ὁρολογία γιὰ τὴν ἀποφυγὴ ἐπικινδύνων συγχύσεων. Εἶναι ἀνάγκη ὅμως νὰ γίνεται διάκριση ἀνάμεσα στὴν παράδοση καὶ τὸ ἔθιμο. Ὁ ἅγιος Κυπριανὸς († 258) ὀρθὰ παρατήρησε ὅτι «ὁ Κύριος εἶπε “ἐγὼ εἰμὶ ἡ ἀλήθεια” δὲν εἶπε “ἐγὼ εἶμαι ἡ συνήθεια”» (Consuetudo) (Ρ.L. 3, 1103Β). Ὁ μεγαλύτερος κίνδυνος γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ μετατροπὴ σὲ «ταμπού», ἡ εἰδωλοποίηση καὶ μουμιοποίηση δηλαδή, τῶν ἱστορικῶν μορφῶν, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν τυποποίηση-τυποκρατία (Ritualismus) καὶ τὴν μετατροπὴ τῆς εὐσέβειας σὲ φαρισαϊκὸ εὐσεβισμό. Ὁ κίνδυνος ὅμως αὐτὸς ἀποφεύγεται μὲ τὴν ὀρθὴ λειτουργία τῆς ἀνανεώσεως στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.
Β) Η ΑΝΑΝΕΩΣΗ
1. Αἴτημα τῶν καιρῶν:
Ὁ λόγος γιὰ ἀνάνεωση, καὶ στὴν Ὀρθοδοξία, ἔφθασε στὸ κατακόρυφο στὶς τελευταῖες δεκαετίες, γίνεται δὲ ἐντονότερος σήμερα μὲ τὴν ἐξάπλωση τῆς λεγομένης «Μεταπατερικῆς Θεολογίας».
Ἡ Ἐκκλησία ἐκλαμβάνεται ὡς ἕνα κοσμικὸ μέγεθος, ποὺ πρέπει καὶ αὐτὴ νὰ δεχθεῖ ὅλες τὶς θεωρούμενες ὡς ἀναγκαῖες μεθοδεύσεις βελτιώσεως καὶ «προόδου». Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς Β’ Βατικανῆς Συνόδου (1962- 65) ὁ ὅρος «Αggiornamento» (ἐκσυγχρονισμὸς) ἔγινε τὸ κοινότερο σύνθημα, ποὺ βαίνει παράλληλα μὲ τὸ πολιτικὸ σύνθημα τῆς «ἀλλαγῆς» στὶς σύγχρονες κοινωνίες. Ἡ ἀνάγκη ἀνανεώσεως τῶν μεθόδων τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱεραποστολῆς, γιὰ νὰ παραχθοῦν οἱ ἀναμενόμενοι καρποί, προχωρεῖ στὴν ἀντίληψη τῆς ἀνάγκης μιᾶς θεμελιακῆς ἀνανέωσης «τῆς Ἐκκλησίας», μέσα σὲ ἕνα «διαρκῶς καὶ ραγδαία μεταβαλλόμενο κόσμο». Αὐτὸ τὸ σύνθημα τὸ ἔζησα καὶ ἐγώ, ὅταν σπούδαζα στὴν Γερμανία (1969-1975). Καλεῖται, λοιπόν, ὁ Ὀρθόδοξος νὰ ἀπαντήσει στὰ ἐρωτήματα:
α) Τί εἶναι αὐτὸ πού μπορεῖ νὰ ἀνανεωθεῖ (νὰ ἀλλάξει) μέσα στὴν Ἐκκλησία;
β) Ποιὰ μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ γνήσια ἀνανεωτικὴ διαδικασία;
2. Τὸ ἀνανεούμενο ὀρθόδοξα νοούμενο:
Στὴν Ἐκκλησία συνυπάρχουν δύο στοιχεῖα: Τὸ ἄκτιστο καὶ τὸ κτιστό, τὸ ὑπέρχρονο καὶ τὸ χρονικό, τὸ θεῖο καὶ τὸ ἀνθρώπινο. Τὸ πρῶτο εἶναι αὐτό, ποὺ ἁγιάζει καὶ σώζει· τὸ δεύτερο αὐτὸ ποὺ ἁγιάζεται καὶ σώζεται. Τὸ θεῖο στοιχεῖο, ἐξ ἄλλου, εἶναι ἀμετάβλητο. Ἂν ἔπρεπε καὶ αὐτὸ νὰ μεταβάλλεται, τότε δὲν θὰ εἶχε ὁ κόσμος, σὲ κάθε ἐποχή, τὴν ἴδια δυνατότητα καὶ βεβαιότητα σωτηρίας. Ἀφοῦ ὅμως τὸ ἀνθρώπινο στοιχεῖο δὲν σώζεται αὐτόματα καὶ μαγικά, ἀλλὰ ἐνσυνείδητα καὶ μὲ τὴν «συνεργεῖα» του, εἶναι δυνατὸν νὰ γίνεται λόγος γιὰ ἀνανέωση καὶ στὸν θεανθρώπινο ὀργανισμὸ τῆς Ἐκκλησίας, ὄχι ὅμως τοῦ θείου στοιχείου τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ τοῦ ἀνθρώπινου στοιχείου της, τὸ ὁποῖο ζῶντας μέσα στὸν κόσμο καὶ τὴν ἁμαρτία του, ὑπόκειται στὴ διαδικασία τῆς φθορᾶς καὶ στὴν ἀνάγκη συνεχοῦς «μετανοίας» καὶ «ἀνακαινώσεως» (Τίτ. 3,5).
Ἡ Ὀρθοδοξία δὲν μιλεῖ γιὰ ἀνανέωση τῆς ἴδιας τῆς Ἐκκλησίας ἢ τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, διότι ἡ Ἐκκλησία μένει πάντα «καινὴ κτίσις» καὶ ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, ὡς σώματος Χριστοῦ, εἶναι ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Ἁγίων Του. Ὅ,τι ζεῖ πραγματικὰ μέσα στὴν Ἐκκλησία, ζεῖ ἐν Χριστῷ καὶ ὡς «καινὴ κτίσις» (Ἐφεσ. 5,27) δὲν χρειάζεται ἀνανέωση. Αὐτὸ πού παλαιώνει-γηράσκει τὸν ἄνθρωπο εἶναι ἡ ἁμαρτία (Ἑβρ. 8,13). Γι’ αὐτὸ ἀνανέωση στὴν οὐσία σημαίνει συνεχῆ ἀπελευθέρωση ἀπὸ τὴν τυραννία τῆς ἁμαρτίας. Αὐτὴ τὴ διαδικασία τῆς συνεχοῦς ἀνανεώσεως προβάλλει ὡς αἴτημα τῆς ζωῆς τῶν χριστιανῶν ὁ Ἀπ. Παῦλος: «Ἀνανεοῦσθε δὲ τῷ πνεύματι τοῦ νοὸς ὑμῶν, καὶ ἐνδύσασθε τὸν καινὸν ἄνθρωπον, τὸν κατὰ Θεὸν κτισθέντα, ἐν δικαιοσύνῃ καὶ ἀληθείᾳ» (Ἐφεσ. 4, 23-24). Τὸ μόνο συνεπῶς, ποὺ ὡς ἀγωνιζόμενοι πιστοὶ χρειαζόμεθα στὴ ζωὴ μας εἶναι μία συνεχὴς ἐπιστροφὴ στὴν ἐν Χριστῷ ἀλήθεια, ἀπὸ τὴν ὁποία ἐκπίπτουμε μὲ τὴν ἁμαρτία. Ἡ ἀνανέωσή μας αὐτὴ λειτουργεῖ ὡς «ἀναπαλαίωση» καὶ συνίσταται στὴν διαρκῆ ἐπανένωσή μας μὲ τὸν Χριστό, τὴν πηγὴ καὶ τὴν διασφάλιση τῆς καινῆς ζωῆς. Νέο εἶναι αὐτὸ ποὺ μένει στὸν Χριστὸ (Β’ Κορ. 5,17 ἐπ. – Ἐφεσ. 4, 22 ἐπ.). Καινὴ κτίση σημαίνει νὰ ὑπάρχει ὁ πιστὸς «ἐν Χριστῷ» καὶ νὰ ζεῖ «ἐν Αὐτῷ». Πέρα ὅμως ἀπὸ αὐτά, ὑπάρχει οὐσιαστικὴ διαφορὰ στὸν τρόπο, μὲ τὸν ὁποῖο κόσμος καὶ Ἐκκλησία ἐννοοῦν καὶ χρησιμοποιοῦν τὸν ὅρο «ἀνανέωση». Γιὰ τὸν κόσμο τὸ «νέο» εἶναι χρονικὴ κατηγορία. Γιὰ τὴν Ἐκκλησία ὅμως εἶναι κατηγορία ποιοτικὴ καὶ πνευματική. Ἐξ ἄλλου, στὴν «σημαντική» τοῦ κόσμου τὸ «νέο» ἔχει σχετικὴ σημασία. Τὸ «νέο» παίρνει κάθε φορά τὴ θέση κάποιου ἄλλου, γιὰ νὰ ἀντικατασταθεῖ καὶ αὐτὸ μὲ τὴ σειρά του ἀπὸ κάποιο ἄλλο, ἀφοῦ τίποτε σ᾽ αὐτὸ τὸν κόσμο δὲν μπορεῖ νὰ ὑπερβεῖ τὸν νόμο τοῦ προσωρινοῦ.
Στὴν Ἐκκλησία ὅμως μιλοῦμε γιὰ τό αἰώνια νέο καὶ αὐτὸ εἶναι ὁ Χριστός, ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ πάντοτε «καινὸς ἄνθρωπος». Ὁ Χριστὸς καὶ «οἱ τοῦ Χριστοῦ» (Γαλ. 5,22) -οἱ Ἅγιοι- δὲν γηράσκουν ποτέ. Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ «νέο» καθ᾽ ἑαυτό, τὸ ἀπόλυτα καινό, ποὺ χρειαζόταν ὁ κόσμος γιὰ νὰ σωθεῖ, νὰ ὑπερβεῖ τὸν θάνατο καὶ τὴν ἁμαρτία. Ὅ,τι συνεπῶς μένει ἐν Χριστῷ εἶναι καὶ αὐτὸ νέο, ὅπως ἀποδεικνύουν τὰ ἄφθαρτα λείψανα τῶν Ἁγίων μας.
Τὸ συμπέρασμα: Ἡ γνήσια ἀνανέωση, ὅπως τὴν νοεῖ ἡ Ἐκκλησία, δὲν εἶναι ἡ διπλῆ ἀντικατάσταση τοῦ παλαιοῦ… μὲ κάτι νεώτερο, ἀλλὰ ἡ παραμονὴ στὸν Χριστό, ἡ συνέχεια τῆς ὑπάρξεως μέσα στὴν χάρη τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ καὶ στὴν ἑνότητα μὲ τὸν Χριστὸ μέσῳ τῆς ὀρθῆς πίστεως καὶ τῆς συνεχοῦς ἀνακαινίσεως μέσα στὴν σώζουσα Ἀλήθειά Του.
Γ) ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΝΑΝΕΩΣΕΩΣ
Ὑπάρχει ὅμως, ὀρθόδοξα, πάντα ἡ δυνατότητα γιὰ μιὰ συμπληρωματικὴ σχέση μεταξὺ παραδόσεως καὶ ἀνανεώσεως. Ἡ παράδοση, ὡς ἡ συνέχεια τῆς «ἅπαξ τοῖς ἁγίοις παραδοθείσης πίστεως» (Ἰούδ. 3), δὲν πρέπει νὰ νοεῖται στατικά, ἀλλὰ μέσα στὸν δυναμισμό, ποὺ γεννᾶ ἡ ἁγιοπνευματικὴ χάρη.
Ἡ Ἐκκλησία σὲ κάθε νέο περιβάλλον ἢ κατάσταση (πολιτισμό, ἐποχὴ) πρέπει νὰ ἐξασφαλίζει τὶς κατάλληλες προϋποθέσεις, ὥστε νὰ καθίσταται δυνατὴ ἡ ἔνταξη τοῦ ἀνθρώπου στὴν παράδοσή της, μὲ ὅλες τὶς σωτηριολογικὲς συνέπειες στὰ νέα μέλη της. Γι᾽ αὐτὸ οἱ Ἅγιοί μας δὲν γίνονται ποτὲ ὑπέρμαχοι ἑνὸς στατικοῦ συντηρητισμοῦ, ἀλλὰ ἐπιδεικνύουν γνήσιο ἀνανεωτικὸ πνεῦμα, γιὰ τὴν ἀνταπόκριση στὶς νέες ἀνάγκες τοῦ πληρώματος. Μιὰ τέτοια δὲ πρακτικὴ χαρακτηρίζει ἰδιαίτερα τὸν χῶρο τῆς λατρείας. Ἄς θυμηθοῦμε τὴν ἀντικατάσταση τοῦ Κοντακίου μὲ τὴ νέα σύνθεση τοῦ Κανόνος τὸν 8° αἰώνα, τὴν συχνῆ συντόμευση Ἀκολουθιῶν κ.ἄ.  Στὸ ἀνανεωτικὸ αὐτὸ πνεῦμα ἀνήκει καὶ ἡ χρησιμοποίηση μέσων τοῦ νέου ἱεραποστολικοῦ περιβάλλοντος γιὰ ἐπανέκφραση τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νὰ δικαιολογεῖται ἡ πολυμορφία, μὲ τὴν σύγκραση καὶ συνανάμειξη μορφῶν μὴ συγκρουομένων ὅμως μεταξύ τους. Στὴν περίπτωση δηλαδὴ αὐτὴ πρόκειται γιὰ ἐπανέκφραση τῆς μιᾶς ἑνιαίας παραδόσεως, μὲ μέσα καὶ τρόπους, ποὺ ἐπιβάλλονται ἀπὸ τὸ νέο ἱεραποστολικὸ περιβάλλον καὶ τὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς. Χαρακτηριστικὸ παράδειγμα στὴν κατεύθυνση αὐτὴ εἶναι ἡ θεολογία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, ποὺ συνιστᾶ ἐπανέκφραση τῆς θεολογίας τῶν Καππαδοκῶν, τοῦ Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου καὶ τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ ἢ ἡ θεολογία τῶν ἁγίων Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ († 1444) καὶ Νικοδήμου Ἁγιορείτου († 1809), ποὺ εἶναι ἡ ἐπανέκφραση τῆς θεολογίας τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ καὶ τῶν παλαιοτέρων Πατέρων. Χαρακτηριστικότερο ὅμως εἶναι, διότι πραγματοποιεῖται σὲ μιὰ κοσμογονικὴ ἐποχή, τὸ παράδειγμα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ († 1779), πού μέσα στὴν ἁπλότητα καὶ ταπεινότητα τῆς μορφῆς προσέφερε στὴν ὑπόδουλη Ρωμηοσύνη τὴν γνήσια ἀποστολικοπατερικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Πρέπει δὲ νὰ λεχθεῖ στὴ συνάφεια αὐτή, ὅτι ἡ αἵρεση εἶναι καινοτομία καὶ ὄχι «καινότητα», νεωτερισμὸς καὶ ὄχι ἀνανέωση, καὶ γι’ αὐτὸ ἀλλοιώνει ὅλη τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Θὰ πρέπει δὲ νὰ σημειωθεῖ ὅτι ὄχι οἱ Ὀρθόδοξοι, ἀλλὰ οἱ αἱρετικοὶ εἶναι συντηρητικοί. Λ.χ. οἱ ἀρχαῖες αἱρέσεις (Ἀρειανισμός, Νεστοριανισμός, Μονοφυσιτισμὸς κ.λπ.) προσπάθησαν νὰ ζωογονήσουν καὶ νὰ ὑποστυλώσουν πεπαλαιωμένες καὶ ἀπὸ τὸν Χριστὸ καταργημένες πιά, φιλοσοφικοκοινωνικὲς ἀντιλήψεις καὶ δοξασίες (πλατωνικές, ἀριστοτελικές, νεοπλατωνικές), παρουσιάζοντάς τες ὡς χριστιανικὴ θεολογία-διδασκαλία.
Ὅ,τι, λοιπόν, παρουσιάζεται ἀπὸ τὶς αἱρέσεις ὡς ἀνανέωση δὲν ἦταν (καὶ δὲν εἶναι) παρὰ τραγικὴ ὀπισθοδρόμηση. Ἀντίθετα, οἱ Ἅγιοι Πατέρες τοῦ 4ου αἰώνα, χρησιμοποιώντας τὸν δυσφημισμένο ἀπὸ τὸν Σαβέλλιο ὅρο «ὁμοούσιος», γιὰ νὰ ἐκφρασθεῖ ἡ σχέση τῶν Τριῶν Θείων Προσώπων (ἔχουν ὁμοῦ, τὸ καθένα, ὅλη τὴν μία θεία οὐσία) ἀπέδειξαν τὸ τολμηρὸ πνεῦμα τῶν Ἁγίων μας. Τὸ ἀνανεωτικὸ ἔργο τους σὲ κάθε ἐποχὴ λειτουργεῖ ὡς «evolutio» (ἐξέλιξη) καὶ ὄχι «revolutio» (ἀνατροπή). Ἡ μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο πατερικὴ ἀνανέωση βρίσκει θεολογικὸ ἔρεισμα στὸ παράδειγμα τοῦ Θεανθρώπου Λυτρωτοῦ μας. Ὁ Χριστός, ὡς «ἀπόστολος» (Ἑβρ. 3,1) τοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο, σαρκούμενος «ἐκένωσεν ἑαυτὸν» (Φιλιπ. 2,7) καὶ «γέγονεν ὅ οὐκ ἦν δι᾽ ἡμᾶς» (ὑμνογραφία Χριστουγέννων), γιὰ νὰ κοινωνήσει λυτρωτικὰ μαζί μας. Ἡ σάρκωσή Του ἦταν «μετάφρασή» Του στὴ δική μας «γλῶσσα», γιὰ νὰ μπορέσει νὰ Τὸν δεχθεῖ ὁ κόσμος. Ἡ «κένωσή» Του ὅμως δὲν σήμανε στὸ ἐλάχιστο ἐγκατάλειψη τῆς θεότητός Του, ἀφοῦ «ἐν αὐτῷ κατοικεῖ πᾶν τό πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς» (Κολ. 2,9).
Μήπως κάτι ἀνάλογο δὲν γίνεται καὶ σήμερα ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία στοὺς χώρους τῆς ἱεραποστολῆς, π.χ. στὴν Ἀσία, τὴν Ἀφρική, μὲ τὴ χρήση τῶν τοπικῶν γλωσσῶν γιὰ τὴ μετάδοσή της; Αλλ᾽ αὐτὸ δὲν ἔγινε καὶ μὲ τὴν κήρυξη τοῦ Χριστιανικοῦ Εὐαγγελίου στὸν κόσμο τῶν Σλαύων ἀπὸ τοὺς Θεσσαλονικεῖς ἀδελφούς, ἁγίους Μεθόδιο καὶ Κύριλλο, τὸν 9° αἰώνα; Ὁ χῶρος, συνεπῶς, στὸν ὁποῖο τὸ πρόβλημα τῆς ἀνανεώσεως ἀποκτᾶ γιὰ τὴν Ἐκκλησία τὴν μεγαλύτερη ὀξύτητά του, εἶναι ὁ χῶρος τῆς ἱεραποστολῆς. Ἡ μέριμνα τῆς Ἐκκλησίας ὡς Ὀρθοδοξίας, εἶναι ἡ ἐπιτυχία τῆς ἱεραποστολῆς της, ἐσωτερικῆς καὶ ἐξωτερικῆς.
Αὐτὸ σημαίνει, πώς ἡ «παρακαταθήκη» (Β’ Τιμ. 1,12) τῆς παράδοσής της, ποὺ προέρχεται ἀπὸ μιὰ συγκεκριμένη ἐποχή, τὸ κοσμοείδωλο καὶ τὸ κοινωνικοπνευματικὸ πλαίσιο τῆς ὁποίας εἶναι πιὰ γεγονὸς τοῦ παρελθόντος, θὰ ἀγγίξει τὴν καρδιὰ καὶ τὴν διάνοια ἀνθρώπων ἄλλης ἐποχῆς καὶ πολιτιστικοῦ περιβάλλοντος. Ἡ ὅλο καὶ περισσότερο διαφοροποιούμενη ἐποχή μας, λέγουν, ἀπαιτεῖ τὴν ἐπανερμηνεία τοῦ «παλαιοῦ» καὶ ἐπαναδιατύπωσή του στοὺς δικούς της ὅρους. Τὸ πρόβλημα εἶναι, λοιπόν, πῶς ἡ Ἐκκλησία θὰ συνεχίσει νὰ προσφέρει πάντοτε τὸν Χριστό της καὶ ὄχι νὰ καταντήσει αἵρεση, προσφέροντας στὸν κόσμο Χριστό, ποὺ δὲν ὑπάρχει. Σχετικὰ μὲ τὴ μέθοδο αὐτῆς τῆς διαδικασίας ὁ Ἀπ. Παῦλος ἔθεσε ἕνα νόμο, ποὺ ἀκολουθεῖ , μὲ πιστότητα ἡ Ἐκκλησία στὸ ἱεραποστολικό της ἔργο: «Τοῖς πᾶσι γέγονα τὰ πάντα, ἵνα πάντως τινὰς σώσω» (Α’ Κορ. 9,22). Ἡ λέξη «πάντα» φυσικὰ δὲν σημαίνει κάποια ἐσωτερικὴ μεταβολὴ τοῦ Ἀποστόλου, ἀλλὰ χρήση τῶν καταλλήλων μέσων καὶ μεθόδων, χωρὶς ὅμως νὰ ἀλλοιώνεται ἡ οὐσία τοῦ κηρύγματος. Ἂν ὅμως ὑπάρχει κίνδυνος ἀλλοιώσεως τῆς οὐσίας, τότε τὰ μέσα δὲν ἀλλάζουν, ἀλλὰ βοηθοῦνται οἱ δεχόμενοι τὸ κήρυγμα στὴν ἐξοικείωση μαζί τους καὶ τὴν κατανόησή τους. Ὁ δρόμος τῆς Ὀρθοδοξίας περνᾶ ἀνάμεσα ἀπὸ τὶς συμπληγάδες ἀφ᾽ ἑνὸς μὲν τῆς ἀφομοιώσεώς της ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ ἀφ᾽ ἑτέρου τῆς ἀρνήσεως καὶ ἀπορρίψεως τῆς «γλώσσας» τοῦ κόσμου καὶ συνεπῶς καὶ τῆς προσέγγισής του.
Υπάρχουν ὅμως ὅρια, ποὺ δὲν πρέπει νὰ ὑπερβεῖ στὴν διαχρονική της πορεία ἡ Ὀρθοδοξία. Εἶναι ἡ μόνιμη ἀποστασιοποίησή της ἀπὸ τὸν περιδεῆ φαρισαϊσμό καὶ τὸν ἀδιάφορο σαδδουκαιϊσμό, τὸν τυφλὸ συντηρητισμὸ καὶ τὸν ἀχαλίνωτο μοντερνισμό. Πρέπει νὰ ὑπάρχει μέσα στὸν κόσμο γιὰ τὴν πρόσληψη καὶ σωτηρία του καὶ γι᾽ αὐτὸ ὀφείλει νὰ εἶναι πάντα ἀνοικτή, ἀλλὰ συνάμα καὶ κριτικὴ ἀπέναντι στὸν κόσμο. Γιατί μόνο ἔτσι δὲν θὰ «συσχηματίζεται» μὲ τὸν κόσμο (Ρωμ. 12,2). Ἡ ἐπίτευξη αὐτῆς τῆς ἰσορροπίας μόνο ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι εἶναι δυνατή. Γνήσια ἀνανέωση στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας προϋποθέτει, ὅτι τὸ προσλαμβανόμενο νέο εἶναι ὁμοούσιο μὲ τὸ παλαιό. Καὶ αὐτό, γιὰ νὰ ὑπάρχει συνέχεια στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, νὰ σώζεται δηλαδή, ἡ παράδοσή της, ποὺ ἀποτελεῖ τὸ «φῶς» καὶ τὴν «ἐλπίδα» τοῦ κόσμου.
Συμπερασματικά:
1) Στὴν ὀρθόδοξη παράδοση ἀποφεύγεται κάθε διλημματικὴ κατανόηση τῆς σχέσης παράδοσης καὶ ἀνανέωσης. Διότι δὲν πρόκειται γιὰ ἔννοιες ἀλληλοαποκλειόμενες, ἀλλὰ ἀλληλοσυμπληρούμενες, ὅταν λειτουργεῖ ὀρθὰ ὁ ἐκκλησιαστικὸς ὀργανισμός, στὴν ἀνθρώπινη φυσικὰ πλευρά του. Ὅταν ἡ παράδοση καὶ τὸ σύμφυτο μὲ αὐτὴν πατερικὸ φρόνημα λειτουργοῦν ὀρθά, τότε ἡ παράδοση συνεχῶς ἀνανεοῦται καὶ γεννᾶ παράδοση, κατὰ τὸν γνωστὸ πνευματικὸ λόγο: «μένουσα ἐν ἑαυτῇ καινίζει τὰ πάντα».Γι᾽ αὐτὸ ἡ ἀνανέωση εἶναι δεκτή, ἀλλ᾽ ὡς ἀναζήτηση τοῦ ἀληθινοῦ νοήματος τῆς παραδόσεως.
2) Ἡ Ἐκκλησία, ὡς σῶμα Χριστοῦ, δὲν γνωρίζει τὴν ἀντίθεση, δῆθεν, παλαιοῦ καὶ νέου. Αὐτὸ εἶναι ἐπικίνδυνο. Αὐτὸ ποὺ (πρέπει νὰ) ἐνδιαφέρει τὴν ἐκκλησιαστικὴ ποιμαντικὴ εἶναι, ἂν ἡ Ἐκκλησία προσφέρει τὴν ἴδια χάρη «χθὲς καὶ σήμερον καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας», πραγματοποιώντας τὸν ἀμετακίνητο στόχο της, τὸν ἁγιασμὸ τῶν μελῶν της.
3) Μόνον οἱ «γεγεννημένοι ἐκ τοῦ Πνεύματος» (Ἰωάν. 3,6), δηλαδὴ οἱ Ἅγιοι, μπορεῖ νὰ πραγματοποιήσουν ἀληθινὴ «ἀναγέννηση» καὶ «ἀνανέωση», ὄχι τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ὡς κοινωνία Ἁγίων οὐδέποτε γηράσκει, ἀλλὰ ἐκείνων ποὺ παλεύουν μὲ τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν φθορὰ τῆς πτώσεως, τῶν πιστῶν.
4) Περισσότερο ἀπειλητικὴ ὅμως γιὰ τὴν ταυτότητα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ συμπόρευση καὶ ταύτιση τῶν ἀνανεωτικῶν τάσεων μὲ τὸ ρεῦμα τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ. Ἀντὶ δηλαδὴ οἱ ἐλάχιστα συνδεδεμένοι μὲ τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας νὰ γίνουν «σῶμα Χριστοῦ» μὲ τὴν πλήρη («ὁλοτελῆ», Α’ Θέσσ. 5,23) σ᾽ αὐτὸ ἔνταξή τους, ἐπιδιώκεται ἡ σαγήνευσή τους μὲ τὶς ἐπιδιωκόμενες κοσμικοῦ τύπου «ἀνανεώσεις». Τότε ἡ πορεία εἶναι πρὸς τὸν κόσμο (ἐκκοσμίκευση) καὶ ὄχι πρὸς τὴν Ἐκκλησία (ἐκκλησιοποίηση).
*Εἰσήγηση σέ Συνέδριο στήν Βάρνα τῆς Βουλγαρίας (8.9.2011).
Τήν μετάφραση στά Βουλγαρικά ἔκανε ὁ Δρ. τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, κ. Πέτρος Σιμεόνοφ.

11/10/2011 Posted by | πατήρ Γεώργιος Μεταλληνός, ΙΣΤΟΡΙΑ - ΠΑΡΑΔΟΣΗ, Μεταμοντερνισμός | , , , , , | Σχολιάστε

ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΑΠΑΝΤΟΥΝ ΣΤΟΥΣ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥΣ ΔΙΩΚΤΕΣ ΤΟΥΣ (I.M.).

Ι ω ά ν ν η Ν. Μ α ρ κ ά

ΟΙ «ΠΑΤΡΟΜΑΧΟΙ» ΤΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΚΑΙ ΟΙ ΟΨΙΜΟΙ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΕΣ ΤΟΥΣ

– ΑΝΑΙΡΕΣΙΣ ΘΕΣΕΩΝ ΤΟΥ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ, π. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΚΟΛΛΑ.-

6ο Μέρος

ΕΠΙΛΟΓΟΣ – ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ, ΑΠΑΝΤΟΥΝ ΣΤΟΥΣ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥΣ ΔΙΩΚΤΕΣ ΤΟΥΣ

Είναι λοιπόν απορίας άξιο, το πώς μπορεί η Ορθοδοξία να ωφεληθεί μέσα από τέτοια «πρότζεκτ» και μέσα από τη συνύπαρξη επιστημόνων, με έντονο εκκλησιομαχικό και αντεθνικό προσανατολισμό, όπως προσπαθεί να μας πείσει και ο π. Αθανάσιος Κολλάς. Θεωρεί άραγε σωστό εκ μέρους, να ελέγχονται κατά βάναυσο τρόπο οι πατέρες, αλλά ούτε κατ’ ελάχιστον, η «Ακαδημία» και ο μητροπολίτης Δημητριάδος για τις επιλογές του; Το πιστεύει πραγματικά, μετά από όλα όσα καταδείξαμε, ότι «η Ακαδημία κινείται μέσα στo πνεύμα και στα πλαίσια της ορθόδοξης θεολογικής παράδοσης και ζωής της Εκκλησίας»; Παρ’ όλα αυτά, αποδεχόμαστε ταπεινά την προτροπή του για ανάνηψη και μετάνοια και τον παρακαλούμε να εύχεται και εκείνος για εμάς. Μήπως όμως τις ίδιες προτροπές, πρέπει να τις απευθύνει στον εαυτό του και στους πλανεμένους ομόφρονές του της ιεράς μητροπόλεως Δημητριάδος; Εκτός κι αν έχουν οι ίδιοι το «αλάθητο» σε ό,τι πράττουν, τότε να βγούμε και να ζητήσουμε συγγνώμη. Αν δεν έχουν όμως το «αλάθητο», ας εξετάσουν και το γεγονός πως όχι μόνο το σχίσμα «δεν ξεπλένεται με αίμα μαρτυρίου», όπως τονίζει ο σεβαστός π. Αθανάσιος, αλλά πολύ δε περισσότερο ούτε η αίρεση! Εάν εσείς π. Αθανάσιε, επιθυμείτε να συνεχίσετε να διαβαίνετε τούτο τον ολισθηρό δρόμο που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην αίρεση, εμείς δεν δυνάμεθα να σας ακολουθήσουμε. Δεν κατακρίνουμε κανέναν, η ψυχή του καθενός είναι στα χέρια του Δικαιοκρίτη Θεού και η ευθύνη των επιλογών του αποκλειστικά δική του, όμως ο ίδιος ο Κύριος μας έδωσε εντολή ρητή όπως «από των καρπών αυτών, επιγνώσεσθε αυτούς…» (36) . Άλλο λοιπόν η κατάκριση και άλλο η κρίση επί σοβαρών δογματικών και θεολογικών ζητημάτων. Εμείς δεν είμεθα ούτε αντιπολίτευση του σεβασμιωτάτου, ούτε κανενός π. Αθανασίου, αλλά ενσυνείδητα μέλη της Εκκλησίας, οργανικά μέλη του «Σώματος του Χριστού». Όπως με πολλή διάκριση τονίζει και ο ομότιμος καθηγητής του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας του ΑΠΘ, πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης, είναι όντως σύσταση και διδασκαλία της Αγίας Γραφής και των Ιερών Κανόνων, το «πείθεσθαι τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε» (37) . Αλλοίμονο αν επικρατήσει στην Εκκλησία η αναρχία κι η αταξία. Όμως επαναλαμβάνουμε για μία ακόμη φορά ότι η υπακοή στους Πατριάρχες, Επισκόπους και γενικότερα στους Πνευματικούς, δεν είναι αδιάκριτη κι απροϋπόθετη. Δεν υπακούμε αδιάκριτα σε ότι λέγουν κι αποφασίζουν, ιδιαίτερα σε θέματα Πίστεως, αλλά οφείλουμε να εξετάζουμε αν ο οποιοσδήποτε πνευματικός ή θεολόγος, ορθοτομεί και δεν καινοτομεί, αφού σ’ αντίθετη περίπτωση υπάρχει κίνδυνος να παρασυρθούν οι πιστοί στην αίρεση και την απώλεια. Η εκκλησιαστική ιστορία διδάσκει πως κατά το παρελθόν αρκετοί δοκησίσοφοι κληρικοί, πολλοί εξ αυτών μεγαλόσχημοι, νόθευσαν τα παραδεδομένα ή υιοθέτησαν τις νοθείες άλλων και δίδαξαν αιρέσεις. Έπρεπε το πλήρωμα της Εκκλησίας να κάνει υπακοή και να ακολουθήσει την πλάνη και τους φορείς της; Ο Απόστολος Παύλος εμφανίζεται απόλυτος και κατηγορηματικός για όσους έχουν πρόθεση να «ταράξουν» τους Χριστιανούς, μεταστρέφοντας το Ευαγγέλιο του Χριστού, και μάλιστα για να καταδείξει στους πιστούς το πόσο σοβαρός είναι ένας τέτοιος κίνδυνος, δεν διστάζει να παρουσιάσει ως υποθετικό-αρνητικό παράδειγμα και τον ίδιο του τον εαυτό· «αλλά κι εάν ημείς ή άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζηται υμίν παρ’ ο ευηγγελισάμεθα υμίν, ανάθεμα έστω» (38) . Τι θα έλεγε άραγε ο «Απόστολος των Εθνών», για αυτού του είδους την «ιεραποστολή» που εισάγει η «Ακαδημία»; Υπήρχε καμιά περίπτωση να την επικροτούσε;

Ας συναισθανθούν επιτέλους την εκτροπή τους κι ας πουν την αλήθεια στον πιστό λαό για το πού οδηγούν την Εκκλησία, όλοι αυτοί οι οικουμενιστολάγνοι, πατριάρχες, επίσκοποι, κληρικοί και λαϊκοί θεολόγοι. Κυρίως ας συναισθανθούν την τεράστια ευθύνη τους, ιδιαίτερα δε οι ρασοφόροι, διότι όπως προειδοποιεί ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός: «όταν πιάνη ο παπάς και λέγη το Ευαγγέλιον και λέγη τόσα ψέμματα και τόσες βλασφημίες, αλοίμονον εις εκείνον τον παπά, καλύτερα ήτο να στέκη από μακριά να κλαίη διά τις αμαρτίες του, διά να τον ευσπλαγχνισθή ο Θεός να τον βάλη χωρίς επιτραχήλι εις τον Παράδεισον, παρά να τον βάλη με το πετραχήλι εις την Κόλασιν να καίεται πάντοτε» (39) . Η αποκεκαλυμμένη αλήθεια του Χριστού –εφ’ όσον την αποδεχόμαστε- σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι για τους ορθοδόξους μερική, σχετική ή διαπραγματεύσιμη, ακόμη και αν το δόγμα αυτό το εξετάσουμε από λογική σκοπιά. Όπως μας εξηγεί ο φωτισμένος Αμερικανός γέροντας π. Σεραφείμ Ρόουζ, οι αρχές της σύγχρονης επιστήμης, αλλά και κάθε γνωσιακού συστήματος, είναι οι ίδιες μή διαπραγματεύσιμες και απόλυτες. Εάν δεν ίσχυε αυτό, δεν θα υπήρχε γνώση, ούτε κάν η πιο «σχολαστική» γνώση, αφού δεν θα υφίσταντο κριτήρια για τον προσδιορισμό της γνώσης ή της αλήθειας. Τούτο το αξίωμα μας δεσμεύει, ως προς το ότι το απόλυτο δεν μπορεί να προσεγγισθεί με μέσα που χαρακτηρίζουν το σχετικό. Επομένως εάν δεν υπάρχει η «αποκεκαλυμμένη Αλήθεια», απλά δεν υπάρχει αλήθεια πουθενά και σε τίποτα για τους Ορθοδόξους (40). Επιπλέον, η συνεχής ενεργή συνείδηση πως είμαστε «επόμενοι τοις Αγίοις Πατράσι», σημαίνει απλούστατα παραμένουμε ενταγμένοι εντός των ορίων της Εκκλησίας, ήτοι στο φωτισμό του Αγίου Πνεύματος που οδηγεί το εκκλησιαστικό πλήρωμα απλανώς και αλαθήτως. Γι’ αυτό κι ο Απόστολος Παύλος αναφέρει πως θα πέσουν στα δίχτυα του Αντιχρίστου, αυτοί που δεν θα έχουν καλή διάθεση και όσοι «την αγάπη της αληθείας ουκ εδέξαντο»(41) .

37. Εβρ. ιγ΄ 17

38. Γαλ. α΄ 8

39. Κωνσταντίνου Τριανταφύλλου, Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, σελ. 111

40. π. Σεραφείμ Ρόουζ, Ο μηδενισμός, σελ. 21 και 27

41. Β΄ Θεσ. β΄ 10

Σήμερα λοιπόν, κάνουμε τα αδύνατα-δυνατά, να εκπέσουμε της Αλήθειας· διά της περιφρονήσεως της Παράδοσης, υποχωρεί η Αλήθεια, γιατί «προτιμούμε να αγαπούμε», και έτσι διολισθαίνουμε επικίνδυνα στον αγώνα της σωτηρίας της ψυχής, παθαίνοντας αυτό που έπαθαν οι Δυτικοί, πριν από μία χιλιετία· τη συσκότιση του νου και την έλλειψη της θέας του Ακτίστου! Γι’ αυτό και διαπραγματευόμαστε, και γι’ αυτό διαπραγματευόμαστε «επί ίσοις όροις»· απ’ τη στιγμή που το φώς εξισώνεται με το σκότος, αυτό το φώς που θα έπρεπε να διαφυλαχτεί ως «κόρη οφθαλμού» από τους κακοπροαίρετους αιρετικούς, δυστυχώς αποτελεί για ορισμένα –πνευματικώς- άρρωστα και διεστραμμένα «ορθόδοξα» μυαλά, αντικείμενο μιας πολύ φτηνής συναλλαγής. Ουσιαστικά δηλαδή, επιβεβαιώνεται διαχρονικά ο Χριστός όταν έλεγε επιτιμητικά, «υποκριταί! καλώς προεφήτευσε περί υμών Ησαϊας λέγων, εγγίζει μοι ο λαός ούτος τω στόματι αυτών και τοις χείλεσι με τιμά, η δέ καρδία αυτών πόρρω απέχει απ’ εμού· μάτην δέ σέβονταί με, διδάσκοντες διδασκαλίας εντάλματα ανθρώπων» (42). Καθότι όπως ο ίδιος διαβεβαίωσε ενώπιον του Πόντιου Πιλάτου «εγώ εις τούτο γεγέννημαι και εις τούτο ελήλυθα εις τον κόσμον, ίνα μαρτυρήσω τη αλήθεια…» (43). Μόνο για αυτό, μόνο για την Αλήθεια! Και με τί τίμημα; Τη Θυσία του Μονογενή Υιού του Θεού, ήτοι τη Σταυρική θανάτωση Του από το ίδιο Του το δημιούργημα, τον άνθρωπο! Αυτή είναι η γνήσια Αγάπη που δίδαξε ο Κύριος, η οποία εκφράστηκε μέσα από τον ορθοτομούντα λόγο της Αληθείας και της Εσχάτης Ταπεινώσεως Του! Ποιοι λοιπόν μπορούν να καυχώνται ότι έχουν μετά βεβαιότητας τον Χριστό εντός τους και ακούν τη Φωνή Του; Μήπως αυτοί που απλώς αγαπάνε, και λόγω αυτής της αγάπης τους, κάνουν «οικονομίες» και «εκπτώσεις» στους (ετερόδοξους και ετερόθρησκους) συνανθρώπους τους; Μάλλον όχι, εάν κρίνουμε από τα λεχθέντα του Κυρίου, που -στην συνέχεια της ανωτέρω ευαγγελικής ρήσης, από τον σύντομο διάλογο-ανάκριση που είχε με τον δειλό Πιλάτο- ξεκαθάρισε με απόλυτο τρόπο πως «πάς ο ών εκ της αλήθειας ακούει μου της φωνής» (44) . Δεν είπε «πάς ο ών εκ της αγάπης», αλλά «πάς ο ών εκ της αληθείας», διότι η αγάπη, όταν στερείται της Αλήθειας του Χριστού είναι μια αγάπη ιδιοτελής και άρα άχρηστη! Όποιος κατέχει όμως πραγματικά την Αλήθεια του Χριστού, αυτομάτως ανοίγει τη θύρα (45) που του δίδει τη δυνατότητα να εμβαθύνει στη θυσιαστική Αγάπη Του, η οποία δεν συγκρίνεται με καμιά μορφή άλλης αγάπης. Όποιος επομένως ανοίξει τούτη τη θύρα, πορεύεται απλανώς και ασφαλώς την οδό που οδηγεί απ’ ευθείας στον Κύριο, καθότι επίσης ο Ίδιος μας διαβεβαίωσε ότι «εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή· ουδείς έρχεται στον πατέρα ει μη δι’ εμού » (46) .

Τι απαντούν όμως και οι άμεσα θιγόμενοι, πατέρες της Εκκλησίας στους σύγχρονους διώκτες τους; Τι συμβουλεύουν όλους εμάς τους πιστούς να πράττουμε, όταν οι ποιμένες κατά κύριο λόγο, δεν ορθοτομούν το λόγο της Αληθείας; Ο Άγιος Μελέτιος ο Ομολογητής συμβουλεύει με σαφήνεια και κατ’ απόλυτο τρόπο: «Μή υπακούετε εις μοναχούς, ούτε εις ιερείς, ούτε εις επισκόπους σε όσα κακώς σας συμβουλεύουν να φρονήτε (πιστεύετε)», ενώ ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει πως, «αν ο προεστώς σου είναι σφαλερός εις την πολιτείαν και τα έργα του, μη περιεργάζεσαι. Αν όμως είναι σφαλερός κατά την πίστιν, φεύγε και παράτησέ τον, όχι μόνον αν είναι άνθρωπος, αλλά κάν άγγελος είναι από τον Ουρανόν» (47). Ο δέ Μέγας Βασίλειος μας προτρέπει να εξετάζουμε προσεκτικά τα λεγόμενα των ποιμένων μας (εννοώντας κυρίως, όταν αντιλαμβανόμαστε πως κάποιος καινοτομεί περί την πίστιν), διότι όταν εμφανίζονται ψευδοπροφήτες «ορθόδοξοι», πολλές φορές υποκρίνονται και έχουν την ικανότητα να συναρπάζουν τις ψυχές των απρόσεκτων (48). Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός συμβούλευε «να αφήνομεν τας φλυαρίας των ασεβών, των αιρετικών, των αθέων» και να «λέγομεν μόνον όσα το Πνεύμα το Άγιον εφώτισε τους Αγίους Προφήτας, Αποστόλους και Πατέρας της Εκκλησίας μας και μας έγραψαν» (49) . Και αυτό επειδή «όλαι αι πίστεις είναι ψεύτικες, κάλπικες, όλες του διαβόλου. Τούτο εκατάλαβα αληθινόν, θείον, ουράνιον, σωστόν, τέλειον και διά λόγου μου και διά λόγου σας, ότι μόνη η Πίστις των Ορθοδόξων Χριστιανών είναι καλή και άγια, το να πιστεύομεν και να βαπτιζόμεθα εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.

___________________________________________________________________________________________

42. Ματθ. ιε΄7-9

43. Ιω. ιη΄ 37

44. Αυτόθι

45. Ιω. ι΄ 9, «εγώ ειμί η θύρα ` δι’ εμού εάν τίς εισέλθη, σωθήσεται, και εισελεύσεται και εξελεύσεται, και νομήν ευρήσει». 46. Ιω. ιδ΄ 6

47. Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Περί συνεχούς Μεταλήψεως, σελ. 175

48. Μεγάλου Βασιλείου, Τα Ηθικά, όρος ΚΗ΄

49. Κωνσταντίνου Τριανταφύλλου, Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, Διδαχή Α΄, σελ. 62

Τούτο και σας λέγω τώρα εις το τέλος· να χαίρεσθε και να ευφραίνεσθε χιλιάδες φορές πως αξιωθήκατε όπου είσθε Ορθόδοξοι Χριστιανοί, και να κλαίετε και να θρηνείτε διά τους ασεβείς και αιρετικούς, όπου περιπατούν εις τας χείρας του διαβόλου» (50). Ο Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης τονίζει ρητά πως «οι αγιασμένοι άνθρωποι του Θεού, δεν θα πρόδιδαν την Πίστη τους, ούτε με μία λέξη»! Μέσα σ’ αυτό το πνεύμα, εμφανιζόταν εξ ίσου επικριτικός κι ο πασίγνωστος γέροντας Παϊσιος, ο οποίος έλεγε χαρακτηριστικά: «Μαζεύονται και συνεδριάζουν και κάνουν συζητήσεις ατελείωτες για πράγματα που δεν χωρά συζήτηση, που ούτε οι ίδιοι οι Πατέρες συζήτησαν εδώ και χρόνια. Όλες αυτές οι ενέργειες είναι του Πονηρού, για να ζαλίζουν και να σκανδαλίζουν τους πιστούς και να τους σπρώχνουν άλλους στην αίρεση και άλλους σε σχίσματα, και να κερδίζει έδαφος ο διάβολος… Μερικοί από τους Ορθοδόξους που έχουν ελαφρότητα και θέλουν να κάνουν προβολή, «ιεραποστολή», συγκαλούν συνέδρια με ετεροδόξους, για να γίνεται ντόρος και νομίζουν ότι έτσι θα προβάλλουν την Ορθοδοξία, με το να γίνουν δηλαδή ταραμοσαλάτα με τους κακοδόξους» (51). Ο άγιος Ιγνάτιος Μπριατσανίνωφ με τη σειρά του λέει χαρακτηριστικά πως «με την αποδοχή ψευδοδιδασκαλιών (δηλαδή εσφαλμένων σκέψεων για το Θεό ή οτιδήποτε έχει σχέση με την Εκκλησία), με την παραμόρφωση της δογματικής και ηθικής διδασκαλίας που μας αποκάλυψε ο ίδιος ο Θεός, συντελείται -χάρις στην επίδραση και παρέμβαση των ψευδοδιδασκαλιών- η φθορά του Πνεύματος. Και έτσι ο άνθρωπος καταντάει υιός του διαβόλου» (52). Ακόμη και ο Επίσκοπος πρώην Φλωρίνης, ο θρυλικός Αυγουστίνος Καντιώτης, έλεγε κάποτε προφητικά πως «θα δείτε ανθρώπους, που τους θεωρούσατε Χριστιανούς μεγάλους, να μη το έχουν για τίποτα να βγουν μεθαύριο έξω και να υψώσουν παντιέρες ξένες προς τον Χριστιανισμό και την Ορθοδοξία» (53). Τούτη την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της σύγχυσης και της πλάνης, έρχεται να την επιβεβαιώσει και η εσχατολογική προφητεία του Οσίου Νείλου του Μυροβλήτου, που έζησε κατά τον 17ο αιώνα και εκοιμήθη στις 12 Νοεμβρίου του 1651· «…όταν πλησιάσει ο καιρός της ελεύσεως του Αντιχρίστου θα σκοτισθή η διάνοια των ανθρώπων από τα πάθη της σάρκας και θα πληθυνθή η ασέβεια και η ανομία. Τότε άρχεται ο κόσμος να γίνεται αγνώριστος… Οι ποιμένες των Χριστιανών, Αρχιερείς και Ιερείς, θα είναι άνδρες κενόδοξοι (εκτός εξαιρέσεων), παντελώς μη γνωρίζοντες την δεξιάν οδόν από την αριστεράν, τότε θα αλλάξουν τα ήθη και αι παραδόσεις των Χριστιανών και της Εκκλησίας… Αι Εκκλησίαι δέ του Θεού θα στερηθούν ευλαβών και ευσεβών ποιμένων και αλλοίμονον τότε εις τους εν τω κόσμω ευρισκόμενους Χριστιανούς οι οποίοι θα στερηθούν τελείως την Πίστιν, διότι δεν θα βλέπουν από κανέναν φώς επιγνώσεως…» (54). Μήπως βρισκόμαστε στο προοίμιο μιας τέτοιας εποχής;

Παρ’ όλα αυτά, στη σημερινή εποχή της σύγχυσης, υπάρχουν πολλοί «γλυκανάλατοι» και «συναισθηματικοί»-«ευσεβιστές» Χριστιανοί, που θεωρούν ανύπαρκτο τον κίνδυνο που απορρέει εκ του Οικουμενισμού, θεωρώντας ότι οι φόβοι των αληθώς ανησυχούντων και αγρυπνούντων στα θέματα της Πίστεως είναι υπερβολική και αποκρουστική απαισιοδοξία. Η ομάδα αυτή όμως, που παραδοσιακά εκφράζει στα σπλάχνα της Εκκλησίας την τάση των «φιλενωτικών», με τούτη τη στάση που διατηρεί, δείχνει να συμμαχεί με το εκκοσμικευμένο πνεύμα, που ως κακέκτυπο κληρονομήσαμε από τον αποστάτη Δυτικό κόσμο, και ενώπιον του πνεύματος αυτού, προτιμούν να εθελοτυφλούν συνειδητά οι περισσότεροι, όντες «μπαζωμένοι» από τα «κτιστά» και «κοσμικά» τους. Έτσι διά της μεθόδου του «στρουθοκαμηλισμού», αρνούνται να αναγνωρίσουν το τεράστιο χάος που χωρίζει τον κόσμο από το Θεό, γιατί σε μια τέτοια περίπτωση θα είναι αναγκασμένοι να παραδεχθούν ότι το ίδιο χάος χωρίζει και τους ίδιους από το Θεό. Αν επιχειρήσει κανείς να τους νουθετήσει ή απλά να τους ενημερώσει για την κρισιμότητα της κατάστασης από τον οικουμενιστικό κίνδυνο, υποβιβάζουν το θέμα υποκριτικά λέγοντας συνήθως στερεότυπες φράσεις τύπου, «έλα μωρέ, μην είσαι τόσο απαισιόδοξος, όλα ‘μαύρα’ τα βλέπεις», και κοιτάζουν να αλλάξουν άρον- άρον θέμα, μη τυχόν και ξεβολευτούν από την «προνομιούχο» θέση της κοινωνικής «ασφάλειας» που αισθάνονται, σ’ ________________________________________________________________________________________

50. Αυτόθι, σελ. 82

51. Διονυσίου Τάτση, Αθωνικόν ημερολόγιον

52. Αγίου Ιγνατίου Μπριατσανίνωφ, «Προσφορά στον σύγχρονο μοναχισμό», τομ. Γ΄, σελ. 203

53. επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτη, «Οι Χριστιανοί στους έσχατους καιρούς», σελ. 61

54. Αβραάμ Μοναχού Αγιορείτου, «Οι Προφήτες μας αποκαλύπτουν», σελ. 72-73

αυτή τη σύγχρονη Βαβέλ που ζούμε. Μάλιστα «βλέπουν» και το μέλλον λαμπρό· ο Χριστιανισμός γι’ αυτούς είναι τόσο συμβατός με τον «κόσμο» τους, την εικονική πραγματικότητα στην οποία ζουν, και είναι τόσο ευχαριστημένοι για τη ζωή που ακολουθούν, που μπορεί και να μην σε συγχωρήσουν ποτέ αν τους αποδείξεις ότι πλανώνται. Δείχνουν να μην ταράσσονται στη θέα μιας «παγκοσμιοποιημένης εκκλησίας» με ποικιλόμορφα χαρακτηριστικά, με «ελευθερία κινήσεων» και με βασικό στοιχείο-προπομπό το δεσμό της «κοσμικής αγάπης». Έτσι εξηγείται και το γεγονός, ότι οι αιρετικοί των διαφόρων αποχρώσεων, που σχετίζονται με τους Ορθόδοξους-εκσυγχρονιστές, δεν προβληματίζονται για την κατάσταση στην οποία βρίσκονται, κοινώς το δόγμα περί σωτηρίας των ψυχών, ένθεν-κακείθεν, υποβιβάζεται και αντικαθίσταται από το ξένο προς την Ορθοδοξία δόγμα, δυτικής προελεύσεως φυσικά, του «να είσαι απλά καλός άνθρωπος». Κατά τ’ άλλα, όλα όσα συνέβησαν στο παρελθόν και χωρισθήκαμε κάπου, κάπως, κάποτε, ήσαν …παρεξηγήσεις, …μικροεγωισμοί και στενοκεφαλιές. Βέβαια, συχνά αναγκάζονται να παραδεχθούν πως υπάρχουν και δογματικές διαφορές, οι οποίες όμως θα υπερπηδηθούν από την «αγάπη», ή για να είμαστε πιο ακριβείς, …θα ξεχαστούν από την …πολλή «αγάπη». Αναφέραμε όμως και προηγουμένως, ότι αυτή η αγάπη που εκφράζουν είναι ιδιοτελής, είναι στην ουσία αγάπη προς τον υλικό κόσμο και τα συμφέροντα που απορρέουν προς αυτόν. Είναι μια κλασσική «νέο-ταξική» συνθηκολόγηση με το ψέμα, των ανθρώπων δηλαδή που δεν έχουν διάθεση να πολεμήσουν με τις δυνάμεις του σκότους. Όμως το όνειρό τους, της κοσμικής ευδαιμονίας και αυτάρκειας, είναι ένα όνειρο καταδικασμένο από τον ίδιο τον Κύριο. Για τον λόγο αυτό και ο Απόστολος των Εθνών, Παύλος, δεν συμμερίζεται την αισιοδοξία τους για την ειδυλλιακή εικόνα που οραματίζονται οι «υπερ-ευαίσθητοι» Χριστιανοί· γράφει λοιπόν στον μαθητή του Τιμόθεο για την εποχή μας προφητικά: «Τούτο δέ γίνωσκε· ότι εν εσχάτοις ημέραις ενστήσονται καιροί χαλεποί· έσονται γάρ οι άνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, αλαζόνες, υπερήφανοι, βλάσφημοι, γονεύσιν απειθείς, αχάριστοι, ανόσιοι, άστοργοι, άσπονδοι, διάβολοι, ακρατείς, ανήμεροι, αφιλάγαθοι, προδόται, προπετείς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μάλλον ή φιλόθεοι, έχοντες μόρφωσιν ευσέβειας, την δέ δύναμιν αυτής ηρνημένοι» (55) . Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω συμπτωμάτων, θα είναι η γενικευμένη και πρωτοφανής -σε εύρος συγκρητισμού- αποστασία, που θα προηγηθεί του Αντιχρίστου· «εάν μή έλθει η αποστασία πρώτον» (56) .

Ολοκληρώνοντας λοιπόν ετούτη την ταπεινή εργασία και απευθυνόμενοι για τελευταία φορά στον π. Αθανάσιο Κολλά, θα επιθυμούσαμε να του αφιερώσουμε και την άποψη ενός προσήλυτου αδερφού μας από τις ΗΠΑ, ενός «μανιώδη αναζητητή της Αλήθειας», ονόματι Φράνκ Σέφερ, Ορθοδόξου πλέον με τη Χάρη του Θεού, για την σύγχρονη «ιεραποστολή» των «διαλόγων» που χαράσσουν οι περισσότεροι ταγοί της ορθοδόξου Εκκλησίας. Πρέπει να λάβουμε όλοι μας πολύ σοβαρά τα κάτωθι λεχθέντα, για να δούμε εάν όντως βοηθιούνται από αυτές τις σύγχρονες «θεολογικές» ενέργειες και οι άνθρωποι που βρίσκονται στην «άλλη πλευρά», του πνευματικού σκότους και της πλάνης. Λέει λοιπόν ο νεοφώτιστος αδελφός μας (και κλείνουμε με αυτό): «είναι σίγουρα καιρός για τους Ορθοδόξους, ακόμη και για εκείνους που έχουν επενδύσει σημαντικό μέρος του χρόνου και του κύρους τους στον Οικουμενισμό, να παραδεχτούν την αλήθεια: Η Οικουμενική Κίνηση αποτελεί αποτυχία από την Ορθόδοξη άποψη. Είναι ένα άθλιο φιάσκο, ισότιμο με την άτυχη Λεγεώνα των Εθνών, ένα άλλο προϊόν της μανίας του ουτοπισμού που κυρίευσε τον εικοστό αιώνα. Η Ορθοδοξία δε ‘‘ζύμωσε όλη τη ζύμη’’. Μάλλον το αντίθετο συνέβη. Η αποστασία του φιλελεύθερου Προτεσταντισμού και η αποδοχή από τις προτεσταντικές ομολογίες της ανηθικότητας και της διαστροφής έχουν αυξηθεί φανερά κατά τη διάρκεια της ‘‘οικουμενιστικής εποχής’’. Σε μια εκ των υστέρων εξέταση φαίνεται καθαρά ότι έχει γίνει κατάχρηση της αθώας καλής θέλησης των Ορθοδόξων στην Οικουμενική Κίνηση. Στην πραγματικότητα η εμπλοκή των Ορθοδόξων δεν πέτυχε να μαρτυρήσει την αλήθεια, αλλά μόνο να προσδώσει κύρος σ’ ένα σκάνδαλο, και να φέρει σε σύγχυση τους πιστούς για το ποιός είναι ο πραγματικός χαρακτήρας της αποστασίας του Προτεσταντισμού και της σχετικοκρατίας. Αποτελεί ΤΡΑΓΙΚΗ ΕΙΡΩΝΕΙΑ το γεγονός ότι οι χιλιάδες Προτεστάντες, οι οποίοι έχουν πρόσφατα μεταστραφεί στην Ορθοδοξία, συμπεριλαμβανομένου και ικανού αριθμού λαϊκών Ευαγγελικών ποιμένων και ιερέων από διάφορη Ομολογιακή προέλευση, δεν ήρθαν στην Ορθοδοξία από την Ορθόδοξη ‘‘μαρτυρία’’ στις οικουμενιστικές συναντήσεις, ΑΛΛΑ ΣΥΝΕΒΗ ΑΚΡΙΒΩΣ ΤΟ

________________________________________________________________________________________

55. Β΄ Τιμ. γ΄ 1-5

56. Β΄ Θεσ. β΄ 3

ΑΝΤΙΘΕΤΟ. Το κύμα των προσφάτων προτεσταντών προσήλυτων ήρθε μέσα στην Εκκλησία όχι εξ αιτίας των ευγενικών τους προσπαθειών στον ‘‘διάλογο’’, αλλ’ εξ αιτίας της ΑΙΩΝΙΑΣ, ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ και ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ. Σ’ αυτή μπορεί να συμπεριληφθεί και η μαρτυρία εκείνη, η οποία διακηρύττει με δύναμη την ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΦΥΣΗ της Ορθόδοξης Εκκλησίας ως της ΑΛΗΘΙΝΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ. Πρώην Προτεστάντες, όπως εγώ, δεν ήρθαμε στην Ορθοδοξία, και μάλιστα με ΑΚΡΙΒΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ, επειδή κάναμε κάποιον ‘‘διάλογο’’, ή επειδή μας είπαν ότι ‘‘όλοι εμείς είμαστε μια ευτυχισμένη οικογένεια χριστιανών’’, αλλά για να μπορέσουμε να ΒΡΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ…» (57) .

__________________________________________________________________________________________

57. FRANK SCHAEFFER, ΧΟΡΕΥΟΝΤΑΣ ΜΟΝΟΣ – ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ ΣΤΟΝ ΑΙΩΝΑ ΤΩΝ ΨΕΥΤΙΚΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ, σελ. 508-509

29/09/2011 Posted by | Ιωάννης Μαρκάς, Μεταπατερική αίρεση, Μεταμοντερνισμός, Νέα εποχή, Οικουμενισμός, Ρωμαιοκαθολικισμός - Παπισμός | , , , , , , | Σχολιάστε

«ΑΚΑΔΗΜΙΑ» ΒΟΛΟΥ ΚΑΙ ΘΑΜΩΝΕΣ (Ι.Μ.).

Ι ω ά ν ν η Ν. Μ α ρ κ ά

ΟΙ «ΠΑΤΡΟΜΑΧΟΙ» ΤΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΚΑΙ ΟΙ ΟΨΙΜΟΙ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΕΣ ΤΟΥΣ

– ΑΝΑΙΡΕΣΙΣ ΘΕΣΕΩΝ ΤΟΥ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ, π. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΚΟΛΛΑ.-

5ο Μέρος

ΣΥΝΤΟΜΗ ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΕ ΤΗΝ «ΑΚΑΔΗΜΙΑ» ΚΑΙ ΤΟΥΣ «ΕΚΛΕΚΤΟΥΣ» ΘΑΜΩΝΕΣ ΤΗΣ 

synedriako 4

Στο σημείο αυτό, και λίγο πριν τον επίλογο, ίσως είναι η καλύτερη ευκαιρία να κάνουμε μια σύντομη γνωριμία με τον θεολογικό αυτό οργανισμό που λέγεται «Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών», αλλά και με μερικούς «εκλεκτούς» θαμώνες της. Κι αυτό διότι ο π. Αθανάσιος Κολλάς, στον επίλογο του δικού του κειμένου, διαβεβαιώνει το «απληροφόρητο», στην πλειοψηφία του, ποίμνιο της Ι. Μ. Δημητριάδος, πως «… η Ακαδημία κινείται μέσα στο πνεύμα και τα αληθινά πλαίσια της ορθόδοξης θεολογικής παράδοσης και ζωής της Εκκλησίας…». Ξανά εδώ μας παρουσιάζει την αντίφαση, από τη μια δηλαδή η «Ακαδημία» «…δεν εκφράζει την επίσημη θεολογική γραμμή της τοπικής ή της κατά την οικουμένην Ορθόδοξης Εκκλησίας…», από την άλλη ότι «…κινείται μέσα στο πνεύμα και τα αληθινά πλαίσια της ορθόδοξης θεολογικής παράδοσης και ζωής της Εκκλησίας…». Όπως λέει και ο θυμόσοφος λαός μας «με λένε Ρίζο και όπως θέλω τα γυρίζω»! Αυτό που δεν μας λέει όμως ο π. Κολλάς, και όλοι οι συντελεστές αυτού του θεολογικού ινστιτούτου, είναι ποιος ή ποιοι το χρηματοδοτούν! Εφ’ όσον όπως ισχυρίζονται οι ανωτέρω δεν έχουν κάτι να κρύψουν από το χριστεπώνυμο πλήρωμα της τοπικής μας εκκλησίας, γιατί δεν αποκαλύπτουν και τους χρηματοδότες όλων αυτών των πολυτελών συνεδρίων και συμποσίων; Πώς επί παραδείγματι, είναι δυνατόν η Ι. Μ. Δημητριάδος, επικαλούμενη την «οικονομική κρίση», να κλείνει μέσα στο καλοκαίρι του 2010 τα ιδιωτικά εκπαιδευτήριά της, στα οποία οι γονείς πλήρωναν δίδακτρα υψηλά, και αντιθέτως «εν μέσω οικονομικής κρίσης», η «Ακαδημία» να στέκεται αλώβητη, χωρίς να μειώνει έστω τα «προγράμματά» της, πραγματοποιώντας μάλιστα και «εκτός έδρας» εξορμήσεις, εξαπλώνοντας έτσι το δίκτυό της; Απλές ερωτήσεις κάνουμε…

Αίσθηση πάντως προκάλεσε η παραδοχή της «Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών» πως εκ των βασικών χρηματοδοτών του συνεδρίου της «μεταπατερικής θεολογίας», υπήρξε το «ιησουίτικο» Fordham University από τη Νέα Υόρκη, καθώς και το γερμανικό πανεπιστήμιο του Munster. Δηλαδή σε ένα συνέδριο υποτίθεται «ορθοδόξου ενδιαφέροντος», βασικοί χρηματοδότες του υπήρξαν δύο πανεπιστημιακά ιδρύματα, ένα παπικό και ένα προτεσταντικό! Επίσης από την ιστοσελίδα της «Ακαδημίας» πληροφορούμαστε πως υπάρχει συνεργασία (άραγε και χρηματοδότηση;) με έναν μεγάλο αριθμό διεθνών οργανισμών, που προωθούν ανοιχτά προγράμματα του οικουμενισμού. Το οικουμενιστικό ινστιτούτο του Bossey και το παγκόσμιο συμβούλιο εκκλησιών (Π.Σ.Ε.), το συμβούλιο εκκλησιών της Μέσης Ανατολής (MECC), το οικουμενικό συμβούλιο νέων της Ευρώπης (EYCE), το ευρωπαϊκό μουσουλμανικό φόρουμ νεανικών και φοιτητικών οργανώσεων (FEMYSO), το Boston Theological Institute (ΗΠΑ), το Drury University (ΗΠΑ), καθώς και το δικό μας «παιδαγωγικό ινστιτούτο», το γνωστό για τις αντιχριστιανικές και εθνομηδενιστικές του θέσεις, που πιέζει φορτικά το μάθημα των θρησκευτικών να απολέσει τον ομολογιακό και κατηχητικό του χαρακτήρα προς χάριν της πολυπολιτισμικότητας, αλλά και το μάθημα της ιστορίας να «γραφτεί από την αρχή», με όρους νέο-οθωμανικούς. Όπως πάντως αντιλαμβάνεται κανείς οι ανωτέρω φορείς, προσκαλούνται από την «Ακαδημία», όχι για να μαθητεύσουν στην Αλήθεια της Ορθοδοξίας, αλλά να μας μάθουν εμάς τους Ορθοδόξους, θεολογία. Κάθε εχέφρων πιστός λοιπόν, ας βγάλει τα συμπεράσματά του!

Εξαιρετικό όμως ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα πρόσωπα που παραβρίσκονται τακτικά ή παραβρέθηκαν (έστω μία φορά) κατά τη δεκαετή αυτή διαδρομή στις θεολογικές συνάξεις της «Ακαδημίας». Ας γνωρίσουμε όσο πιο σύντομα γίνεται ορισμένους από αυτούς και θα διαπιστωθούν πολλά για τον ρόλο και τους σκοπούς της «Α.Θ.Σ.»:

Μουν

Αγουρίδης

Σάββας Αγουρίδης: Πρόκειται αναμφίβολα για τον «πνευματικό πατέρα» και τον «ιδεολογικό καθοδηγητή» όλων αυτών των νεωτεριστών θεολόγων που στελεχώνουν την «Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών». Ο μακαρίτης πλέον καθηγητής, είχε πλούσιο και εντυπωσιακό βιογραφικό. Υπήρξε στενός συνεργάτης του αυτοαποκαλούμενου «μεσσία», του γνωστού παράφρονα Κορεάτη Μούν, και μέλος της αντίχριστης και αιρετικής κίνησης του τελευταίου, με την επωνυμία «διεθνές θρησκευτικό ίδρυμα». Ο ίδιος δε ήταν επικεφαλής της συντακτικής επιτροπής που ανέλαβε να εκδώσει τη σατανοκίνητη και βλάσφημη «παγκόσμια αγία γραφή» (world scripture), μια παναιρετική ανθολογία «ιερών εδαφίων» και «προφορικών παραδόσεων» όλων των θρησκειών, με στόχο να δειχθεί ότι όλες οι θρησκείες συγγενεύουν και «οδηγούν στον ίδιο σκοπό». Η κίνηση αυτή, όπως και ο μακαρίτης καθηγητής, καταδικάστηκαν από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, επί μακαριστού αρχιεπισκόπου Σεραφείμ, η οποία επιπλέον με έγγραφό της, ζητούσε και από τα τέσσερα τμήματα των θεολογικών σχολών Αθηνών-Θεσσαλονίκης, να καταδικάσουν και αυτές με τη σειρά τους τον συνάδελφό τους (ο οποίος σημειωτέον θήτευσε στις θεολογικές σχολές και των δύο πόλεων) καθώς και την «κίνηση του Μούν». Για την ιστορία, στο κάλεσμα αυτό ανταποκρίθηκε μόνο το Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας του ΑΠΘ, χωρίς όμως να κατονομάζει τον καθηγητή (29) . Γενικότερα πάντως, οι θεολογικές του τοποθετήσεις ξεσήκωναν κατά καιρούς σάλο αντιδράσεων. Σε μία από αυτές ισχυρίστηκε ούτε λίγο, ούτε πολύ πως η ησυχαστική παράδοση των ορθοδόξων και το βουδιστικό «ζέν», οδηγούν στην ίδια εμπειρία (30) !! Αξίζει επίσης να προστεθεί ότι o καθηγητής Αγουρίδης υπήρξε μέλος συμβουλευτικό της γνωστής για την πλούσια ανθελληνική και αντορθόδοξη δράση της, ΜΚΟ «ελληνικό παρατηρητήριο για τη συμφωνία του Ελσίνκι». Μιας ομάδας που χρηματοδοτείται από το «ίδρυμα Σόρος» και που έχει στις ηγετικές του γραμμές τον πασίγνωστο ομοφυλόφιλο και στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, Γρηγόρη Βαλλιανάτο, καθώς και τον εξίσου προκλητικό για τον γενιτσαρισμό του, Παναγιώτη Δημητρά (31) .

Βασιλει-Άδης

Πέτρος Βασιλειάδης: Καθηγητής του τμήματος θεολογίας της θεολογικής σχολής του ΑΠΘ, «γνήσιο τέκνο» του καθηγητού Αγουρίδη, θα τολμούσαμε να τον αποκαλέσουμε «φυσικό διάδοχό» του. Εκ των μαέστρων της «φιλελεύθερης θεολογίας», ηγείται του «νεοβαρλααμισμού» και ήταν αυτός που στη θεολογική ημερίδα της Θεσσαλονίκης (20-5-2009), είχε εισηγηθεί πως «θα πρέπει να υπερβούμε τους πατέρες».

Ζηζιούλας

Περγάμου Ιωάννης: Για τους οικουμενιστές θεωρείται ο «κορυφαίος θεολόγος» του αιώνα μας και μαζί με τον σεβασμιώτατο Δημητριάδος, ως οι «άγιοι πατέρες» του οικουμενισμού! Σ’ αυτόν ανήκει η περίφημη δήλωση. «παρήλθε πλέον η εποχή της ναρκισσευομένης ορθοδοξίας», μια ατάκα που είδαμε να αναμασά και ο π. Κολλάς Βασικός εισηγητής στον ορθόδοξο χώρο της «βαπτισματικής θεολογίας» του Π.Σ.Ε., αλλά και μεγάλος εραστής της αντίχριστης «δαρβινικής θεωρίας», ήτοι της «θεωρίας της εξελίξεως». Ειδικά για την «επιστήμη» του Δαρβίνου έχει δηλώσει στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» (32) ότι είναι «σωστή και άρτια»(!!), γιατί «βοηθά τον άνθρωπο να κατανοήσει και να αγαπήσει τα άλλα είδη του φυσικού βασιλείου και έτσι να αναπτύξει …οικολογική συνείδηση»! Το βέβαιον είναι πως σκοπός και στόχος της «νέας εποχής» είναι η απόκτηση οικολογικής συνείδησης, αλλά όχι χριστιανικής!

Μπέγζος

Μάριος Μπέγζος: Καθηγητής Συγκριτικής Φιλοσοφίας της Θρησκείας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, θήτευσε στο πλευρό του (μεγάλου) οικουμενιστή, Νικολάου Νησιώτη. Στενός συνεργάτης σήμερα του αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου, ξεσήκωσε σάλο πέρυσι τέτοιο καιρό, όταν στην εκπομπή της Ρίκας Βαγιάννη, «έχουμε και λέμε» (ΕΤ-1), απάντησε σε σχετική ερώτηση ότι «δεν είναι σίγουρο ότι υπήρξε ο Χριστός (!!)», και ότι «δεν αποδεικνύεται μαθηματικώς η ύπαρξη του Χριστού» (33) . Για το ότι όμως αποδεικνύεται ιστορικώς, μάλλον δεν έχει ακούσει τίποτα ο πολύπειρος καθηγητής.

Αθανάσιος Παπαθανασίου

Παπαθανασίου

Θανάσης Παπαθανασίου: Ένας εκ των 44 πρωτεργατών της διασπαστικής θεολογικής ομάδος του «ΚΑΙΡΟΥ». Αποσπασμένος στην «Ιερά Σύνοδο» της Εκκλησίας της Ελλάδος (όλως τυχαίως!), διευθυντής του εκσυγχρονιστικού περιοδικού «Σύναξη», επελέγη από τον μητροπολίτη Δημητριάδος στη «συνοδική επιτροπή για θέματα παιδείας και νεότητας». Απορρίπτει τον ομολογιακό χαρακτήρα του μαθήματος των θρησκευτικών, ως μέθοδο διδασκαλίας στα σχολεία συμπλέοντας με το νέο-ταξικό γκρουπόσκουλο της «μις Μπίλντεμπεργκ», Άννας Διαμαντοπούλου και του υπουργείου (λέμε τώρα!) παιδείας. Στα αξιομνημόνευτά του «επιτεύγματα», είναι και η εισήγηση που έχει κάνει, να αντικατασταθεί ο άρτος και ο οίνος στη «Θεία Ευχαριστία», με άλλα υλικά που να ταιριάζουν με την πολιτιστική παράδοση των λαών!! Περιττό να πούμε επίσης πως πρόκειται για νέο-βαρλααμίτη πρώτου βαθμού.

Γιανναράς

Χρήστος Γιανναράς: Ο ηγέτης της «νέο-ορθοδοξίας»! Πλήθος αιρετικών απόψεων, μέγα το χάσμα που τον χωρίζει από την ορθόδοξη παράδοση και κουλτούρα, από πού να αρχίσει κανείς και που να τελειώσει! «Κατάφερε» ως και να ερμηνεύσει την …ουσία του Θεού, ότι δεν κατόρθωσαν 2000 χρόνια οι Απόστολοι και οι Άγιοι Πατέρες. Συνεπώς πρόκειται για έναν εκ των προφητών της «μεταπατερικής θεολογίας». Οπαδός επίσης των «προγαμιαίων σχέσεων», καθότι …«η θέωση περνά μέσα από τον έρωτα»(!!), ενώ αίσθηση έχει προκαλέσει και η θέση του «να καταργηθεί το μάθημα των θρησκευτικών από τα σχολεία» (34) ! Γενικώς έχει την τάση να αμφισβητεί τους πάντες και τα πάντα: ιερούς κανόνες, ιερά παράδοση, τους πατέρες της Εκκλησίας για δήθεν δαιμονοποίηση της σεξουαλικότητας, τα ιερά μυστήρια, τη φιλοκαλία, ακόμη και το Αειπάρθενο της Κυρίας Θεοτόκου, βλασφημία και ατομοκεντρισμός χωρίς όρια!

Μανιτάκης

Αντώνης Μανιτάκης: Γνωστός άθεος και «εκσυγχρονιστής», σφοδρός πολέμιος του αγώνα κατά των ταυτοτήτων που διεξήγαγε ο μακαριστός αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, με πλούσια εκκλησιομαχική και εθνομηδενιστική δράση. Συντάχθηκε αναφανδόν υπέρ του κατάπτυστου και προδοτικού «σχεδίου Ανάν» το 2004, παρέα με την εθνομηδενιστική φράξια των Τρεμόπουλου, Λιάκου, Κουλούρη, Ρεπούση, Δραγώνα, Φραγκουδάκη, Ν. Δήμου, Παντελή Καλαϊτζίδη, Πέτρου Κουναλάκη, Μιχάλη Σταθόπουλου κ.α. περισπούδαστων «νενέκων». Εννοείται πως τάσσεται ανοιχτά κατά της διδασκαλίας των θρησκευτικών στα σχολεία (35) .

Καραμάνου

Άννα Καραμάνου: Ευρωβουλευτίνα του ΠΑΣΟΚ. Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς; Τον άκρατο-δαιμονοκίνητο φεμινισμό της, που την οδήγησε στην ανεκδιήγητη προσφυγή της στην Ε.Ε., για να αρθεί το «άβατον» του Αγίου Όρους; Ή μήπως το γεγονός πως δηλώνει κι αυτή υποστηρικτής (τρομάρα της!) της «χειροτονίας των γυναικών»;

Καραμάνου

π. Παύλος Κουμαριανός: Αρχιμανδρίτης της Αρχιεπισκοπής, ήταν ένας από τους συμμετέχοντες στην «Ημερίδα» της Θεσσαλονίκης (20-5-2009) ως εκπρόσωπος του Αρχιεπισκόπου, κ. Ιερωνύμου. Σόκαρε τους πάντες με την τοποθέτησή του, «να προχωρήσουμε στην (εκκλησιαστική και ευχαριστιακή) ένωση (σσ. με τους παπικούς) και έπειτα να εξεταστούν οι διαφορές»!! Συνεπής ως προς την παραπάνω θέση του, όντας στην κουστωδία του μητροπολίτη Δημητριάδος τον περασμένο Σεπτέμβρη στο παπικό μοναστήρι του Bose της Ιταλίας, κοινώνησε όστια στην παπική λειτουργία! Ο θόρυβος που προκλήθηκε από αυτή την πρωτοφανή (;) ενέργεια, σε συνδυασμό με την καταγγελία του συμβάντος από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Γλυφάδας, Παύλο, ανάγκασε τον Αρχιεπίσκοπο να τον θέσει σε (επ’ αόριστον) αργία (αντί για καθαίρεση, όπως προβλέπουν οι Κανόνες).

Θερμός

π. Βασίλειος Θερμός: Προέρχεται από την κατ’ εξοχήν «μητρόπολη του νέο-βαρλααμισμού», την Ι.Μ. Πρεβέζης. Φανατικός οπαδός της «λειτουργικής ανανέωσης», μέγας νέο-βαρλααμίτης, λοιδορεί πάν το παραδοσιακό. Αρέσκεται να κάνει λόγο για «τσιμέντωμα» (!) της λατρείας, εκφράζεται υποτιμητικά για το Βυζάντιο, οπαδός της μετανεωτερικότητας και της παγκοσμιοποίησης.

Ζουμπουλάκης

Σταύρος Ζουμπουλάκης: Διευθυντής του περιοδικού «Νέα Εστία» της Καθημερινής, μόλις εθίχθησαν τα «αφεντικά» του στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, από τον μητροπολίτη Πειραιώς, αμέσως ζήτησε την παραδειγματική τιμωρία του τελευταίου, ήτοι να μπει στη φυλακή! Μέγας υμνητής του καθηγητού Αγουρίδη, οπαδός της πολυπολιτισμικότητας, αυτοαποκαλείται «αριστεροχριστιανός»(!), όμως ασφαλώς πρόκειται για έναν ακόμη γνήσιο εκκλησιομάχο!

Καλαϊτζίδης

Παντελής Καλαϊτζίδης: Ο οικοδεσπότης και η «ψυχή» της «Ακαδημίας»! «Δεξί χέρι» του μητροπολίτη Δημητριάδος, έχει χαρακτηριστεί ως «εξτρεμιστικό» στοιχείο στο χώρο της θεολογίας και όχι άδικα. Εκ των γεννητόρων και εμπνευστών της «μεταπατερικής θεολογίας», και με αγαπημένο δόγμα «την υπέρβαση των πατέρων». Συνοψίζει τα χαρακτηριστικά όλων των προηγουμένων. Υπέρ της «λειτουργικής ανανέωσης», της «φεμινιστικής θεολογίας» και του «μη ομολογιακού» μαθήματος των θρησκευτικών. Ανοιχτός ιδεολογικά στο κάθε τι, κάτι που διαπιστώνουμε και με την στάση που τήρησε στο «σχέδιο Ανάν», παρέα με τους άλλους «νέο-ταξίτες» που αναφέραμε πιο πάνω.

Παραπομπές:

28. π. Ιωάννη Ρωμανίδη, Δογματική και Συμβολική Θεολογία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, Τόμος Α΄, σελ. 191

29.www.oodegr.com/oode/sygrafeis/agouridis_1.htm

30. άρθρο του Σάββα Αγουρίδη με τίτλο «Η εμπειρία του θείου φωτός στους Ορθόδοξους Ησυχαστές και ο φωτισμός στον Βουδισμό Ζέν» – εισήγηση στο «conference on God and God’s Equivalents» που οργάνωνε το «Council on the World’s Religions», στην Ασσίζη Ιταλίας, 16-5-1990

31.http://www.greekhelsinki.gr/bhr/greek/profile.html

32. φύλλο της 1-6-09, σελ. 49

33. http://www.youtube.com/watch?v=whjMrmQH6Dc&feature=related

34. εφημερίδα Καθημερινή της Κυριακής, 7-9-08

35. εφημερίδα Ελευθεροτυπία, 3-6-08

Συνεχίζεται…

Πηγή: Scribd ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ

28/09/2011 Posted by | Ισλαμισμός, Ιωάννης Μαρκάς, Μεταπατερική αίρεση, Μεταμοντερνισμός, Νέα εποχή, Οικουμενισμός | Σχολιάστε

ΕΛΛΕΙΨΙΣ ΚΑΤΗΧΗΣΗΣ, ΑΡΧΗ ΑΠΟΣΤΑΣΙΑΣ (1)

Ι ω ά ν ν η Ν. Μ α ρ κ ά

ΟΙ «ΠΑΤΡΟΜΑΧΟΙ» ΤΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΚΑΙ ΟΙ ΟΨΙΜΟΙ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΕΣ ΤΟΥΣ

– ΑΝΑΙΡΕΣΙΣ ΘΕΣΕΩΝ ΤΟΥ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ, π. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΚΟΛΛΑ.-

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Πρίν από λίγο καιρό κυκλοφορήθηκε στο διαδίκτυο (1) ένα εξαιρετικό κείμενο του φωτισμένου, πολυγραφότατου και πραγματικώς νηφάλιου, π. Μωυσή του Αγιορείτη, που εξέφραζε τον προβληματισμό του σχετικά με τον ρόλο και την δεκαετή παρουσία της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών, της Ι. Μ. Δημητριάδος, στα θεολογικά δρώμενα. Θα σταθούμε σε ένα ρητορικό ερώτημα –εκ των πολλών άλλων- που έθεσε ο λόγιος αυτός μοναχός, εις τρόπον ώστε να χρησιμοποιηθεί ως βάση για το θέμα που θα αναπτύξουμε παρακάτω: «…κληρικοί και μάλιστα ιεράρχες, θεολόγοι και απλοί άνθρωποι δεν μπορούν να έχουν μια διαφορετική άποψη;» (σ σ. εννοεί από αυτήν της «Ακαδημίας» και υπονοώντας τις επιθέσεις που δέχονται όσοι κριτικάρουν το έργο της). Σημειωτέον, πως το άρθρο αυτό κυκλοφορήθηκε συμπτωματικά λίγες μέρες μετά από ένα άλλο, που κινείται προς την εντελώς αντίθετη κατεύθυνση και φέρει την υπογραφή του γνωστού Αρχιμανδρίτου της Ι. Μ. Δημητριάδος, π. Αθανασίου Κολλά, και το οποίο έχει τίτλο «Νηφάλιο, μεστό, επαινετό κείμενο ορθόδοξης παιδείας από την Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών της Ι. Μ. Δημητριάδος» (2) . Στο κείμενο αυτό ο π. Αθανάσιος Κολλάς υπερασπίζεται το έργο της «Ακαδημίας» και καταφέρεται ωσάν «μαινόμενος ταύρος» επί δικαίων και αδίκων, παραθεωρώντας το γεγονός πως τις όποιες ενστάσεις για την «Ακαδημία» και τον ρόλο της, δεν τις εξέφρασε μόνο κάποια ομάδα «φανατικών» ή «ζηλωτών», όπως ισχυρίζεται, αλλά τις εξέφρασαν και συνεχίζουν να τις εκφράζουν αξιόλογοι και αμέμπτου ήθους εκκλησιαστικοί άνδρες, όπως μητροπολίτες, μοναχοί και ιερείς, αλλά και πολλοί καλοπροαίρετοι και αληθινά αγωνιώντες λαϊκοί, σαν τον συντάκτη αυτού του άρθρου. Έπειτα από όλα αυτά, είναι μάλλον επιβεβλημένο προς αποφυγή παρεξηγήσεων να αναφέρουμε και να τονίσουμε εκ των προτέρων, πως η όποια αντιπαράθεση αναπτύξουμε σε σχέση με το κείμενο του π. Αθανασίου Κολλά, θα περιοριστεί μόνο σε θεολογικά επιχειρήματα και θέσεις, χωρίς να υπονοείται οτιδήποτε άλλο. Ενθυμούμενοι και δανειζόμενοι τον θεόπνευστο και γεμάτο ταπείνωση λόγο του Αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού, θα αναφέρουμε και εμείς πως «ερώ τοιγαρούν εμόν μέν ουδέν, τα δε σποράδην θείοις τε και σοφοίς ανδράσι λελεγμένα συλλήβδην εκθήσομαι», ήτοι «δικό μου βέβαια δε θα πώ τίποτα, αλλά όσα θα εκθέσω συγκεντρωμένα έχουν λεχθεί σποραδικά εδώ κι εκεί από θεϊκούς και σοφούς άνδρες».

ΕΛΛΕΙΨΙΣ ΚΑΤΗΧΗΣΗΣ, ΑΡΧΗ ΑΠΟΣΤΑΣΙΑΣ

Αναμφίβολα οι καιροί που διάγουμε είναι καιροί σύγχυσης και πλάνης, μια εποχή-πραγματική Βαβέλ. Προτού λοιπόν, εισέλθουμε στην διαλογική αντιπαράθεση με τον π. Αθανάσιο Κολλά, οφείλουμε να τονίσουμε πως το πρόβλημα με την «Ακαδημία του Βόλου», έχει βαθύτερες ρίζες από αυτές που οι περισσότεροι αντιλαμβάνονται. Αυτό που πριν από μερικές δεκαετίες φάνταζε ως «περιθώριο», σήμερα είναι το κυρίαρχο ρεύμα στο θεολογικό χώρο και μάλιστα στον ορθόδοξο. Ένας φωτισμένος ιερομόναχος εξ Αμερικής, ο μακαριστός π. Σεραφείμ Ρόουζ, που τα βιώματά του μετουσιώθηκαν σε απλανή οδηγό για το πώς μπορεί κανείς να βρει στη ζωή του την ορθόδοξη οδό, στην οποία αποκαλύπτεται η Αλήθεια του Χριστού, έχοντας προηγουμένως πειραματιστεί στην «αυθεντία» των περισσότερων «νεοεποχίτικων ρευμάτων», αυτός λοιπόν ο προσήλυτος ορθόδοξος «είδε» από τη δεκαετία του’60 κιόλας, την τρομακτική ενότητα σκοπού πίσω από ένα μεγάλο φάσμα εξωτερικά διαφορετικών φαινομένων, και «είδε» το αποτέλεσμα όπου όλα αυτά στόχευαν να διαγράφεται απειλητικό στον ορίζοντα. Η τακτική του συγκρητισμού και της δήθεν οικουμενικότητας, εντάσσονται πλήρως στη «νεοεποχίτικη» στρατηγική που ακολουθείται, ώστε να επέλθει αυτό το αποτέλεσμα. Η προεργασία είναι εξίσου απλή, αν και απαιτεί λίγο χρόνο και προσήλωση στα σχεδιασμένα: «εκπαιδευτικά» προγράμματα και υποτροφίες σε νεαρούς και (κυρίως) φιλόδοξους θεολόγους, διάφορα «think tank» (=«δεξαμενές σκέψης»), καθώς και Μ.Κ.Ο. (μη κυβερνητικές οργανώσεις) με πολυποίκιλη δράση, ενταγμένα σε έναν μηχανισμό που με λίγη προσοχή εύκολα μπορεί κανείς να διακρίνει την ύπαρξή του. Έτσι επιτυγχάνεται η εκ των ένδον φθορά και άμβλυνση του ορθόδοξου κριτηρίου και κυρίως της ορθόδοξης αυτοσυνειδησίας. Η προτεσταντική, αλλά πιο πολύ η βατικάνεια νοοτροπία, αρχίζει να κυριαρχεί παντού, στις περισσότερες δομές του σύγχρονου εκκλησιαστικού κατεστημένου της Ορθοδοξίας (από πατριαρχεία, μητροπόλεις, ενορίες, ως και στις θεολογικές σχολές των πανεπιστημίων Αθηνών – Θεσσαλονίκης), και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα το «επόμενοι τοις Αγίοις Πατράσι» να κατεδαφίζεται με συνέπεια και μεθοδικότητα τέτοια που σ’ αφήνει άφωνο. Ο εισαγόμενος αυτός τρόπος ζωής που έχει επικρατήσει τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα, οδήγησε και οδηγεί ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού που δηλώνει «ορθόδοξο», σε μία λεπτή και ασυναίσθητη αποστασία. Η εκκοσμίκευση άρχισε να διεισδύει και δυστυχώς να κυριαρχεί σε μεγάλο βαθμό και εντός της Εκκλησίας, με αποτέλεσμα να μην αργήσει να δημιουργηθεί το ιδεολογικό υπόβαθρο που θα αλλοίωνε αποφασιστικά το ορθόδοξο φρόνημα και θα οδηγούσε άνευ σοβαρής αντιστάσεως την Αλήθεια στο συμφυρμό με το Ψεύδος της «Νέας Εποχής». Όπως άλλωστε ήδη αναφέραμε, οι ινστρούχτορες της «Νέας Εποχής», επιδόθηκαν στην «εκπαίδευση» των «κατάλληλων» προσώπων, που θα αναλάμβαναν «διακριτικά» και με το «αζημίωτο» να μεταλαμπαδεύσουν τη «νεοεποχίτικη θεολογία» του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού συγκρητισμού, στην πλειοψηφία του απληροφόρητου (για τις πραγματικές τους προθέσεις) ορθόδοξου πληρώματος. Ο μεταλλαγμένος τρόπος ζωής των περισσότερων «πιστών», αποτέλεσε και αποτελεί τον καλύτερο σύμμαχο για την επιτυχία τούτου του εγχειρήματος, καθότι στη σημερινή ελληνική οικογένεια εκλείπουν ακόμη και τα στοιχειώδη θρησκευτικά καθήκοντα, όπως για παράδειγμα η προσευχή στο σπίτι ή η κατήχηση στα παιδιά, πολύ δε περισσότερο εκλείπει η δογματική συνείδηση και η θεολογική παίδευση. Η σύγχυση επομένως που καλλιεργείται στοχευμένα στο νέο-ορθόδοξο πλήρωμα δεν έχει προηγούμενο, με συνέπεια να διαμορφώνεται μια ψευδο-χριστιανική πνευματικότητα, της οποίας η φύση είναι στενά συνδεδεμένη με τη «νέα θρησκευτική συνειδητότητα» του πλανητικού συστήματος. Έτσι δεν προξενεί καμμία έκπληξη το γεγονός ότι ανύποπτοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί του σήμερα, ενώ έχουν με τη θέλησή τους αφεθεί σε έναν κοσμικό ή ακόμα και νέο-παγανιστικό τρόπο ζωής, ερμηνεύουν τη ζωή τους ως χριστιανική· ψυχολογικά είναι ακόμα Χριστιανοί, έχοντας όμως εισέλθει στη σφαίρα των διακριτά μη χριστιανικών συμπεριφορών. Η περίφημη ρήση του Κυρίου που εφιστά εγρήγορση και προσοχή διότι πρόκειται να πλανηθούν «ακόμα και οι εκλεκτοί», ακριβώς εδώ βρίσκει τέλεια εφαρμογή, επειδή σήμερα, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, η πλάνη είναι διάχυτη και μάλιστα το πιο ανησυχητικό είναι πως «πέτυχε» «να μην ενοχλούνται πολλοί», από τούτη τη διαμορφωθείσα κατάσταση, να «περνά» δηλαδή στη μεγάλη μάζα ως κάτι φυσιολογικό. Ο συγκρητισμός εξάλλου αποτελεί τη «λυδία λίθο» της παγκοσμιοποίησης και δεν θα μπορούσε να ισχύει κάτι διαφορετικό και στο «θρησκευτικό τσουβάλιασμα» των λαών. Η νέα θρησκευτική συνειδητότητα είναι εδώ, το ιδεολογικό υπόβαθρο επίσης, και η οικουμενική τους διάσταση, εγγυάται για το σίγουρο αποτέλεσμα της «θρησκευτικής παγκοσμιοποίησης», με την επίτευξη του στόχου της «πανθρησκείας». Ο «Οικουμενισμός» όμως, όπως είναι γνωστή η ονομασία αυτής της κατεστημένης κίνησης, δεν είναι τίποτε άλλο από μία αίρεση, και μάλιστα «η μεγαλύτερη αίρεση όλων των εποχών» , σύμφωνα με τον σύγχρονο Όσιο της Σερβικής Εκκλησίας, π. Ιουστίνο Πόποβιτς, που κι αυτός στα χνάρια όλων των μεγάλων και φωτισμένων γεροντάδων του καιρού μας, «είδε» στο πρόσωπο αυτής της κίνησης και των υποστηρικτών της, αυτό που «αρνούνται» να «δούν» οι περισσότεροι στο σημερινό διαμορφωμένο εκκλησιαστικό κατεστημένο: την αρχή μιας μεγάλης αποστασίας στην εκσυγχρονισμένη (νέα) εποχή μας.

1. http://www.zoiforos.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=5505&Itemid=49

2. http://www.acadimia.gr/content/view/338/112/lang,el/

Συνεχίζεται…

Πηγή: Scribd ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ

17/09/2011 Posted by | Εκκλησιαστική-Επικαιρότητα, Ιωάννης Μαρκάς, Μεταπατερική αίρεση, Μεταμοντερνισμός, Νέα εποχή, Οικουμενισμός | Σχολιάστε

Αρέσει σε %d bloggers: